Σε αναδίπλωση αναφορικά με τα όσα είχε υποστηρίξει ως προς το περιεχόμενο της Γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου προχώρησε ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος, ο οποίος με επιστολή του προς τον υπουργό Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα (την οποία κοινοποιεί στον υπουργό Επικρατείας Γιώργο Γεραπετρίτη, ζητά να ενημερωθεί αναφορικά με την ακριβή διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί βάσει του νόμου που ψηφίσθηκε πρόσφατα για τις παρακολουθήσεις και το απόρρητο των επικοινωνιών.
Μάλιστα, ο κ. Ράμμος ζητά να ενημερωθεί για τη διαδικασία ως προς την υποβολή των αιτημάτων που τυχόν υποβληθούν αναγνωρίζοντας και ο ίδιος ότι η Αρχή, η ΑΔΑΕ, της οποίας προΐσταται δεν έχει αυτή την αρμοδιότητα (από την ημέρα δημοσίευσης του νόμου που ψηφίστηκε στην Βουλή) και τον οποίο επικαλέστηκε στη Γνωμοδότησή του ο Ισίδωρος Ντογιάκος.
Παραθέτοντας τις διατάξεις του νόμου 5002 του 2022 ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ ζητεί ενημέρωση που θα ακολουθείται στο εξής για αιτήματα των πολιτών που επιθυμούν να πληροφορηθούν αν παρακολουθούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας, δεδομένου ότι αυτό έχει θέσει προϋποθέσεις ως προς την ενημέρωση των πολιτών για τις παρακολουθήσεις ορίζοντας παράλληλα ως αρμόδιο για αυτή όπως και για τον σκοπό της παρακολούθησης τριμελές όργανο στο οποίο μετέχει και ο κ. Ράμμος ως μέλος εκπροσωπώντας την Αρχή στην οποία προεδρεύει.
Στην επιστολή του προς τον υπουργό Δικαιοσύνης ο Χρήστος Ράμμος αναφέρει ότι:
«Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 § 7 του ν. 5002/2022 «7. Μετά την πάροδο τριών (3) ετών από την παύση της ισχύος της διάταξης άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας γνωστοποιείται η επιβολή του περιοριστικού μέτρου στον θιγόμενο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο αυτό διατάχθηκε. Για τη γνωστοποίηση του πρώτου εδαφίου υποβάλλεται σχετικό αίτημα στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), το οποίο διαβιβάζεται στην Ε.Υ.Π. και τη ΔΑΕΕΒ.
Η άρση γνωστοποιείται μετά από απόφαση τριμελούς οργάνου, το οποίο αποφασίζει εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών. Στην περίπτωση διενέργειας της άρσης από την Ε.Υ.Π., το όργανο αποτελείται από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008, τον δεύτερο εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 2 του άρθρου 4 του παρόντος και τον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ. Στην περίπτωση διενέργειας της άρσης από τη ΔΑΕΕΒ, το όργανο αποτελείται από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994, τον δεύτερο εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 2 του άρθρου 4 του παρόντος και τον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ. Του οργάνου προεδρεύει ο ανώτερος ιεραρχικά ή, επί ομοιοβάθμων, ο αρχαιότερος εισαγγελικός λειτουργός. Το όργανο αποφασίζει κατά πλειοψηφία, με τήρηση απόρρητων συνοπτικών πρακτικών και καταγραφή της γνώμης της μειοψηφίας, εφόσον υφίσταται. Αν απoφασισθεί η ενημέρωση, ο θιγόμενος ενημερώνεται για την επιβολή του περιοριστικού μέτρου και για τη διάρκειά του.
Δεν επιτρέπεται η υποβολή νέου αιτήματος πριν την πάροδο ενός (1) έτους από την υποβολή του προηγούμενου». Δεδομένου ότι από την ως άνω διατύπωση του νόμου δεν προβλέπονται οι διαδικαστικές λεπτομέρειες εφαρμογής στην πράξη της διαδικασίας διαβίβασης εκ μέρους της ΑΔΑΕ του αιτήματος του θιγόμενου, σας παρακαλούμε να μας ενημερώσετε αν θα υπάρχει κάποια ειδική γραμματεία στις ως άνω υπηρεσίες (ΕΥΠ και ΔΑΕΕΒ) η οποία θα είναι αρμόδια να λαμβάνει το σχετικό αίτημα που θα διαβιβάζεται σε αυτήν από την ΑΔΑΕ Επίσης, θα θέλαμε να μας γνωστοποιήσετε εν γένει όλες τις διαδικαστικές λεπτομέρειες που θα είναι απαραίτητες για την έναρξη εφαρμογής και την υλοποίηση της ως άνω διαδικασίας.»
Επί της ουσίας ο κ. Ράμμος αποδέχεται το περιεχόμενο της Γνωμοδότηση του κ. Ντογιάκου για την οποία μάλιστα η Ένωση Εισαγγελέων εξέδωσε ανακοίνωση ξεκαθαρίζοντας πως ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου έχει δικαίωμα να προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες. Κάτι που έχουν υποστηρίξει και συνταγματολόγοι.
Η δέ επιστολή του με την οποία ζητά να ενημερωθεί για την διαδικασία που πρέπει να ακολουθεί η ΑΔΑΕ έρχεται σε αντίθεση με την ανακοίνωση που είχε εκδώσει όταν δημοσιοποιήθηκε η Γνωμάτευση Ντογιάκου και στην οποία δήλωνε ότι δεν μπορεί να ασκηθεί έλεγχος ή να αλλάξουν οι διαδικασίες ως προς το ζήτημα της ενημέρωσης του παρακολουθούομενου.
Συγκεκριμένα μεταξύ άλλων είχε σημειώσει πως «η -ούτως ή άλλως προβληματική ως προς τη συμβατότητά της με την ΕΣΔΑ και το εθνικό Σύνταγμα- ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022 σχετικά με το ειδικό ζήτημα της ενημέρωσης του παρακολουθούμενου για λόγους εθνικής ασφάλειας ουδόλως περιορίζει τις γενικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ που κατοχυρώνονται στο άρθρο 6 §1 του ειδικότερου, εκτελεστικού του άρθρου 19 §2 του Συντάγματος, νόμου 3115/2003. Πρόκειται για δύο νόμους με μη διασταυρούμενα κανονιστικά πεδία. Εκτός, δε του γεγονότος ότι ουδόλως προκύπτει πως ο νομοθέτης θέλησε έναν τέτοιο περιορισμό, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι η αποτελεσματική άσκηση αυτών των γενικών αρμοδιοτήτων συνδέεται από την ημέρα που ιδρύθηκε η ΑΔΑΕ, κατά τρόπο άρρηκτο και πολυποίκιλο, με τον συστηματικό έλεγχο των παρόχων και όλων των δημοσίων φορέων, στον τομέα της διασφάλισης του απορρήτου των επικοινωνιών · έλεγχο, ο οποίος δεν έχει ως μόνο σκοπό την ενημέρωση που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022. Κάτι που επιμένει να παραγνωρίζει ο κ. Εισαγγελεύς στην γνωμοδότηση του»