Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου ανακοίνωσε ότι την Κυριακή 13 Μαρτίου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Κ. Μητσοτάκης θα εορτάσει τη γιορτή της Ορθοδοξίας και θα συναντηθεί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο. Ο πρωθυπουργός προσκλήθηκε σε γεύμα από τον Τούρκο Πρόεδρο, πρόσκληση που αποδέχθηκε.
Οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις. Ο πρωθυπουργός θα προσέλθει στη συνάντηση με θετική διάθεση, χωρίς ψευδαισθήσεις και χωρίς διαφοροποιήσεις από τις γνωστές θέσεις που εδράζονται στο διεθνές δίκαιο, δήλωσε ο κ. Οικονόμου.
Συγκεκριμένα, για τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της Τουρκίας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε τα εξής:
«Στις 13 Μαρτίου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί στην Κωνσταντινούπολη όπου θα εορτάσει την Κυριακή της Ορθοδοξίας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και θα συναντηθεί με την ΑΘΠ τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο. Στην συνέχεια, ο πρωθυπουργός θα έχει γεύμα με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατόπιν προσκλήσεως του.
Ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι είναι πάντοτε ανοιχτός σε συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο, πόσο μάλλον υπό τις νέες συνθήκες που δημιουργεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Επ’ ευκαιρία της μετάβασής του στην Κωνσταντινούπολη ο πρωθυπουργός προσκλήθηκε σε γεύμα από τον πρόεδρο Ερντογάν, πρόσκληση την οποία και αποδέχθηκε.
Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία για τον κόσμο, οι δύο χώρες, παρά τις διαφορές μας, αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις σε μια σειρά από ζητήματα. Προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν στη λογική του να λύσουμε προβλήματα και όχι να προσθέσουμε και άλλα.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αλλάξει δραματικά τα δεδομένα σε ό,τι αφορά την ασφάλεια στην Ευρώπη. Από την άλλη, όμως, έχει ταυτόχρονα διατρανώσει την απερίφραστη καταδίκη της διεθνούς κοινότητας απέναντι σε κάθε μορφή επεκτατισμού και αναθεωρητισμού.
Ο πρωθυπουργός θα προσέλθει στην συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο με θετική διάθεση επικεντρώνοντας στην ουσία και όχι στη ρητορική, χωρίς ψευδαισθήσεις και φυσικά χωρίς διαφοροποιήσεις από τις σταθερές και καθαρά διατυπωμένες θέσεις της Ελλάδος, θέσεις οι οποίες εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο».
Σταθερές και σαφώς διατυπωμένες οι θέσεις μας
«Με την Τουρκία αντιμετωπίζουμε, παρά τις διαφορές μας, κοινές προκλήσεις. Τις προκλήσεις αυτές πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε στην κατεύθυνση να λύνουμε προβλήματα και όχι να προσθέτουμε και άλλα. Προφανώς δεν τρέφουμε αυταπάτες, οι θέσεις μας είναι σταθερές, καθαρά διατυπωμένες και πάντοτε είμαστε της άποψης ότι η συζήτηση βοηθάει και ότι από το διάλογο κάτι καλό μπορεί να βγει και με αυτό το πνεύμα προσέρχεται ο πρωθυπουργός στην συνάντηση με τον κ. Ερντογάν» είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου απαντώντας σε ερώτηση για τις επιδιώξεις της Ελλάδας από τη συνάντηση Μητσοτάκη -Ερντογάν.
«Οι δηλώσεις του κ. Τσελίκ αφορούν χιλιοειπωμένα πράγματα από την πλευρά της ‘Αγκυρας που έχουν απαντηθεί από την ελληνική πλευρά και προφανώς δεν μπορεί να αποτελέσουν βάση και ατζέντα συζήτησης» πρόσθεσε.
Επίσης ανέφερε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πολλές φορές πει ότι είναι πάντοτε ανοιχτός σε συνάντηση με τον Τούρκο Πρόεδρο, πολλώ δε μάλλον, όπως χαρακτηριστικά σημείωσε, υπό τις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνει για την Ευρώπη αλλά και την περιοχή μας η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. «Με την ευκαιρία της παρουσίας του πρωθυπουργού στην Κωνσταντινούπολη ο Τούρκος Πρόεδρος του απηύθυνε πρόσκληση για γεύμα την οποία ο πρωθυπουργός απεδέχθη» είπε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση επανέλαβε ότι η άποψη της ελληνικής πλευράς για την διαφορά με την Τουρκία είναι η γνωστή και αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και πρόσθεσε «πέραν από τη διαφορά αυτή που έχουμε και τις διαφορετικές απόψεις σε μια σειρά από ζητήματα αντιμετωπίζουμε και κοινές προκλήσεις σε μια σειρά από πολύ σοβαρά ζητήματα, υπάρχει και η θετική ατζέντα που κατά καιρούς κουβεντιάζουν εκπρόσωποι των δύο χωρών. Η πρόθεση και η άποψη της κυβέρνησης είναι οι κοινές προκλήσεις να αντιμετωπιστούν προς την κατεύθυνση επίλυσης ζητημάτων και όχι ανάδειξης επιπρόσθετων προβλημάτων».