Τετ α τετ με την Κριστίν Λαγκάρντ θα έχει σήμερα Τρίτη (17/12) ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Μετά την ανάληψη των νέων καθηκόντων της Λαγκάρντ, ως επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί μαζί της, με αφορμή το δείπνο προς τιμήν του Μπενουά Κερέ που αποχωρεί από το ΔΣ της ΕΚΤ.

Ο Πρωθυπουργός, είναι ο μοναδικός πολιτικός που έχει προσκληθεί στο δείπνο λόγω της προσωπικής σχέσης που έχει με τον Μπενουά Κερ.  Θα μεταβεί σήμερα στην Φρανκφούρτη και το απόγευμα θα έχει κατ’ ιδίαν συνάντηση με την κ. Λαγκάρντ, στην οποία θα παρουσιάσει αναλυτικά την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την κατάσταση στο τραπεζικό σύστημα, καθώς και τους στόχους που θέτει ο Προϋπολογισμός του 2020, που ψηφίζεται την Τετάρτη από την Βουλή.

Το κλίμα που αναμένεται να συναντήσει ο κ. Μητσοτάκης αναμένεται ιδιαίτερα θετικό αφού μόλις την περασμένη εβδομάδα η Κριστίν Λαγκάρντ, όταν ρωτήθηκε για την πορεία της Ελλάδας δήλωσε ότι «είναι μεγάλη ιστορία για μένα προσωπικά, με άλλες ιδιότητες και είμαι πραγματικά ενθουσιασμένη όταν βλέπω την πρόοδο, την ανάκαμψη, όταν βλέπω τα αποτελέσματα. Θα ήθελα να συγχαρώ την Ελλάδα».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ευελπιστεί να βρει στο πρόσωπο της Κριστίν Λαγκάρντ  μια σύμμαχο για την μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων που αποτελεί βασικό στόχο της κυβέρνησης και βρίσκεται στον πυρήνα του οικονομικού προγράμματος. Άλλωστε, υπό την ηγεσία Λαγκάρντ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ήταν υπέρμαχος της χαλάρωσης των δημοσιονομικών στόχων, συστήνοντας πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ, αντί για 3,5% που προβλέπεται σήμερα. Η κυβέρνηση πιστεύει ότι η κ. Λαγκάρντ θα υιοθετήσει τις ίδιες θέσεις και ως επικεφαλής της ΕΚΤ. Στη συνέχεια της συνάντησης Μητσοτάκη – Λαγκάρντ θα υπάρξει και ευρύτερη συνάντηση όπου θα πάρουν μέρος ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο Πρωθυπουργός έθεσε το θέμα της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων και στη Σύνοδο Κορυφής. Σημείωσε ότι τα υψηλά πλεονάσματα έχουν ήδη ξεπεραστεί από τις εξελίξεις, καθώς η Ελλάδα δανείζεται πλέον από τις αγορές με πολύ χαμηλά επιτόκια. Βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι το χαμηλό κόστος δανεισμού ουσιαστικά αναιρεί τις υποθέσεις βάσει των οποίων έγιναν οι υπολογισμοί για τη βιωσιμότητα του χρέους από τους εταίρους, που σημαίνει ότι δεν χρειάζονται τόσο υψηλοί δημοσιονομικοί στόχοι.