«Η συμφωνία με τη Λιβύη είναι νομικά άκυρη. Είναι σαν να λέει ότι η Ελλάδα και η Κρήτη δεν έχουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Αυτό δεν πρόκειται να το δεχτώ. Και δεν θα το δεχτεί ούτε η Ε.Ε.». Η αποστροφή αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον Ταγίπ Ερντογάν στη συνάντηση της περασμένης Τετάρτης στο Λονδίνο αποτύπωσε ξεκάθαρα την ελληνική θέση. Ταυτόχρονα, όμως, εξέπεμψε το μήνυμα ότι οι επόμενες κινήσεις της Αθήνας στο μπρα ντε φερ με την Τουρκία στοχεύουν στην ακύρωση της συμφωνίας. Αυτή θα επιδιωχθεί μέσω του διπλωματικού μαραθωνίου ενημέρωσης εταίρων και συμμάχων, που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη στο παρασκήνιο. Αμεση προτεραιότητα της κυβέρνησης, όμως, είναι η έγγραφη καταγγελία της συμφωνίας στον ΟΗΕ, προτού η Αγκυρα προχωρήσει σε κινήσεις για νομική κατοχύρωσή της στα Ηνωμένα Εθνη.
Ο πρωθυπουργός έδειξε ήδη προς αυτή την προτεραιότητα με την παρέμβασή του για τα ελληνοτουρκικά στη Βουλή την Παρασκευή, χαρακτηρίζοντας «αγεωγράφητα και ανιστόρητα» τα κείμενα της συμφωνίας, ενώ εκτίμησε ότι δεν θα κυρωθούν, επισημαίνοντας την καταδίκη της συμφωνίας από σειρά κρατών (ανάμεσά τους ΗΠΑ και Ρωσία), που φανερώνει τη διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας. Το ευρωπαϊκό μέτωπο, τη στήριξη του οποίου θα ζητήσει ο κ. Μητσοτάκης στη Σύνοδο Κορυφής της ερχόμενης εβδομάδας, είναι το αυτονόητο βήμα στο οποίο προχωρεί η κυβέρνηση, την ώρα που χτίζει το νομικό της οπλοστάσιο έναντι της Τουρκίας.
Το αμέσως επόμενο βήμα είναι η καταγγελία της συμφωνίας Τουρκίας – Λιβύης στον ΟΗΕ. Σε αυτή θα καταγράφεται η ελληνική θέση περί συμφωνίας που δεν παράγει έννομο αποτέλεσμα, ενώ ένα από τα επιχειρήματα που θα χρησιμοποιηθούν είναι ότι το αντισυμβαλλόμενο μέρος από τη Λιβύη δεν έχει τη νομιμοποίηση συνομολόγησης διεθνών συμφωνιών, καθώς και ότι η συμφωνία παραβιάζει τη διαδικασία συνεννόησης στη Λιβύη. Στόχευση είναι η επιστολή με την ελληνική θέση περί μη αναγνώρισης της συμφωνίας να κατατεθεί στον ΟΗΕ προτού η Τουρκία προχωρήσει σε κινήσεις νομικής κατοχύρωσής της στον ΟΗΕ και καταγραφής της συμφωνίας στον πίνακα οριοθετήσεων των Ηνωμένων Εθνών.
Η νομική διάσταση
Καλά ενημερωμένες πηγές επιμένουν ότι οι κινήσεις δεν πρέπει να γίνουν εν θερμώ, ούτε πρέπει να είναι βιαστικές, αφού ό,τι κατατεθεί τώρα θα είναι νομικά δεσμευτικό και για την όποια συνέχεια, καθώς η εκτίμηση αρμόδιων πηγών είναι ότι το μπρα ντε φερ με την Τουρκία «δεν θα είναι σπριντ, αλλά μαραθώνιος». Αυτό σημαίνει πως ό,τι κατατεθεί από την ελληνική πλευρά, ιδιαίτερα στον ΟΗΕ, είναι απαραίτητο να λαμβάνει υπόψη ότι πρέπει να στέκεται νομικά στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στο μέλλον. Οι κινήσεις που θα γίνουν τώρα θα επηρεάσουν την εξέλιξη στα ελληνοτουρκικά σε βάθος χρόνου και απαιτούν μέγιστη προσοχή, καθώς όσοι γνωρίζουν ξέρουν ότι στο μέλλον τα πράγματα θα κριθούν νομικά.
Ο πρωθυπουργός το γνωρίζει και, όπως έλεγε στενός συνεργάτης του, «έχει αίσθηση της ιστορικής στιγμής». Αυτόπτης μάρτυρας της συνάντησης με τον Ταγίπ Ερντογάν έλεγε, άλλωστε, ότι ο κ. Μητσοτάκης «είπε πολύ σκληρά πράγματα» στον συνομιλητή του για τις παραβιάσεις ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά όχι σε συγκρουσιακό ύφος. Κι ότι δεν άφησε κανένα περιθώριο παρερμηνειών, πολλώ δε μάλλον για τη συμφωνία με τη Λιβύη.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην πρώτη του συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο πριν από τρεις μήνες στη Νέα Υόρκη, όπου, όπως του ανέφερε, «συζητήσαμε τρόπους για τη βελτίωση των σχέσεών μας». «Τι έγινε σε αυτούς τους τρεις μήνες; Η Τουρκία κατέθεσε στον ΟΗΕ γεωγραφικές συντεταγμένες των εξωτερικών ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Υπογράψατε MoU με τη Λιβύη, που αποτελεί ωμή παραβίαση των δικαιωμάτων της Ελλάδας. Στο μεταναστευτικό, τα στοιχεία φανερώνουν ότι υπάρχει αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίνεται η τουρκική ακτοφυλακή. Ολα αυτά μόνο επανεκκίνηση δεν δείχνουν. Αν πράγματι θέλετε να κάνουμε επανεκκίνηση, όπως είχατε πει, να το δείχνουμε εμπράκτως», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές.
Μεγάλο μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στο μεταναστευτικό – προσφυγικό, όπου ο πρωθυπουργός επίσης παρέθεσε τα γεγονότα που αφορούν τόσο τις ροές όσο και το γεγονός ότι η τουρκική ακτοφυλακή δεν συνεργάζεται και ότι, όπως σημείωσε, «απαντά μία στις 20 κλήσεις μας». Διερωτήθηκε μάλιστα αν οι λόγοι για τους οποίους η τουρκική πλευρά δεν εφαρμόζει τη Δήλωση Ε.Ε. – Τουρκίας είναι γεωπολιτικοί ή οικονομικοί. Και μιλώντας για «αγκάθι» στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας – Ε.Ε. τόνισε ότι οι ροές «έχουν αυξηθεί σημαντικά σε σύγκριση με το ’17 και το ’18» , ενώ ζήτησε να εφαρμοστεί πλήρως η συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία και πρόσθεσε ότι πρέπει «να τη στηρίξουμε απολύτως, γιατί είναι αμοιβαία ωφέλιμη. Κι εμείς θα σας στηρίξουμε να πάρετε πρόσθετη οικονομική βοήθεια».
Σύμφωνα με αρμόδια πηγή, ο κ. Ερντογάν επανέλαβε τις δικές του θέσεις. Μάλιστα, σε κάποια στιγμή της συζήτησης, όταν ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι οι δύο πλευρές πρέπει να έχουν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας, φαίνεται ότι ο κ. Ερντογάν υπονόησε –αν και όχι ξεκάθαρα, λέγοντας ότι «όντως πρέπει να μιλήσουμε»– κάτι περί συγκρότησης διμερών επιτροπών, εννοώντας διμερείς συνομιλίες. Ο κ. Μητσοτάκης, πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες, απάντησε ότι οι δύο πλευρές πρέπει να μιλούν, αλλά δεν άνοιξε τα χαρτιά του ως προς το τι θα κάνει η Ελλάδα. Αφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.
Ο πρωθυπουργός έχει ζητήσει από τους εμπλεκομένους να του θέσουν όλες τις εισηγήσεις και τα σενάρια στο τραπέζι: από την πιο ανώδυνη και προβλεπόμενη, όπως η ενημέρωση των Ευρωπαίων εταίρων, μέχρι κινήσεις που θα προκαλούσαν έμπρακτη αντίδραση της Αγκυρας, όπως η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Αίγυπτο και με την Κύπρο.
Αμεση προτεραιότητα, όπως προαναφέρθηκε, έχει το διπλωματικό τερέν του ΟΗΕ, ώστε η συμφωνία με τη Λιβύη να μην κατοχυρωθεί νομικά. Η Αθήνα θα απαντήσει στον ΟΗΕ και στην κατάθεση από την Τουρκία των συντεταγμένων των εξωτερικών ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η απάντηση, όμως, οφείλει να είναι νομικά «δεμένη» και πλήρως τεκμηριωμένη και η Αθήνα δεν βιάζεται γι’ αυτήν προς το παρόν.