Στην υφήλιο λειτουργούν πάνω από 450 πιστοποιημένα δημόσια και ιδιωτικά ινστιτούτα εγκληματολογικών ερευνών (forensics analysis).

Στα καθ’ ημάς, η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας είναι η μόνη αρμόδια Εθνική Εγκληματολογική Υπηρεσία και παρέχει σημαντική υποστήριξη και βοήθεια στο έργο όλων των διωκτικών Αρχών της χώρας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην καταστολή της κάθε είδους εγκληματικότητας.

Η εν λόγω Υπηρεσία είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Εγκληματολογικών Ινστιτούτων (ENFSI) και συγκαταλέγεται στις κορυφαίες εγκληματολογικές Υπηρεσίες της Ευρώπης.

Το επίπεδο του έργου που επιτελεί η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών είναι εφάμιλλο και σε πολλές περιπτώσεις καλύτερο από τις αντίστοιχες Υπηρεσίες της ΕΕ, τόσο σε επίπεδο εξοπλισμού, όσο και σε επίπεδο εξειδικευμένου προσωπικού, που διενεργεί εξαιρετικά αποτελεσματικές εγκληματολογικές εξετάσεις και αναλύσεις.

Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, κατά τα οποία όλες οι μονάδες της ΔΕΕ πιστοποιήθηκαν με ISO 9001 και πολλές από αυτές διαπιστεύθηκαν περαιτέρω με ISO/IEC 17020/2012 και ISO/IEC 17025/2005, η ΔΕΕ κατάφερε όχι μόνο να αποτελεί ένα από τα εξήντα τέσσερα (64) ισότιμα μέλη του ENFSI (Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εγκληματολογικών Υπηρεσιών), του πλέον έγκριτου Οργανισμού Εφαρμοσμένης Εγκληματολογίας, αλλά, μέσω του πρωτοποριακού συστήματος πιστοποίησης κατάφερε επίσης να αποτελεί πρότυπο προς μίμηση για τις άλλες ισότιμες Υπηρεσίες της ΕΕ και όχι μόνο.

Υποθέτουμε λοιπόν, ότι κάποιος προτίθεται να αμφισβητήσει τις επιστημονικές έρευνες και τα πορίσματα της ΔΕΕ στη βάση μιας κάποιας επιχειρούμενης και εξελισσόμενης πολιτικής συγκάλυψης. Κατά την κοινή λογική απευθύνεται σε έναν ισότιμο, αν όχι ανώτερο φορέα, για να κάνει παράλληλη έρευνα – εξέταση των πειστηρίων.

Αυτά κατά την κοινή λογική. Διότι εάν δεν σε πολυαπασχολεί η λογική και οι συνέπειες της, βρίσκεις έναν της παρέας σου, τον βαφτίζεις ειδικό αναλυτή και του λες βγες στην τηλεόραση να αναλύσεις «γιατί δεν μεγάλωσε το θαμνάκι στη σήραγγα, παρά το ότι πέρασαν δυο χρόνια από το ατύχημα».