Παρακολούθησα την περασμένη Παρασκευή (19/2) όλες τις διαδικτυακές ομιλίες των ηγετών του Δυτικού λεγάμενου κόσμου στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου (Munich Security Conference – MSC) – Τζο Μπάιντεν/ ΗΠΑ, Ανγκ. Μέρκελ/ Γερμανία, Εμ. Μακρόν/ Γαλλία, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν/ Ευρωπαϊκή Επιτροπή ΕΕ, Σ. Μισέλ/ Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ΕΕ, Μπ. Τζόνσον/ ΗΒ.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις για τα μεγάλα πλανητικά προβλήματα, συγκρούσεις πραγματικές ή δυνητικές, τα σημεία πιθανής ανάφλεξης κ.λπ. Μου έκανε εντύπωση αν και όχι έκπληξη ότι σε απολύτως καμιά από τις ομιλίες αυτές δεν έγινε αναφορά στην Ανατολική Μεσόγειο ή την Τουρκία βέβαια. Το θέμα της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, αν και ένα ζήτημα παγκοσμίου και οπωσδήποτε ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, μάλλον δεν φαίνεται να αξιολογείται και στις κορυφαίες προτεραιότητες των δυτικών ηγεσιών ούτε καν των ευρωπαϊκών. Απλά εδώ, στην Ελλάδα, έχει καλλιεργηθεί τελευταία ένα στερεότυπο για τη σημασία και προτεραιότητα των ζητημάτων της Ανατολικής Μεσογείου για τους Δυτικούς decision-makers.
Ενα όμως από τα πολλά στερεότυπα. Μια έρευνα κοινής γνώμης σε Τουρκία και Ελλάδα, που έγινε από το Πανεπιστήμιο Yasar της Σμύρνης, για της ελληνοτουρκικές σχέσεις, εκθέτει με τα ευρήματά της ορισμένα άλλα στερεότυπα. Συνοψίζω πέντε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (περίληψη της έρευνας δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 20-21/2). Οπως πάντα, ορισμένα είναι κάπως αντιφατικά:
ΠΡΩΤΟΝ, σε υψηλό ποσοστό οι δύο λαοί εμφανίζονται να συμφωνούν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα μεταξύ των λαών και ότι τα προβλήματα στις σχέσεις τα δημιουργούν οι πολιτικοί (82% των Ελλήνων και 81% των Τούρκων ερωτηθέντων).
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, παρά ταύτα, ένα σχετικά υψηλό ποσοστό Ελλήνων (59%) και λιγότερο υψηλό Τούρκων (26%) πιστεύουν ότι Ελλάδα και Τουρκία δεν είναι φιλικές χώρες. Μπορούν ωστόσο να γίνουν φιλικές χώρες. Εμφανίζεται να το πιστεύει ένα 43% των Ελλήνων και ένα 51% των Τούρκων. Γενικά οι Τούρκοι εμφανίζονται σε μεγαλύτερο ποσοστό να προσλαμβάνουν την ελληνική κοινωνία ως φιλική σε σχέση με τους Ελληνες ως προς την τουρκική κοινωνία. Ωστόσο τα ευρήματα αυτά διαλύουν κάποια επαναλαμβανόμενα στερεότυπα για τη δήθεν απροθυμία της κοινής γνώμης να δεχθεί ελληνοτουρκική προσέγγιση και φιλία.
ΤΡΙΤΟΝ, και τούτο έρχεται ως κάποια αντίφαση, Ελληνες και Τούρκοι δεν πιστεύουν ότι οι δύο χώρες μπορεί να είναι σύμμαχοι (74% των Τούρκων, 70% των Ελλήνων) αν και βεβαίως θεσμικά είναι στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
ΤΕΤΑΡΤΟΝ, η έρευνα τείνει να επιβεβαιώσει ότι η κάθε πλευρά πιστεύει ότι σε περίπτωση σύγκρουσης οι άλλες χώρες (Δύση, κ,λπ.) θα υποστηρίξουν την άλλη χώρα (το πιστεύει το 89% των Τούρκων και το 42% των Ελλήνων). Γενικά η Τουρκία τείνει να πιστεύει ότι η Δύση συνωμοτεί εναντίον της και υπέρ της Ελλάδας.
ΠΕΜΠΤΟΝ, και οι δύο λαοί εμφανίζονται να δέχονται ότι μέσα στις κοινωνίες τους υπάρχουν ομάδες φανατικών που δεν θα ήθελαν με τίποτα μια προσέγγιση μεταξύ των δύο χωρών και κάνουν οτιδήποτε για να την υπονομεύσουν φυσικά. Το πιστεύει το 76% των Ελλήνων και το 67% των Τούρκων.
Τα ευρήματα αυτά και πολλά άλλα είναι ιδιαίτερα χρήσιμα καθώς δείχνουν τις δυνατότητες, συγκλίσεις, αλλά και τα χάσματα εμπιστοσύνης και στερεότυπα που υπάρχουν και που πρέπει και μπορούν να καλυφθούν.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστήμιου Αθηνών, πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της σύμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις θεμέλιο κυκλοφορεί το Βιβλίο του «Επιτεύγματα και στρατηγικά λάθη της εξωτερικής πολιτικής της Μεταπολίτευσης».
Από Τα Νέα