Την κρισιμότητα της Διάσκεψης του Βερολίνου επισημαίνει ο γενικός γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ Σταύρος Καλαφάτης, σε άρθρο που ανάρτησε σήμερα στην προσωπική του σελίδα στο Facebook. «Η Ελλάδα ζήτησε να μετάσχει στη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη, καθώς έχει νόμιμα ζωτικά συμφέροντα στην περιοχή και οφείλει να τα υπερασπιστεί. Κυρίως, μάλιστα, διότι μια από τις αντιμαχόμενες πλευρές –η προσωρινή κυβέρνηση της Τρίπολης- κινείται παράνομα εναντίον της. Είναι, άλλωστε, αυταπόδεικτο ότι με την παρανοϊκή συμφωνία που υπέγραψε με την Τουρκία συμπράττει στην απόπειρα πλήρους εξαφάνισης από το χάρτη των νοτιοδυτικών νησιών της Ελλάδας, ακόμη και της Κρήτης. Ότι με την απόφασή της αυτή, παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Ότι ταυτόχρονα ενεργεί παράνομα καθώς δεν έχει ούτε καν κύρωση της απόφασής της από το Λιβυκό Κοινοβούλιο» σημειώνει στο άρθρο του ο κ. Καλαφάτης.
Περαιτέρω αναφέρει πως «αντί απάντησης στο ελληνικό αίτημα, υποστηρίχθηκε ότι η διάσκεψη δεν θα ασχοληθεί με τις θαλάσσιες ζώνες και ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει καμιά ανησυχία» και προσθέτει: «Η παράκαμψη, ωστόσο, του ζητήματος και ειδικότερα η προσπέλαση των παράνομων πράξεων της προσωρινής λιβυκής κυβέρνησης μπορεί να συνιστά ένα δεύτερο λάθος μείζον του πρώτου. Διότι σε μια διεθνή διάσκεψη δεν μπορεί να αγνοηθούν οι διεθνείς παρανομίες του ενός από τα αντιμαχόμενα μέρη -πολύ περισσότερο όταν υπονομεύουν την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή- και δεν μπορεί να μεταφερθεί στην όποια λύση για τη Λιβύη σαν κληρονομιά του παρελθόντος μια πράξη που παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο, αντίκειται στις αποφάσεις της Ε.Ε. και πλήττει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα».
Μπροστά στα δεδομένα αυτά, τονίζει ο γραμματέας της ΚΟ της ΝΔ, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε προς την οικοδέσποινα της Διάσκεψης Άγκελα Μέρκελ, τη δυσαρέσκειά του και έθεσε ενώπιον των ευθυνών τους –με σχετικές επιστολές του- τα κράτη της ΕΕ που μετέχουν στη διάσκεψη, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και συμπληρώνει: «Υπενθυμίζει τα συμπεράσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που χαρακτηρίζουν τα μνημόνια Τουρκίας-Σάρατζ άκυρα και τονίζει ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ που συμμετέχουν στη Διάσκεψη του Βερολίνου, οφείλουν να λειτουργήσουν ως θεματοφύλακες της απόφασης αυτής. Έσπευσε, μάλιστα να καταστήσει δημόσια σαφή την απόφαση της Ελλάδας να μην δεχθεί καμία απόφαση για τη Λιβύη η οποία δεν θα έχει ως προϋπόθεση την ακύρωση του τουρκο-λιβυκού μνημονίου. Κι αυτό σε μια προσπάθεια να λειτουργούμε ως Προμηθείς και όχι σαν Επιμηθείς. Όχι δηλαδή για να προετοιμάσουμε το έδαφος ενός βέτο σε μια λάθος απόφαση, αλλά για να αποτρέψουμε το λάθος, που μπορεί να γίνει από όσους εύκολα μπορεί να ξεχνούν τις αποφάσεις που από κοινού λαμβάνονται στην ΕΕ».
Καταληκτικά υπογραμμίζει πως έχουν υποχρέωση τόσο η Γερμανία που ανέλαβε τη διοργάνωση όσο και τα κράτη-μέλη της Ένωσης που μετέχουν στη Διάσκεψη του Βερολίνου, να εκφράσουν, αλλά και να επιβάλουν την κοινή ευρωπαϊκή θέση.
«Οφείλουν, αναζητώντας μια λύση για τη ειρήνευση στη Λιβύη, να απαλλάξουν την όποια διάδοχη κατάσταση από το νομικό τερατούργημα που επέβαλε στη σημερινή προσωρινή κυβέρνηση της Λιβύης η Τουρκία. Αυτό, άλλωστε, είναι και το αίτημα τόσο του στρατάρχη Χάφταρ όσο και του λιβυκού κοινοβουλίου, που με θάρρος και παρρησία αναγνωρίζουν το δίκιο της Ελλάδας» αναφέρει και τονίζει: «Δεσμεύονται μάλιστα ότι μια νέα κυβέρνηση με δική τους συμμετοχή, όχι μόνο θα ακυρώσει το μνημόνιο με την Τουρκία, αλλά θα προχωρήσει και στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την Ελλάδα, ξεκινώντας τις διαβουλεύσεις από εκεί που είχαν φτάσει το 2009».