Διένυσαν μεγάλες αποστάσεις, πήραν μέρος σε μάχες και κουβάλησαν πολεμοφόδια. Αποτέλεσαν τον “σύντροφο” και τον συμπολεμιστή των Ελλήνων από το 1821 και μετά σε όλους τους αγώνες του Έθνους για την ελευθερία. Τα άλογα, μαζί με τα μουλάρια και τα γαϊδούρια -τα επονομαζόμενα “μόνοπλα” του Ελληνικού Στρατού- χαρακτηρίζονται και ως οι λησμονημένοι “ήρωες”. Φέτος συμβολικά θα κάνουν την εμφάνισή τους στο πλαίσιο του εορτασμού των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Την ιστορία και τη συμβολή των μόνοπλων ζώων “ξεδίπλωσε” ο χημικός – κτηνίατρος, υποστράτηγος εν αποστρατεία και γενικός γραμματέας της Επιστημονικής Ένωσης Υγειονομικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΕΥΕΔ), Αργύρης Τασιόπουλος, ο οποίος μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ – ΜΠΕ (“Πρακτορείο 104,9 FM”) εξέφρασε την εκτίμηση, πως θα μπορούσε «να φτιαχτεί και πάλι ένας “πυρήνας” αλόγων για στρατιωτική χρήση» ακόμη και σήμερα, εάν κάτι τέτοιο κρίνονταν απαραίτητο από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας.
Από την αρχαιότητα “σύντροφος” και “όπλο”
«Το άλογο ήταν ο σύντροφος του ανθρώπου στην ειρήνη, στον πόλεμο, ήταν αφοσιωμένο, περήφανο, θεωρήθηκε ιερό, ενώ η ιστορία μπλέχθηκε με τον μύθο… Το φαντάστηκαν ότι ήταν φτερωτό, “μισός άνθρωπος”. Με τη βοήθειά του ο άνθρωπος μετέφερε αγαθά και έχτισε τον πολιτισμό του», είπε αρχικά ο κ.Τασιόπουλος.
Ξεκινώντας την ιστορία της στρατιωτικής χρήσης των ζώων από την Επανάσταση του 1821 και μετά τόνισε πως δεν υπάρχουν ιδιαίτερες πληροφορίες από εκείνη την εποχή, ωστόσο, δεδομένου ότι δεν υπήρχε οργανωμένος στρατός, το άλογο ήταν το μοναδικό μέσο για τη μεταφορά αλλά και για το μέτωπο. «Στην Επανάσταση του 1821 δεν υπήρχε άλλο μέσο μεταφοράς, ούτε οδικό δίκτυο. Το άλογο ήταν σύντροφος, συμπολεμιστής, όπως συνέβαινε για εκατοντάδες χρόνια δίπλα στον άνθρωπο».
Επίσημα η ιστορία του αλόγου στον Ελληνικό Στρατό ξεκινάει από το 1833, επί βασιλείας του Όθωνα. Τότε, ιδρύθηκε «Σύνταγμα Τροχοφόρων Ιππέων» και ταυτόχρονα ιδρύθηκε η Κτηνιατρική Υπηρεσία, δημιουργήθηκαν ιπποφορβείο και νοσοκομεία, όπως αναφέρει ο κ. Τασιόπουλος. Προσθέτει πως στον πόλεμο του 1897 χρησιμοποιήθηκαν «ακόμη και 3.000 μόνοπλα», ενώ στους πολέμους, που ακολούθησαν, ο αριθμός έφτασε τα 29.000.
«Στη Μικρασιατική Εκστρατεία, που άρχισε το 1919 με περίπου 3.000 μόνοπλα, ο αριθμός έφτασε τα 23.000 τον ίδιο χρόνο και το 1922 τα 62.000 ζώα! Πρόκειται για έναν πολύ μεγάλο αριθμό, που όμως δεν μπορούσε να εξυπηρετηθεί. Δεν υπήρχαν πλήρως ειδικευμένοι στρατιώτες για να τα καθοδηγήσουν, να τα περιθάλψουν ως νοσοκόμοι και πεταλουργοί, δεν υπήρχε ακόμη επαρκής τροφή για αυτά τα ζώα», συμπλήρωσε.
Η “έκρηξη” στη χρήση των μόνοπλων σημειώθηκε το 1940, όταν ο ελληνικός στρατός έφτασε να διαθέτει δεκάδες χιλιάδες πλέον τέτοια ζώα στις τάξεις του. «Λίγο πριν το 1940, το 1936, άρχισε η προετοιμασία της χώρας για τον πόλεμο, που ερχόταν. Στον τομέα αυτό, αγοράστηκαν μόνοπλα και τροφή. Το 1940 είχαμε 130.000 μόνοπλα. Τεράστιος αριθμός. Αυτοί που πολέμησαν ήταν 300.000 και έτσι για κάθε δύο άνδρες, είχαμε ένα μόνοπλο. Στο αλβανικό μέτωπο, ειδικά είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα σύγχρονο στρατό σε ένα περιβάλλον όπου όμως τα μηχανοκίνητα δεν μπορούσαν να δράσουν. Και τα άλογα, όπως και τα μουλάρια, έδωσαν τη μάχη και ήταν ένας παράγοντας νικηφόρος…», εξηγεί ο κ.Τασιόπουλος.
Σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα της ΕΕΥΕΔ, στις μάχες εκείνες σημαντικός παράγοντας επιτυχίας ήταν η δύσκολη εύρεση στρατιωτών, που γνώριζαν πως να χειριστούν τα ζώα μέσα στη μάχη. «Το “δέσιμο” του στρατιώτη με το ζώο είναι αυτό που κάνει τη μονάδα. Αυτό το δίδυμο που θα πάει στον πόλεμο και όταν θα “σκάσει” η οβίδα θα λειτουργήσει ώστε να μην τρομάξει το ζώο και να φύγει. Είναι αυτοί οι τετράποδοι ήρωες που δεν τους προσέξαμε…», εξηγεί ο κ.Τασιόπουλος.
Από το 1955 και μετά οι μονάδες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων εξοπλίζονται με τεθωρακισμένα μέσα και ειδικά Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού (ΤΟΜΑ) και το μόνοπλο δεν χρειαζόταν πια. «Ενώ το 1955 υπήρχαν 18.000 τέτοια ζώα, το 1964 ήταν πια μόνο 4.000. Στη συνέχεια χρησιμοποιούσαμε τα ελάχιστα που είχαν απομείνει, σε φυλάκια που δεν είχαν δρόμους. Το 1990 η χρήση τους καταργήθηκε επισήμως», εξιστορεί ο κ.Τασιόπουλος.
«Μια Διμοιρία Ορεινών Μεταφορών, στην οποία υπηρέτησα ως ανθυπολοχαγός, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, τη Διμοιρία του 567 Τάγματος Πεζικού, στο Οχυρό Ιστίμπεη ( στο όρος Μπέλες, 250 περίπου μέτρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, σε υψόμετρο 1.339 μέτρα), είχε στις τάξεις της 27 ημίονους(μουλάρια). Ήταν μια εποχή στη οποία είχα την εμπειρία χρήσης των συγκεκριμένων ζώων για την τροφοδοσία φυλακίων, που αποκλείονταν συχνά το χειμώνα. Εκεί, οι ημίονοι κατέβαιναν από το φυλάκιο μέχρι τα οχήματα που μπορούσαν να φτάσουν μόνο μέχρι σε ένα συγκεκριμένο σημείο και παρελάμβαναν τις τροφές κ.ο.κ», εξιστορεί ο Γενικός Γραμματέας της ΕΕΥΕΔ.
Στην παρέλαση για τα 200 χρόνια
«Η διεύθυνση ιππικού και τεθωρακισμένων θα χρησιμοποιήσει στην παρέλαση άλογα που δεν υπηρετούν στις τάξεις των Ε.Δ., αλλά έχουν εκπαιδευτεί και θα παρουσιάσουν έτσι την ιστορία του μόνοπλου. Είναι αναπόσπαστο τμήμα της ιστορίας της χώρας όλα αυτά τα χρόνια…», εξηγεί ο Έλληνας ειδικός αναφερόμενος στην επετειακή παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2021.
Ο κ.Τασιόπουλος, τέλος, απαντά και στο ερώτημα της ύπαρξης τέτοιων μονάδων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. «Υπάρχει σήμερα στη Γερμανία μια μικρή μονάδα με 54 ζώα, ενώ και η Αυστρία έχει ταξιαρχία. Όταν υπάρχει ένας “πυρήνας” μπορούμε να φτάσουμε κάπου εάν το αποφασίσουμε. Είναι θέμα της ηγεσίας να αποφασίσει εάν θα ήθελε κάτι τέτοιο. Θα ήταν όμως εφικτό να φτιαχτεί ένας τέτοιος πυρήνας, καθώς όμως δεν υπάρχει η τεχνογνωσία (σ.σ στις Ε.Δ. σήμερα), αυτό θα θέλει ένα σωστό σχεδιασμό. Είναι πολυέξοδη κίνηση, εάν όμως κρίνει η ηγεσία ότι έχει κάποιο όφελος από αυτό και μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ζώα σε περιπτώσεις συνεργασίας με άλλες μονάδες του στρατού, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προχωρήσει», καταλήγει ο κ.Τασιόπουλος.