Οι θηριωδίες και η σφαγή αμάχων που παρακολουθούμε να πολλαπλασιάζονται στην Ουκρανία δεν αφήνει ασυγκίνητο κανέναν πολιτικό στον δημοκρατικό κόσμο, σε όποια παράταξη και αν ανήκει.
Στην Ευρώπη, οι ακραίοι της αριστεράς και της δεξιάς που με κάποιον αταβιστικό τρόπο παρέμειναν προσκολλημένοι στη Μόσχα μετά την διάλυση της σοβιετικής αυτοκρατορίας αισθάνονται αυτόν τον καιρό εξαιρετικά πιεσμένοι και νιώθουν ότι πολιτικά πρέπει με κάποιον τρόπο να αποστασιοποιηθούν, προκειμένου να μην χάσουν την πολιτική τους πελατεία.
Φωτογραφίες των ηγετών τους από συναντήσεις τους με τον Πούτιν εξαφανίζονται και στελέχη τους διαχωρίζουν τη θέση τους με δηλώσεις του τύπου «ως εδώ».
Όχι στην Ελλάδα. Εδώ έχουμε τους πουτινιστές και τους κρυπτοπουτινιστές. Δηλαδή τον Καμμένο και τον Τσίπρα – τους παλαιούς συμμάχους, το «ζευγάρι που δεν χωρίζει ποτέ», όπως συνήθιζε να λέει ο άνθρωπος που βρέθηκε για χρόνια στο αξίωμα του υπουργού Άμυνας της χώρας.
Την ώρα που η σφαγή της Μπούκα, αλλά και οι συνεχείς βομβαρδισμοί, οι καταστροφές και οι αποκαλύψεις για ομαδικούς τάφους μας συγκλονίζουν, ο Καμμένος φωτογραφίζεται με καπέλα από την… ένδοξη σοβιετική εποχή και συνιστά… ειρήνη υμίν.
Ο Τσίπρας ακολουθεί διαφορετική τακτική. Βρίσκεται στο (ακόμη χειρότερο) «ναι μεν αλλά». Παραδέχεται ότι πρόκειται για εισβολή, καταδικάζει και προτείνει δήθεν ιδανικές λύσεις, πλην όμως αναζητά δήθεν «αίτια». Προχωρά δηλαδή σε ένα είδος ιστορικού συμψηφισμού, πρακτική που στην πράξη αθωώνει τους θύτες.
Αυτό προκύπτει και από την χθεσινή ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ για την Μπούκα. Ξεκινά μιλώντας για «ρωσικές θηριωδίες που προκαλούν αποτροπιασμό και πρέπει άμεσα να διερευνηθούν», αλλά καταλήγει με την φράση ότι πρέπει να λογοδοτήσει στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο «όποιος διέπραξε εγκλήματα πολέμου».
Ουσιαστικά με την δεύτερη παράγραφο αναίρεσαν την πρώτη, με την μαγική λέξη «όποιος».
Το ίδιο έπραξε και ο κ. Τσίπρας στις 20 Μαρτίου, στη συνέντευξή του στο «Βήμα», όταν είπε ότι «θα ήταν λάθος να μη μιλάμε πώς φτάσαμε ως εδώ, παραδείγματος χάριν ότι ο Πούτιν εκμεταλλεύεται το προηγούμενο των επεμβάσεων της Δύσης, που παραβίαζαν το διεθνές δίκαιο, για να δικαιολογήσει την δική του εισβολή». Είπε επίσης ότι ναι, να σταθούμε απέναντι στη Ρωσία αλλά «χωρίς να υιοθετούμε λογικές αντιρωσικής υστερίας και νεομακαρθισμού».
Χρησιμοποιεί ο κ. Τσίπρας και άλλα «επιχειρήματα». Ότι τάχα «δεν απαγορεύτηκε ο Μπετόβεν όταν ο ναζισμός προκαλούσε την μεγαλύτερη σφαγή της Ιστορίας». Και καταλήγει, βέβαια, πως «η αποστολή πολεμικού υλικού ήταν μεγάλη απερισκεψία στα όρια της εθνικής επιπολαιότητας».
Πολύ ρηχά και ύποπτα επιχειρήματα.
Κατ’ αρχάς δεν θυμάμαι να άκουγαν Μπετόβεν και Βάγκνερ στον ΕΛΑΣ – αλλά και πουθενά στην Ευρώπη που αντιστεκόταν στον ναζισμό.
Όλοι οι πόλεμοι της Ρωσίας
Κατά δεύτερον, διότι οποιοσδήποτε σοβαρός πολιτικός δεν επιτρέπεται να καταφεύγει σε τέτοιου είδους νομιμοποιητικά επιχειρήματα που παραπέμπουν σε παραδείγματα από τις επεμβάσεις της Δύσης. Η Μόσχα, είτε με το παλαιό είτε με το νέο προσωπείο της, έχει το δικό της πολύ σκοτεινό παρελθόν επεμβάσεων.
Ουδέποτε υπήρξαν μεγαλύτεροι ιμπεριαλιστές από τους κομμουνιστές – κι’ ας παριστάνει τώρα το ΚΚΕ πως απλά η Ρωσία έγινε ιμπεριαλιστική μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Το 1917, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου μετά την επανάσταση των μπολσεβίκων, ο Κόκκινος Στρατός επενέβη σε Ουκρανία, Λευκορωσία, Νότιο Καύκασο, Κεντρική Ασία, Τούβα, Μογγολία.
Εκείνη την εποχή η Ουκρανία αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία της και η Μόσχα πολεμούσε για να καταστείλει τις εξεγέρσεις των Ουκρανών – επομένως μάλλον κάτι κάνει πως ξεχνά ο κ. Καμμένος μιλώντας περί ειρηνικής συμβίωσης των δύο λαών.
Απλά, το 1921, οι Σοβιετικοί επέβαλαν την εξουσία τους στην Ουκρανία – με τις γνωστές σταλινικές μεθόδους που οι σημερινοί ακραίοι νοσταλγούν.
Από το 1917 ως το 1920 οι Σοβιετικοί πολεμούσαν στο Καζακστάν, το οποίο κατόρθωσαν τελικά να ενσωματώσουν στην ΕΣΣΔ.
Το 1918 οι κομμουνιστές επενέβησαν στην Φινλανδία, αλλά δεν κατάφεραν να την ενσωματώσουν. Πλην όμως, η χώρα υποχρεώθηκε σε μια ιδιότυπη «ουδετερότητα», που μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εξελίχθηκε στην γνωστή «φινλανδοποίηση».
Από το 1918 ως το 1920 οι Σοβιετικοί προσπαθούσαν να καταλάβουν τις βαλτικές δημοκρατίες Λετονία, Λιθουανία και Εσθονία – κάτι που πέτυχαν τελικά κατά τον Β΄ ΠΠ.
Από το 1918 ως το 1920 οι Σοβιετικοί παρενέβησαν στην σύγκρουση Γεωργίας και Οσετίας και από το 1919 ως το 1921 πολεμούσαν για την κατάληψη της Πολωνίας.
Από το 1919 ως το 1923 βρέθηκαν στο πλευρό της Τουρκίας και απέναντι στην Ελλάδα, βοηθώντας τον Κεμάλ Ατατούρκ να ολοκληρώσει την γενοκτονία εις βάρος των Ελλήνων του Πόντου – αλλά ούτε αυτό ενδιαφέρει τους εγχώριους ρωσόφιλους.
Το 1920 επενέβησαν στο Αζερμπαϊτζάν το οποίο και προσάρτησαν.
Την ίδια χρονιά ο σοβιετικός στρατός επενέβη στην Αρμενία, η οποία επίσης έγινε μια από τις σοβιετικές δημοκρατίες.
Το 1921 έπραξαν το ίδιο στην Γεωργία και στη Μογγολία.
Το 1921 και το 1922 πολεμούσαν στην Καρελία, περιοχή μεγάλης ιστορικής σημασίας για την Φινλανδία, καταστέλλοντας την εκεί εξέγερση και καθυποτάσσοντάς τη.
Το 1924 κατέστειλαν την εξέγερση στην Γεωργία.
Το 1925 και το 1926 πολεμούσαν με το εμιράτο του Αφγανιστάν για τον έλεγχο του νησιού Ουρταταγκάι.
Το 1929 οι Σοβιετικοί επενέβησαν στο Αφγανιστάν. Και επανήλθαν το 1930.
Το 1932 επενέβησαν στην Τσετσενία και κατέστειλαν την εκεί εξέγερση.
Το 1937 επενέβησαν στο Ξινγιάνγκ, στην Κίνα.
Το 1939 μπήκαν μαζί με το γερμανικό Γ΄ Ράιχ στην Πολωνία και έλαβαν μέρος στον διαμελισμό της – όπως είχαν άλλες τρεις φορές πράξει τον 18ο αιώνα.
Την ίδια περίοδο κατέλαβαν νησιά του Κόλπου της Φινλανδίας.
Το 1940 κατέλαβαν τις βαλτικές δημοκρατίες, την Βεσσαραβία και την Βόρεια Βουκοβίνα. Οι δύο τελευταίας αποτέλεσαν την σοβιετική δημοκρατία της Μολδαβίας.
Από το 1944 ως το 1956 ο Κόκκινος Στρατός δεν σταματούσε να επεμβαίνει και να καταστέλλει τις εξεγέρσεις στις βαλτικές δημοκρατίες.
Από το 1944 ως το 1953 έπραττε το ίδιο στην Ουκρανία – τόσο… ειρηνικά ζούσαν οι δύο λαοί, κ. Καμμένε!
Την ίδια περίοδο τα ίδια έκαναν και στην Πολωνία κατά της αντικομμουνιστικής αντίστασης.
Το 1945, στον πόλεμο με την Ιαπωνία, κατάφεραν να προσαρτήσουν τις νήσους Κουρίλες και να ενσωματώσουν το Καραφούτο στη Σαχαλίνη.
Από το 1946 ως το 1954 έλαβαν μέρος στον πρώτο Πόλεμο της Ινδοκίνας, στο πλευρό των Βιετμίνχ.
Από το 1950 ως το 1953 πολεμούσαν στην Κορέα στο πλευρό της Κίνας – επομένως έχουν και οι Σοβιετικοί το δικό τους «προηγούμενο» στην περιοχή.
Από το 1955 ως το 1975 οι Σοβιετικοί έλαβαν μέρος στον πόλεμο του Βιετνάμ στο πλευρό των Βιετκόνγκ και των αιμοσταγών Κόκκινων Χμερ – επομένως και οι Σοβιετικοί έδωσαν το παρών στο Βιετνάμ, κ. Τσίπρα! Εκτός κι’ αν ο δικός τους πόλεμος ήταν… «δίκαιος»…
Το 1953 κατέστειλαν την εξέγερση στην Ανατολική Γερμανία.
Το 1956 έπραξαν το ίδιο στην Ουγγαρία.
Το 1968 μπήκαν με τα τανκς στην Τσεχοσλοβακία.
Ο Μάο τους κατηγόρησε για σοσιαλιμπεριαλισμό
Το 1969 σημειώθηκαν τα μεγαλύτερα συνοριακά επεισόδια με την Κίνα, με τους Σοβιετικούς να διεκδικούν κάποιες νησίδες, μεταξύ των οποίων το νησί Ζενμπάο. Ο ίδιος ο Μάο Τσε Τουνγκ είχε τότε κατηγορήσει την Σοβιετική Ένωση για αναθεωρητισμό, υποστηρίζοντας ότι έχει καταλάβει και κατέχει με την βία εδάφη άλλων κρατών. Μέχρι το 1991, οπότε οι σχέσεις των δύο χωρών εξομαλύνθηκαν, το Πεκίνο αποκαλούσε τους Σοβιετικούς «σοσιαλιμπεριαλιστές χειρότερους από τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές».
Το 1969 και το 1970 έλαβαν μέρος στον πόλεμο κατά του Ισραήλ, στο πλευρό της Αιγύπτου.
Από το 1974 ως το 1990 πολεμούσαν στην Ερυθραία.
Από το 1975 ως το 1991 πολεμούσαν στην Αγκόλα.
Το 1977 και το 1978 έδωσαν το παρών στον πόλεμο Αιθιοπίας και Σομαλίας, στο πλευρό της Αιθιοπίας.
Από το 1979 ως το 1989, οι Σοβιετικοί πολεμούσαν στο Αφγανιστάν.
Από το 1991 ως το 1993 στο στόχαστρο της Ρωσίας βρέθηκε πάλι η Γεωργία, λαμβάνοντας μέρος στον εκεί εμφύλιο πόλεμο και στους πολέμους στην Αμπχαζία και στην Οσετία.
Το 1992 οι Ρώσοι επενέβησαν στην Μολδαβία και επέβαλαν την «ανεξαρτησία» της Υπερδνειστερίας.
Από το 1992 ως το 1997 έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις στο Τατζικιστάν.
Από το 1994 ως το 1996 έλαβαν μέρος στον πρώτο Πόλεμο της Τσετσενίας.
Το 1999 στον δεύτερο Πόλεμο της Τσετσενίας, στο πλευρό του Νταγκεστάν.
Από το 1999 ως το 2009 συνέχισαν να πολεμούν στην Τσετσενία, εξασφαλίζοντας τον έλεγχό της – τους βλέπουμε σήμερα τους Τσετσένους στην Ουκρανία.
Το 2008 επενέβησαν και πάλι στην Γεωργία και με έναν κεραυνοβόλο πόλεμο κατέλαβαν την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία.
Από το 2009 ως το 2017 πολεμούσαν στον Βόρειο Καύκασο κατά των Ισλαμιστών – επομένως και σε πολέμους κατά της τρομοκρατίας έχουν λάβει μέρος.
Το 2014 εισέβαλαν στην Ουκρανία και προσάρτησαν την Κριμαία, αφού προηγουμένως είχαν αναγνωρίζει τις αυτοανακηρυχθείσες «λαϊκές δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ.
Από το 2015 μέχρι σήμερα παίρνουν μέρος στον πόλεμο της Συρίας, στο πλευρό του Άσαντ, του Ιράν και της Χεζμπολάχ, ενώ λαμβάνουν μέρος σε επιχειρήσεις με την Τουρκία.
Από το 2018 μέχρι σήμερα πολεμούν στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία.
Σε όλα αυτά προσθέστε τους χρηματοδοτούμενους από την Μόσχα μισθοφόρους του ρωσικού ομίλου Βάγκνερ, που βρίσκονται παντού, με πρώτη και καλύτερη την Λιβύη.
Προσθέστε επίσης και τους πολέμους των Ρως και των Τσάρων από τον 10ο αιώνα, κατά των Βυζαντινών, των Πετσενέγκων, των Χαζάρων, του Δουκάτου της Πολωνίας, των Βουλγάρων του Βόλγα, των Μογγόλων, του Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας, της Σουηδίας, του Καζάν, του Αστραχάν, των Τατάρων, της Κριμαίας, της Σιβηρίας, της Κίνας, των Κοζάκων, του Καργαστάν και των φυλών της Κιργισίας, της Περσίας, της Ουκρανίας, της Αγγλίας για τις θάλασσες της Βαλτικής και του Μπάρεντς, του Καυκάσου, της Κεντρικής Ασίας, της Ουγγαρίας, των αγροτών της Εσθονίας και και…
Δεν τα γνωρίζουν όλα αυτά ο Τσίπρας, ο Καμμένος, ο Κουτσούμπας, ο Βελόπουλος;
Αν δεν τα γνωρίζουν, πρέπει να βγουν και να το πουν, ώστε να τους καταλογίσουμε απλή άγνοια.
Όλοι μαζί σε κρίση συλλογικής νοσταλγίας
Τα γνωρίζουν, όμως. Τα γνωρίζουν και τα επικροτούν. Απλά οι ίδιοι και οι οπαδοί τους συμφωνούν, έχουν βρεθεί στο στρατόπεδο της «συλλογικής νοσταλγίας», δοξάζοντας και εξιδανικεύοντας μαζί τους τσάρους, τους κομμουνιστές και την σημερινή Ρωσία, την Μεγάλη Αικατερίνη, τον Ιβάν τον Τρομερό, τον Λένιν, τον Στάλιν και τον Πούτιν, την ορθοδοξία και την κομμουνιστική αθεΐα.
Λογικό είναι, λοιπόν, να ψάχνουν σήμερα για δήθεν «επιχειρήματα» υπέρ της ειρήνης.
Όλοι μαζί κατά των κυρώσεων για την Κριμαία
Τα ίδια έκαναν όταν το 2014 η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία. Εκείνη την χρονιά, στις 21 Μαρτίου, ο κ. Τσίπρας εξέφρασε την… έκπληξή του για τις δηλώσεις Σουλτς περί κινδύνου επαναχάραξης συνόρων στην Ευρώπη. Και κατήγγειλε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει στην Ουκρανία μια κυβέρνηση «με ακροδεξιά και φασιστικά στοιχεία, που παραβιάζει το Σύνταγμα της χώρας της». Ό,τι έλεγαν (και λένε παρά την αλλαγή κυβέρνησης στην Ουκρανία) οι Ρώσοι δηλαδή.
Και χρησιμοποίησε ως επιχείρημα (συμψηφιστικά και τελικά υπέρ της απόσχισης της Κριμαίας) δύο περιπτώσεις, που έχουν καταδικαστεί ως παραδείγματα προς αποφυγήν – τον πόλεμο και τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβία και την εισβολή και κατοχή των Τούρκων στο βόρειο τμήμα της Κύπρου.
Σήμερα, κατηγορεί την Δύση ότι… δεν αξιολόγησε σωστά την περίπτωση της προσάρτησης της Κριμαίας!
Τότε είχαν όλοι μαζί ξεσπαθώσει κατά της συμμετοχής της Ελλάδας στις κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας, καθυβρίζοντας την κυβέρνηση Σαμαρά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καλούσε τον Σαμαρά να διακόψει «εδώ και τώρα» τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Η Χρυσή Αυγή ζητούσε «άμεση εμπορική και οικονομική στροφή προς τη Ρωσία».
Οι ΑΝΕΛ κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι συμπλέει με την «μερκελική εξωτερική πολιτική της ΕΕ».
Και το ΚΚΕ ζητούσε να διαχωρίσει η Ελλάδα τη θέση της από την πολιτική της ΕΕ κατά της Ρωσίας.
Με λίγα λόγια και τότε τα άκρα είχαν συναντηθεί.
Τσίπρας στη Ρωσία και κατά της ΕΕ
Ο Τσίπρας μάλιστα είχε επισκεφθεί την Ρωσία λίγο μετά τα δημοψηφίσματα σε Ντονέτσκ και Λουχάνσκ, τον Μάιο του 2014!
Και τι έκανε; Κατήγγειλε ευθέως την ΕΕ, όχι μόνο τασσόμενος κατά των ευρωπαϊκών κυρώσεων, αλλά και μιλώντας για έλλειμμα δημοκρατίας στην Ευρώπη!
Και το χειρότερο: Έφθασε στο σημείο να συγκρίνει και να συσχετίσει την Ελλάδα με την Ουκρανία!
Όπως είπε, «η ευρωπαϊκή ηγεσία δυστυχώς θέλει κυβερνήσεις και στην Ουκρανία και στην Ελλάδα, υποτελείς. Κυβερνήσεις που να μην εκπροσωπούν το συμφέρον των λαών τους, αλλά τις κοντόφθαλμες επιδιώξεις της ευρωπαϊκής ηγεσίας»!
(Δυστυχώς εδώ πρέπει να θυμίσω ότι τον Απρίλιο του 2014 και τον Μάιο του 2015 την Ρωσία είχε επισκεφθεί και η πρόεδρος του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας Μαρίν Λεπέν, το κόμμα της οποίας είχε μόλις εξασφαλίσει την χορήγηση ενός μεγάλου δανείου από μία ρωσική τράπεζα και η οποία είχε επανειλημμένα εκφράσει σφοδρές επικρίσεις για την πολιτική της Δύσης έναντι της Ρωσίας).
Τέλος, τον Ιούνιο του 2015, οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ, της Χρυσής Αυγής και του ΚΚΕ έδωσαν αρνητική ψήφο στην έκθεση της της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου, για την «κατάσταση των σχέσεων ανάμεσα σε ΕΕ και Ρωσία».
Τα άκρα συνέχιζαν να συμφωνούν…
Και συνεχίζουν – έστω και με διαφορετικό λεκτικό…
*Η Σοφία βούλτεψη είναι Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος