Το σχέδιο περιορισμού της ύφεσης στο 5% (ή στο 8% στο δυσμενές σενάριο μεγαλύτερων τριγμών λόγω της υγειονομικής κρίσης ή λόγω της διεθνούς οικονομικής κατάστασης), ξεδιπλώνει το Υπουργείο Οικονομικών μέσα από το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Προϋπολογισμού που έστειλε στις Βρυξέλλες.
Καταγράφει τα επόμενα βήματα λέγοντας ότι τα μέτρα στήριξης δεν έχουν τελειώσει. Παράλληλα αναδεικνύει τους πλέον ευάλωτους τομείς με κορωνίδα τον τουρισμό για τον οποίο αναφέρει ότι η κρίση δεν θα τελειώσει ούτε το 2021.
Επίσης στον τομέα των Επενδύσεων καταγράφει το μεγαλύτερο πλήγμα στο κλάδο του εξοπλισμού αλλά και της ακίνητης περιουσίας. Στις υπηρεσίες πέρα από τον τουρισμό καταγράφει μεγάλο πλήγμα φέτος στις μεταφορές και στη ναυτιλία.
Κάνει σαφές επίσης ότι αλλάζει το πρόγραμμα δανεισμού του ελληνικού δημοσίου μετά τις νέες ταμειακές ανάγκες που θα προκύψουν, αλλά αναφέρει πως θα επιχειρηθεί να μην υπάρξουν εκπλήξεις για τις αγορές με τον τρόπο που θα διαμορφωθούν οι συνολικές κινήσεις το 2020. Επίσης, περιγράφονται και τα κλαδικά πακέτα στήριξης που ετοιμάζονται στον τουρισμό, στις μεταφορές και όχι μόνο.
Επαφές με φορείς, EWG – Eurogroup
O υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας έχει προγραμματίσει για σήμερα – όπως ο ίδιος προανήγειλε – επαφές με τους εκπροσώπους της εστίασης, ενώ θα ακολουθήσουν και άλλοι κλάδοι που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του “πυρός”, προκειμένου να οριστικοποιηθούν οι αποφάσεις για τα μέτρα που θα εφαρμοσθούν από τον Ιούνιο και μετά (και δεν περιλαμβάνονται στο Μεσοπρόθεσμο), με έναν μεγάλο περιορισμό: τα ταμειακά αποθέματα και την έκδηλη – πλέον – ανάγκη να υπάρξουν αποφάσεις σε Ευρωπαϊκό επίπεδο για περαιτέρω μέτρα στήριξης αλλά και για εκταμίευση όσων κονδυλίων έχουν ήδη αποφασιστεί καθώς, όπως χαρακτηριστικά είπε ο ΥΠΟΙΚ “δεν έχει έρθει ούτε ένα ευρώ”.
Τα θέματα αυτά θα συζητηθούν σε επίπεδο ΕΕ στο νέο EWG που θα λάβει χώρα μέσα στην εβδομάδα αλλά και στο Eurogroup που επίσης θα πραγματοποιηθεί εντός της εβδομάδος. Και βεβαίως σε επίπεδο ηγετών κρατών στη Σύνοδο Κορυφής αυτής της εβδομάδος.
Το Υπουργείο Οικονομικών έστειλε στις Βρυξέλλες το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Σταθερότητας, δηλαδή τον πολυετή προϋπολογισμό ο οποίος έχει φέτος μία “light” μορφή διετών προβλέψεων και περιορισμένης έκτασης λόγω της ρήτρας διαφυγής που έχει ενεργοποιηθεί ανά την ΕΕ. Δηλαδή της αναστολής των δημοσιονομικών κανόνων.
Εστάλη στις Βρυξέλλες από όλα τα κράτη-μέλη μαζί όπως και το Εθνικό Σχέδιο Μεταρρυθμίσεων, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας κατά τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Σήμα κινδύνου για καθίζηση των μισθών και για απουσία χρημάτων
Το τεράστιο έλλειμμα χρηματοδότησης ούτως ώστε να υπάρχουν επαρκή διαθέσιμα για τη διαδικασία ανάκαμψης αναδείχθηκε στην έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου που συνοδεύει το Μεσοπρόθεσμο Προϋπολογισμό. Αναδεικνύεται επίσης και ο κίνδυνος καθίζησης των μισθών σε χαμηλά επίπεδα.
Αναλυτικά, στο πόρισμα που φέρει την υπογραφή του Παναγιώτη Κορλίρα αναφέρεται ότι υπάρχουν δύο κίνδυνοι “που δύνανται να επιβραδύνουν την μελλοντική ανάκαμψη της οικονομίας.
Ο πρώτος αφορά στον κίνδυνο της μη παροδικής μείωσης των αμοιβών της εργασίας, και κατά συνέπεια την αδυναμία της ιδιωτικής κατανάλωσης να επανέλθει άμεσα στα προ της κρίσης επίπεδα. Ο δεύτερος αφορά στην ενδεχόμενη ένταση και κατεύθυνση των δημοσιονομικών μέτρων, υπό την έννοια ότι στις τρέχουσες εξαιρετικά δυσμενείς περιστάσεις ο στόχος της “επανεκκίνησης” της οικονομίας είναι πρωτεύων σε συνάρτηση πάντα με τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας”.
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρει πως “υπό αυτές τις συνθήκες θα είναι καθοριστικές οι αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την εξασφάλιση επαρκών πρόσθετων πόρων προς αντιμετώπιση των έντονων υφεσιακών επιδράσεων της κρίσης”.
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας εμπεριέχει δύο σενάρια ύφεσης 4,7% και 7,9% που υπολογίζεται ότι θα ήταν 10% χωρίς τα μέτρα στήριξης. Η συνολική αξία των μέχρι στιγμής μέτρων ανέρχεται σε 17,35 δισ. ευρώ (10% του ΑΕΠ) και το συνολικό ταμειακό τους κόστος σε 11,5 δισ. ευρώ (6,5% του ΑΕΠ) σε επίπεδο έτους και 12,35 δισ. ευρώ για τους μήνες έως τον Ιούνιο, εάν ληφθεί υπόψη ότι επιστροφές φορολογικών και ασφαλιστικών αναστολών θα πραγματοποιηθούν από τον Αύγουστο και έπειτα. Η συνολική αξία των μέτρων του 2020 υπολογίζεται στα 24 δισ. Σε αυτά περιλαμβάνονται ενδεικτικά επιπλέον τα εξής μέτρα:
* Νέες πολιτικές που θα εφαρμοστούν σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας τους επόμενους μήνες (τουρισμό, μεταφορές κ.λπ.) και παρεμβάσεις ρευστότητας του Δημοσίου.
* Επιδότηση βραχυχρόνιας εργασίας μέσω του Προγράμματος SURE.
* Χορήγηση δανείων μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
* Νέο πλαίσιο επιδότησης δανείων πρώτης κατοικίας.
Στο αναλυτικό κείμενο του Μεσοπρόθεσμου αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
* Η παροχή κινήτρων για κοινωνικές και φιλικές προς το περιβάλλον επενδύσεις αποτελεί προτεραιότητα.
* Οι επενδύσεις σε εξοπλισμό και κατοικίες προβλέπεται να υποστούν την μεγαλύτερη συρρίκνωση φέτος.
* Ο τουρισμός, οι μεταφορές και η ναυτιλία αναμένεται να είναι οι τομείς που θα δεχθούν το πιο μεγάλο πλήγμα.
* Το 2021 ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αναμένεται να αυξηθεί κατά 15,3% καθώς θα υλοποιηθούν τα αναβαλλόμενα επενδυτικά σχέδια της προηγούμενης περιόδου. Ωστόσο η τουριστική βιομηχανία θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο για να επιστρέψει στα επίπεδα δραστηριότητας προ-κορονοϊού.
* Το δημοσιονομικό έλλειμμα το 2020 εκτιμάται στο επίπεδο των -4,7% του ΑΕΠ έναντι 1,0% του ΑΕΠ που αναμενόταν πριν.
* Το χρέος της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται σε 337,0 δισεκατομμύρια ευρώ ή στο 188,8% του ΑΕΠ στο τέλος του 2020, έναντι 331,1 δισεκατομμυρίων ευρώ ή 176,6% του ΑΕΠ το 2019. Για το 2021, το χρέος της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να ανέλθει σε 334,0 δισεκατομμύρια ευρώ ή στο 176,8% του ΑΕΠ, μειωμένο κατά 12,1% σε σύγκριση με το 2020.
* Σύμφωνα με το αρχικό πρόγραμμα χρηματοδότησης του ΟΔΔΗΧ για το 2020, οι εκδόσεις είχαν υπολογισθεί στα 8 δισ. και το μισό πρόγραμμα έχει ήδη υλοποιηθεί. Πλέον, “η υπάρχουσα στρατηγική χρηματοδότησης για το 2020 θα πρέπει να προσαρμοστεί καλύπτοντας τις πρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες λόγω του COVID-19”. Επισημαίνεται πως η προσαρμογή “εστιάζεται κυρίως σε μια αλλαγή της χρήση των εσόδων του δανεισμού και δεν αποτελεί απαραίτητα αλλαγή στη συνολική χρηματοδοτική δραστηριότητα” αφού δεν πρέπει να υπάρξουν “δυσάρεστες εκπλήξεις στην κοινότητα των επενδυτών”.
* Το 2022 και το 2023 αναμένεται πως το δημοσιονομικό ισοζύγιο (με τόκους) θα διαμορφωθεί στην περιοχή του 0,1% – 0,2% του ΑΕΠ). Όσον αφορά στο χρέος αναμένεται να μειωθεί σταδιακά ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά μέσο όρο κατά 7% ετησίως κυρίως λόγω της ανόδου του ΑΕΠ.
Πηγή: capital.gr