Το ενδεχόμενο επιβολής αρνητικών επιτοκίων στις μεγάλες καταθέσεις των επιχειρήσεων εξετάζουν οι τράπεζες, υπό το βάρος του κόστους που συνεπάγεται για τις ίδιες η πλεονάζουσα ρευστότητα στην οικονομία.
Η συνεχιζόμενη αύξηση των καταθέσεων, που σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε χθες η ΤτΕ ενισχύθηκαν κατά 1,5 δισ. ευρώ περαιτέρω τον Αύγουστο, τείνει να εξελιχθεί σε βαρίδι για τις τράπεζες, καθώς υποχρεούνται να επιστρέφουν με αρνητικό επιτόκιο στην ΕΚΤ την υπερβάλλουσα ρευστότητα, δηλαδή τις καταθέσεις που δεν γίνονται δάνεια.
Οι ελληνικές τράπεζες το έχουν ήδη εφαρμόσει στην Κύπρο και, σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζουν αυτό το ενδεχόμενο και για τις μεγάλες καταθέσεις στην Ελλάδα. Στελέχη της Eurobank, στο πλαίσιο roadshow που διοργάνωσε η BofA, επιβεβαίωσαν την πρόθεση της τράπεζας να εξετάσει το μέτρο των αρνητικών επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων και στην Ελλάδα, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, ανάλογοι προβληματισμοί έχουν διατυπωθεί και από άλλες συστημικές τράπεζες.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, το μέτρο, αν αποφασιστεί, θα αφορά πολύ μεγάλες καταθέσεις, π.χ. άνω των 10 εκατ. ευρώ, ως αντικίνητρο στις συνεχιζόμενες εισροές, οι οποίες λιμνάζουν στις τράπεζες και δεν επενδύονται σε άλλες, εναλλακτικές μορφές.
Ενδεικτικό είναι ότι στη χώρα μας οι καταθέσεις, που με βάση τα στοιχεία Αυγούστου ανήλθαν στα 173,4 δισ. ευρώ –τα 41,7 δισ. ευρώ είναι καταθέσεις επιχειρήσεων–, αγγίζουν ιστορικό ρεκόρ δεκαετίας. Την ίδια στιγμή οι τράπεζες έχουν αντλήσει από την ΕΚΤ 47 δισ. ευρώ μέσω του προγράμματος TLTRO. Ετσι, η αυξανόμενη ρευστότητα σε συνδυασμό με την απομόχλευση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια έχει εκτοξεύσει τους δείκτες ρευστότητας των τραπεζών – είναι χαρακτηριστικό ότι ο δείκτης ρευστότητας (δάνεια προς καταθέσεις) διαμορφώθηκε στο τέλος του α΄ εξαμήνου στο 58,6% για την Εθνική Τράπεζα, στο 64,7% για την Τράπεζα Πειραιώς, στο 75,4% για τη Eurobank και στο 83,3% για την Alpha Bank. Ο προβληματισμός που διατυπώνεται για το κατά πόσον το μέτρο των αρνητικών επιτοκίων θα μπορούσε να εφαρμοστεί έχει να κάνει με την άνοδο του πληθωρισμού αλλά και με το γεγονός ότι κάποια στιγμή –πιθανότατα στα τέλη του 2022– το πρόγραμμα TLTRO θα διακοπεί.
Να σημειωθεί ότι στην Κύπρο αρνητικά επιτόκια εφαρμόζουν όλες οι τράπεζες –μεταξύ των οποίων και οι θυγατρικές των ελληνικών συστημικών τραπεζών που έχουν παρουσία εκεί– προκειμένου να αναχαιτίσουν τις εισροές καταθέσεων, που έχουν οδηγήσει τον δείκτη δανείων προς καταθέσεις κάτω από το 50%. Είναι χαρακτηριστικό ότι το όριο πάνω από το οποίο επιβάλλεται αρνητικό επιτόκιο –περίπου 50 μονάδες βάσης, δηλαδή -0,50%– στις καταθέσεις των επιχειρήσεων στην Κύπρο είναι οι 100.000 ευρώ, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η επιβάρυνση είναι με τη μορφή προμήθειας.
Η «αποστροφή» των τραπεζών για καταθέσεις δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Καταγράφεται στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, πολλές από τις οποίες εφαρμόζουν ήδη αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις. Εκτός από την Κύπρο, αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις των επιχειρήσεων έχουν εφαρμόσει το Βέλγιο, η Δανία, η Ολλανδία, η Αυστρία και η Ιρλανδία, ενώ και στις υπόλοιπες χώρες τα επιτόκια είναι σχεδόν μηδενικά. Η αιτία είναι η αυξημένη ρευστότητα που υπάρχει στην οικονομία λόγω και της επεκτατικής πολιτικής της ΕΚΤ και της δημοσιονομικής χαλάρωσης από την πλευρά των κυβερνήσεων, που έχει εκτινάξει τα επίπεδα της αποταμίευσης στην Ευρωζώνη, τη στιγμή μάλιστα που η ιδιωτική κατανάλωση έχει μειωθεί και η διάθεση για επενδύσεις υπολείπεται του ρυθμού ανόδου των καταθέσεων. Μεγάλες τράπεζες, όπως οι γερμανικές Commerzbank και Deutsche Bank –η οποία έχει επιβάλει αρνητικό επιτόκιο στις καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ από νέους πελάτες–, αντιμετωπίζουν ως πρόβλημα την αύξηση των καταθέσεων των πελατών τους εν μέσω πανδημίας και αναζητούν τρόπους για να στρέψουν το ενδιαφέρον των αποταμιευτών σε άλλες μορφές τοποθετήσεων, όπως π.χ. τα αμοιβαία κεφάλαια.
Πηγή: kathimerini.gr