Προτεραιότητα για την κυβέρνηση αποτελεί ο εκσυγχρονισμός του ασφαλιστικού συστήματος, θέμα στο οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αναφερθεί ήδη από την προεκλογική περίοδο.
Την πρότασή του για ένα σύγχρονο ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων, είχε αναπτύξει ο πρωθυπουργός μιλώντας στο συνέδριο της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος.
Το σχέδιο των τριών πυλώνων που είχε παρουσιάσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης αφορά:
– Ο πρώτο πυλώνας θα είναι κρατικός, υποχρεωτικός με βάση το αναδιανεμητικό σύστημα.
– Ο δεύτερος πυλώνας θα είναι επίσης υποχρεωτικός, αλλά με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα και ο ασφαλισμένος θα μπορεί να επιλέξει είτε κρατικό είτε ιδιωτικό φορέα.
– Ο τρίτος πυλώνας θα είναι ιδιωτικός, προαιρετικός με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα.
Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε ο ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης στο “CEO Initiative Forum” το οποίο διοργανώνει το Fortune Greece σε συνεργασία με την εταιρεία επικοινωνίας Τσομώκος το νέο ασφαλιστικό θα τεθεί επί τάπητος στο υπουργικό συμβούλιο της Πέμπτης.
Θα συζητηθεί η βασική δομή του ασφαλιστικού συστήματος «το οποίο είναι ένα σύστημα θα είναι εξαιρετικά μακροσκοπικό. Δηλαδή αφενός θα προσπαθεί διαρθρωτικά να εκσυγχρονίσει τις δομές συνολικά του συστήματος, και αφ ετέρου θα δημιουργήσει ένα απλό σαφές και ενιαίο πλαίσιο κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο θα είναι δίκαιο και θα αποσυνδέει την κοινωνική ασφάλιση από το εισόδημα το οποίο θα παράγεται».
«Το ζήτημα της βιώσιμης πολιτικής, δηλαδή η κεντρική πολιτική ατζέντα η οποία υπαγορεύει ότι οποιαδήποτε απόφαση θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν της τις επόμενες γενιές, αυτή η πολιτική οφείλει να είναι μια πολιτική ΣΔΙΤ. Μια πολιτική σύμπραξης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα» σχολίασε ο υπουργός.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συζήτηση με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, Θεόδωρο Φέσσα, στο πλαίσιο του φόρουμ είπε, ότι στη χώρα μας η δημόσια πολιτική εκκινεί με την ψήφιση του οποιουδήποτε νόμου «και εκείνο το οποίο θα πρέπει να βρίσκεται συνεχώς στην ατζέντα μας είναι η αξιολόγηση των ρυθμιστικών συνεπειών ενός νόμου. Αυτό όμως στην Ελλάδα διαχρονικά ήταν κάτι εντελώς άγνωστο και τώρα προσπαθούμε με όσο το δυνατόν πιο ήπιο τρόπο, καθώς υπάρχουν – όπως γνωρίζετε – μακρές αδράνειες στο σύστημα, να εισαγάγουμε και στην Ελλάδα την αξιολόγηση των ρυθμιστικών συνεπειών και πιστεύουμε ότι θα φθάσουμε σε ένα επίπεδο όπου θα υπάρχει αξιολόγηση σε όλα τα επίπεδα μιας ρύθμισης. Σε αυτό θέλουμε και τη βοήθεια των επιχειρηματιών και ήδη παρέχουμε επαρκή κίνητρα ώστε να μπορέσουμε από κοινού να δουλέψουμε πάνω σε αυτές τις βασικές παραδοχές».