Με την αλλαγή του χρόνου, ανοίγει τις ημέρες αυτές και η αυλαία ενός καινούργιου κόσμου στην παγκόσμια και την ελληνική οικονομία, πολύ διαφορετικού και πολύ πιο ανταγωνιστικού από εκείνον τον οποίο γνωρίζαμε καλά έως πέρυσι, πριν από την κρίση της πανδημίας.
του Γιάννη Κοτόφωλου
Ανοίγει η εποχή ενός νέου μοντέλου παραγωγής και εργασίας, με επίκεντρο τις κολοσσιαίες εξελίξεις που συντελούνται στην τεχνολογία και τις ψηφιακές εφαρμογές της σε όλους τους χώρους και όλα τα στάδια της οικονομικής διαδικασίας. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην κοινωνία, από αυτή τη διακοπή του παλαιού και την ανάδυση του καινούργιου οικονομικού κόσμου; Θα λειτουργήσει η τεχνολογία σχεδόν αποκλειστικά ως μοχλός προόδου ή θα προκαλέσει παράλληλα σημαντική υποβάθμιση σε μεγάλο ποσοστό επιχειρήσεων και εργαζομένων, που δεν έχουν προς το παρόν δυνατότητες προσαρμογής;
Η αλλαγή θα είναι όντως εντυπωσιακή, αλλά και δύσκολη πολύ. Μιλάμε για μία εντελώς νέα κατάσταση, όπως συνήθως συμβαίνει έπειτα από τις καταστροφές των πολέμων και τις θύελλες των μεγάλων κρίσεων, όπου η ικανότητα της τεχνολογίας, των εφευρέσεων και της καινοτομίας στην παραγωγή, αναγεννούν το τοπίο και μεταβάλλουν άρδην τους ρυθμούς των οικονομιών. Οι μηχανές ξαναπαίρνουν για τα καλά εμπρός, έτοιμες να δημιουργήσουν και να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες μιας φρέσκιας οικονομικής ανάπτυξης.
Κερδισμένοι είναι όσοι προηγούνται στη νέα τεχνολογία, όσοι έχουν επενδύσει, έχουν ενσωματώσει και διατηρούν τον έλεγχο των εργαλείων αυτής της καινούργιας φάσης της οικονομίας. Τούτο ακριβώς θα συμβεί και κατά την προσεχή περίοδο, με την ολοκλήρωση του κύκλου της πανδημίας. Ο μετασχηματισμός του οικονομικού μοντέλου θα επιφέρει ανακατατάξεις στην επιρροή των υπερδυνάμεων, σε διεθνές επίπεδο, αλλά και ανακατατάξεις σοβαρές στις κοινωνικές σχέσεις, σε εθνικό επίπεδο. Ο τεράστιος κίνδυνος είναι η διεύρυνση και η όξυνση των οικονομικών ανισοτήτων, οι οποίες οδηγούν στη φτώχεια των πολιτών και πυροδοτούν τον λαϊκισμό.
Οσοι οικονομικοί «παίκτες» δεν έχουν την ικανότητα προσαρμογής στα δεδομένα της ψηφιακής εποχής θα συμπιεστούν σημαντικά, ενδεχομένως να εξαφανιστούν και από τον οικονομικό χάρτη, παραδίδοντας τη θέση τους σε μεγαλύτερες και πιο μοντέρνες τεχνολογικά επιχειρήσεις. Οι μικρότερες επιχειρήσεις, οι οποίες είναι έξι εκατοντάδες χιλιάδες στην Ελλάδα, θα στριμωχτούν. Ακόμη και επαγγέλματα αρκετά, πάρα πολλές θέσεις εργασίας, θα χαθούν με τις ψηφιακές εφαρμογές ή θα αντικατασταθούν από τις μηχανές και άλλα καινούργιας ειδίκευσης επαγγέλματα.
Ποιος και πώς λοιπόν θα διαχειριστεί αυτή την οικονομική μετάβαση, χωρίς ηχηρούς κραδασμούς και συνέπειες στην ελληνική κοινωνία; Με ποια πολιτικά εργαλεία; Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα, για την κυβέρνηση πρωτίστως και τα κόμματα, καλωσορίζοντας το νέο έτος. Η σπουδαιότερη πρόκληση προετοιμασίας για τη νέα εποχή. Ταυτόχρονα με τους εμβολιασμούς και την υγειονομική θωράκιση. Ζητήματα πολιτικής διαχείρισης μεγάλης όντως σημασίας για μία κοινωνία, η οποία βίωσε διαρκείς αβεβαιότητες και επώδυνες εισοδηματικές απώλειες για διάστημα μιας και πλέον δεκαετίας.
Η προοπτική που διανοίγεται για την Ελλάδα, με τις δρομολογούμενες μεταρρυθμίσεις, την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης των δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, είναι πράγματι σπουδαία και θα πρέπει, για να επιτύχει, να είναι απόλυτα συνυφασμένη με την πολιτική διαχείριση των επικείμενων ανισοτήτων.
από Τα Νέα