Η αριστερά ανακάλυψε ξαφνικά τον κίνδυνο του «λιντσαρίσματος» και μιλά για φίμωση της σάτιρας με αφορμή την απόλυση του Πάρι Ρούπου από γνωστή αλυσίδα εστίασης. Ο κωμικός είχε δηλώσει από σκηνής ότι η ελληνική σημαία «ταιριάζει με τα βοθρολύματα», φράση που προκάλεσε έντονη αγανάκτηση και, όπως ήταν αναμενόμενο, αντιδράσεις από κοινό και εργοδότη. Η απομάκρυνσή του παρουσιάστηκε από μερίδα της αριστεράς ως «μαύρη σελίδα για την ελευθερία του λόγου» και ως «υποχώρηση απέναντι στους ακραίους».

Το παράδοξο; Οι ίδιοι που σήμερα δίνουν μαθήματα δημοκρατίας, ήταν αυτοί που πριν λίγες ημέρες ζητούσαν με φανατισμό την κεφαλή του Άρη Πορτοσάλτε επί πίνακι, επειδή τόλμησε να χαρακτηρίσει τις σημαίες και τα πανό στον Ιερό Βράχο «πατσαβούρες». Τότε, δεν υπήρχε ζήτημα ελευθερίας της έκφρασης. Δεν υπήρχε φόβος για «λιντσάρισμα». Υπήρχε μόνο οργή και επίκληση της πολιτικής ορθότητας.

Η διαφορά είναι προφανής: όταν στο στόχαστρο βρίσκεται η ελληνική σημαία, τα πάντα βαφτίζονται σάτιρα και «καλλιτεχνική υπερβολή». Όταν όμως θίγεται ένα ξένο σύμβολο, τότε ξαφνικά το δικαίωμα στην άποψη εξαφανίζεται. Το μήνυμα προς την κοινωνία είναι σαφές: προστατεύονται όλα εκτός από τα δικά μας.

Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι ότι μεγάλος αριθμός πολιτών θεώρησε δικαιολογημένη την αντίδραση απέναντι σε έναν καλλιτέχνη που προσβάλλει βάναυσα το εθνικό σύμβολο. Όσοι παριστάνουν τους αυτόκλητους υπερασπιστές της ελευθερίας του λόγου, θα έπρεπε να εξηγήσουν γιατί αυτό το δικαίωμα ισχύει επιλεκτικά- και μόνο όταν τους συμφέρει.

Δύο μέτρα, δύο σταθμά. Και στο τέλος, η ίδια καραμέλα: «ακραίοι» όσοι αγαπούν τη χώρα τους, «θύματα» όσοι τη χλευάζουν. Έτσι όμως δεν κερδίζεται η μάχη των ιδεών· απλώς αποκαλύπτεται η υποκρισία.