Πιστός στην τακτική της στείρας άρνησης σε όλες τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και μέτρα, ο ΣΥΡΙΖΑ, σε μία δική του ανάγνωση της αύξησης στον κατώτατο μισθό που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ισχυρίζεται ότι πλήττονται οι εργαζόμενοι.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 950 ευρώ το 2027, δεν υπάρχει η απαγόρευση διά νόμου της μείωσής του, σε λίγο θα μας πει ότι και οι προηγούμενες αυξήσεις από τα επίπεδα του 650 ευρώ που ήταν το 2019 στα 830 ευρώ σήμερα, είναι ένα κυβερνητικό τέχνασμα και απλές εξαγγελίες.

Όπως εξαγγελίες χαρακτήρισε τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για την αύξηση του κατώτατου μισθού. «Με τις εξαγγελίες του για τον κατώτατο μισθό ο πρωθυπουργός επιδιώκει να αποκομίσει μικροπολιτικά κέρδη για αμφίβολα αποτελέσματα στο απώτερο μέλλον», σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ.

Στην ίδια ανακοίνωση ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι η κυβέρνηση «αρνείται το δικαίωμα των εργαζομένων να διαπραγματεύονται ελεύθερα για το ύψος του κατώτατου μισθού, πλήττοντας ποικιλοτρόπως τον θεσμό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας». Όταν, η αρμόδια υπουργός, Νίκη Κεραμέως, έχει τονίσει στις συζητήσεις της με τους κοινωνικούς εταίρους πως μετά την ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου θα ξεκινήσει η επεξεργασία για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

«Οι ανάγκες του ελληνικού λαού είναι άμεσες και απαιτούν ριζικές παρεμβάσεις τώρα», σημειώνει το κόμμα στην ανακοίνωσή του, ισχυριζόμενο πως «με βάση την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων η Ελλάδα κατατάσσεται στην προτελευταία θέση στην ΕΕ», ενώ «ο πληθωρισμός τροφίμων έχει αλλάξει προς το χειρότερο τη διατροφική συμπεριφορά των νοικοκυριών». «Οι δαπάνες στέγασης έχουν ξεφύγει από κάθε μέτρο με ευθύνη αυτής της κυβέρνησης. Η ενεργειακή πολιτική έχει εκτινάξει τους λογαριασμούς του ρεύματος», προσθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ.

«Σε ό,τι αφορά στο εισόδημα, μπορεί ο Κυρ. Μητσοτάκης να θεωρεί ότι έχει περιθώρια χρόνου, αλλά η κοινωνία δεν έχει. Όσο για τις φορολογικές "ελαφρύνσεις", ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να καταγραφεί ως ο μοναδικός πρωθυπουργός που μείωσε φόρους αυξάνοντας υπέρμετρα την φορολογική επιβάρυνση των πολιτών, όπως προκύπτει και από τα διαρκώς αυξανόμενα φορολογικά έσοδα», καταλήγει.