Ο απερχόμενος Επίτροπος Οικονομικών, Πιέρ Μοσκοβισί, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Αντιπροσωπείας στην Αθήνα, κατά την τελευταία επίσκεψη που πραγματοποιεί με την ιδιότητα του Ευρωπαίου Επιτρόπου, εξέφρασε την πεποίθηση ότι το δημοσιονομικό κενό στον προϋπολογισμό του 2020 θα καλυφθεί και ότι η 4η μεταμνημονιακή αξιολόγηση θα είναι θετική και θα ανοίξει το δρόμο για την εκταμίευση των SMP-ANFA (από τα κέρδη των ευρωπαϊκών τραπεζών). Επίσης, τόνισε ότι εξετάζεται θετικά η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης να διατεθούν τα κεφάλαια αυτά για επενδύσεις.
Ως προς τα πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5%, είπε ότι για το 2020 η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να τα τηρήσει και είναι θέμα αξιοπιστίας να κρατήσει τον λόγο της, αλλά για το μέλλον μαζί με την Επιτροπή θα δουλέψουμε για τη σταδιακή μείωσή τους, καθώς η διατήρηση τόσο υψηλών πλεονασμάτων «πνίγει την ανάπτυξη».
«Όλα όσα ακούω και διαβάζω στον Τύπο», είπε ερωτηθείς για το ύψος του δημοσιονομικού κενού και πώς θα κλείσει στον προϋπολογισμό, «είναι άνευ αξίας γιατί είναι ένας αριθμός που αλλάζει κάθε μέρα, για αυτό δεν θα δώσω κάποιον αριθμό, αλλά δουλεύουμε μαζί με τις ελληνικές αρχές για να μειώσουμε το κενό». Ως προς το πώς θα κλείσει το κενό απάντησε ότι «δεν είμαι αυτός που θα πει στην κυβέρνηση τι θα κάνει, γιατί η Ελλάδα δεν είναι σε πρόγραμμα. Ασφαλώς έχουμε κοινούς κανόνες, κοινή Ένωση, κοινή Ευρωζώνη, κοινούς στόχους για σταθερότητα και ανάπτυξη και αυτοί πρέπει να τηρηθούν, ωστόσο η χώρα έχει την ελευθερία των μέσων να τους επιτύχει, άρα δεν θα πω εγώ σε μια κυρίαρχη χώρα πώς θα ενεργήσει. Είμαι πεπεισμένος ότι θα βρεθεί λύση».
Για το πλεόνασμα του 3,5% για το 2020 είπε ότι υπάρχει καθαρή δέσμευση της κυβέρνησης ότι θα σεβαστεί τους στόχους του 2020, που σημαίνει ότι το πλεόνασμα αυτό θα τηρηθεί, κάτι που θα ενισχύσει την αξιοπιστία της χώρας.
Στο ερώτημα αν η Κομισιόν θα στηρίξει μετά το 2020 τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων απάντησε ότι «η Επιτροπή και εγώ δεν πιστέψαμε ποτέ ότι θα ζητήσουμε από χώρα πλεόνασμα 3,5% για πάντα. Είναι ανόητο γιατί είναι στον λάθος δρόμο που πνίγει την ανάπτυξη γι αυτό πρέπει να δουλέψουμε μαζί για να βγούμε απ αυτή τη στενωπό και να μειώσουμε αυτή την προαπαιτούμενη προσπάθεια».
«Δεν θα πάμε βέβαια στο μηδέν», συμπλήρωσε, «στον παλιό καιρό των χαλαρών δημοσιονομικών. Αλλά πρέπει να πάμε σταδιακά σε πιο λογικά πλεονάσματα και ο καλύτερος τρόπος να πάμε, είναι να είμαστε αξιόπιστοι για το 2020 για να αποδείξουμε ότι η χώρα θέλει να σεβαστεί το λόγο της. Και ο δεύτερος τρόπος είναι να μοχλεύσουμε την ανάπτυξη της χώρας».
Αν όλα πάνε καλά και εκταμιευτούν τα ANFA, είπε ο Επίτροπος, η Επιτροπή είναι έτοιμη να δουλέψει με την πρόταση των ελληνικών αρχών να χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα για επενδύσεις, αλλά προηγείται η έγκριση του προϋπολογισμού και η θετική αξιολόγηση και στη συνέχεια, επίσης είναι θέμα του Eurogroup, αλλά και θέμα του διαδόχου του, Πάολο Τζεντιλόνι.
Συνοψίζοντας είπε ότι «αξιοπιστία και αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις είναι ο καλύτερος δρόμος μεσοπρόθεσμα για να μειώσουμε την αναγκαία προσπάθεια. Και αυτό είναι το μήνυμά μου».
Ο κ. Μοσκοβισί τόνισε τη στενή συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης με τις ευρωπαϊκές αρχές καθώς και τη σταθερή προσήλωσή της στις μεταρρυθμίσεις, που αυξάνει την εμπιστοσύνη των αγορών και γίνεται πόλος έλξης των επενδυτών.
«Οι ελληνικές αρχές πήραν ένα μέτρο-κλειδί προς τη σωστή κατεύθυνση, υποστηρίζουν την ανάπτυξη, τις μεταρρυθμίσεις και τον εκσυγχρονισμό του κράτους με στόχο να γίνουν πιο ελκυστικές οι επενδύσεις γιατί η χώρα τις έχει ανάγκη για να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας», είπε χαρακτηριστικά.
Στις συναντήσεις που θα έχει σήμερα με τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα θα συζητήσει, όπως τόνισε, «τις προτεραιότητες των επομένων ημερών που αφορούν τον προϋπολογισμό του 2020», ενώ «υπάρχει ήδη συζήτηση μεταξύ των ομάδων της Επιτροπής και της Ελλάδας».
«Έχω εμπιστοσύνη ότι θα απαλειφθεί το δημοσιονομικό κενό που υπάρχει σήμερα», τόνισε εξάλλου.
Η δεύτερη προτεραιότητα, που θα τεθεί στο τραπέζι με τους συνομιλητές του, «είναι η προετοιμασία της 4ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης που θα δημοσιευτεί τον Νοέμβριο», είπε, υπογραμμίζοντας ότι «οι Ευρωπαίοι είναι ικανοποιημένοι με τη στενή συνεργασία της κυβέρνησης γιατί υπάρχει μια αμοιβαία κατανόηση των στόχων».
«Μια θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης», υπογράμμισε, «είναι σημαντική για την άνοδο της εμπιστοσύνης αλλά και για την εκταμίευση των κερδών που αποκαλούνται SMP-ANFA».
Ερωτηθείς αν η Κομισιόν συμμερίζεται την άποψη του ΔΝΤ ότι η επονομαζόμενη 13η σύνταξη αποτελεί πρόβλημα, περιορίστηκε να πει ότι οι δύο θεσμοί έχουν δείξει διαφορετικές ευαισθησίες και ότι η Κομισιόν ήταν μάλλον στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Για τη δυνατότητα να χαλαρώσει η δημοσιονομική προσπάθεια με τη βοήθεια του ειδικού λογαριασμού όπως είχε αναφερθεί από τον τ. πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, εξέφρασε την εκτίμησή του για τον τ. πρωθυπουργό «που ενήργησε για να τελειώσουν τα μνημόνια και έχει τον σεβασμό μου» για να προσθέσει ότι «ούτε εκείνος είναι πια πρωθυπουργός ούτε εγώ θα είμαι Επίτροπος αλλά είναι θέμα του διαδόχου μου».
Σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ για το αν είναι ικανοποιητική η αλληλεγγύη που επιδεικνύει η Ευρώπη στο μεταναστευτικό, εν μέσω κινητοποίησης των ελληνικών αρχών σε μια δύσκολη στιγμή, για την ανάσχεση του μεταναστευτικού-προσφυγικού κύματος προς την Ελλάδα, διαβεβαίωσε ότι «αυτή τη στιγμή, όπως κάθε στιγμή, η Κομισιόν θα υποστηρίξει τη θέση της Ελλάδας για να τηρηθεί η αλληλεγγύη», γιατί «οι χώρες που είναι στην πρώτη γραμμή δεν πρέπει να νιώθουν μόνες, δεν είναι ένα θέμα που αφορά μια χώρα αλλά μας αφορά όλους και αυτός είναι ο ορισμός της Ευρώπης: όταν μια χώρα πλήττεται οι άλλες πρέπει να σταθούν αλληλέγγυες».
Εξέφρασε τη συγκίνησή του καθώς ολοκληρώνει τη θητεία του αφήνοντας «την Ελλάδα στην καλή πλευρά της ιστορίας, να μπαίνει στη φάση της κανονικότητας και της αισιοδοξίας». Δεν είναι πια κάτω από πρόγραμμα, υπογράμμισε, «είναι μια χώρα πλήρως κυρίαρχη, ικανή να παίρνει μόνη της αποφάσεις της αλλά μπορεί πάντα να υπολογίζει στην αλληλεγγύη της Ευρώπης. Η Ελλάδα μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στο μέλλον και να αναπτύξει τις τεράστιες δυνατότητές της».