Προκλητική επίθεση στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου εξαπολύει το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας, με αφορμή δηλώσεις της στην εκδήλωση επίσημης παρουσίασης του σχεδίου ανέγερσης του Μεγάρου Παγκόσμιου Ποντιακού Ελληνισμού Σουρμένων, στον χώρο του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού, στη διάρκεια της οποίας τόνισε ότι η ιστορία του Ποντιακού ελληνισμού υπήρξε μακρά, λαμπρή και οδυνηρή.

Το τουρκικό ΥΠΕΞ κάνει λόγο για «αβάσιμες» δηλώσεις της κ. Σακελλαροπούλου, ενώ υποστηρίζει ότι «η Ελλάδα ήταν εκείνη που “επιχείρησε να εισβάλει και να κατακτήσει” την Ανατολία και ότι ο ελληνικός στρατός διέπραξε “βάρβαρα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας”, ειδικά εναντίον “αθώων πολιτών” στην περιοχή της Δυτικής Ανατολίας».

Σημειώνει επίσης ότι «θα θέλαμε να σας υπενθυμίσουμε για άλλη μια φορά ότι λόγω αυτών των εγκλημάτων, τα οποία καταγράφηκαν και στην έκθεση της Επιτροπής Έρευνας των Συμμαχικών Δυνάμεων, σύμφωνα με το άρθρο 59 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να δώσει αποζημιώσεις για τις ζημιές που προέκυψαν από τις παραβιάσεις των νόμων του πολέμου».

«Οι συχνές ψευδείς κατηγορίες της Ελλάδας επισκιάζουν τα βήματα για τη δημιουργία ενός ειλικρινούς και έντιμου περιβάλλοντος διαλόγου για την επίλυση των προβλημάτων μεταξύ των δύο χωρών. Τέτοιες στάσεις και συμπεριφορές είναι ασυμβίβαστες με την υπευθυνότητα που αναμένεται από τους κρατικούς λειτουργούς. Σε αυτό το πλαίσιο, καλούμε τη γείτονά μας Ελλάδα, για άλλη μια φορά, σε κοινή λογική και εποικοδομητική κατανόηση» καταλήγει το τουρκικό ΥΠΕΞ.

Σημειώνεται ότι κατά την εκδήλωση επίσημης παρουσίασης του σχεδίου ανέγερσης του Μεγάρου Παγκόσμιου Ποντιακού Ελληνισμού Σουρμένων στον χώρο του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού, η Κατερίνα Σακελλαροπούλου ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η ιστορία του Ποντιακού ελληνισμού υπήρξε μακρά, λαμπρή και οδυνηρή. «Η τραγική κατάληξή της, με την μεθοδευμένη και συστηματική γενοκτονία που με διωγμούς, σφαγές, προσπάθειες βίαιου εξισλαμισμού και ανείπωτη βαρβαρότητα, τους ξερίζωσε από τις πατρογονικές εστίες τους και τους έφερε στον δρόμο της προσφυγιάς, είναι ανεπούλωτο τραύμα» πρόσθεσε.

Υπενθύμισε, επίσης, ότι «ο Ποντιακός ελληνισμός μετέφερε στην Ελλάδα τον δυναμισμό του και τις αξίες του. Την πίστη στην πατρίδα, την οικογένεια, την κοινότητα, τις παραδόσεις. Την εργατικότητα και την ακάματη εφευρετικότητά του». Ειδικότερα, σημείωσε ότι «όπου κι αν εγκαταστάθηκαν Πόντιοι, στα χωριά και τις πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης, στους συνοικισμούς της πρωτεύουσας, παρά τις δυσκολίες ενσωμάτωσης και ένταξης της πρώτης γενιάς, κατάφεραν να προκόψουν και βοήθησαν και την Ελλάδα να προκόψει. Κράτησαν άρρηκτους τους δεσμούς ανάμεσά τους και διεκδίκησαν την ιδιαιτερότητά τους»

Μάλιστα, παρατήρησε, ότι η διεκδίκηση αυτή δεν σήμαινε ούτε απομόνωση, ούτε απόσχιση. «Αποτέλεσε παράγοντα ισχυροποίησης της κοινής εθνικής ταυτότητας» τόνισε.

Στο πλαίσιο αυτό, επισήμανε ότι «δεν είναι μόνο η καταγωγή που καθιστά τους Ποντίους τον κρίκο που ενώνει τη σύγχρονη Ελλάδα μ’ έναν τόπο δισχιλιετούς ιστορίας, τόπο που αποίκησαν οι Μιλήσιοι εγκαθιδρύοντας έναν φωτεινό ιωνικό πολιτισμό, τόπο που ανέδειξε, στα μεταγενέστερα χρόνια, ένδοξες αυτοκρατορίες κι ακόμη αντηχεί από τους θρύλους τους, τόπο που ποτίστηκε με αίμα ηρώων και αγίων. Δεν είναι μόνο το αρχαιοπρεπές γλωσσικό τους ιδίωμα που διατήρησε την ιωνική μελωδικότητα κι ακούγεται ακόμα στα τραγούδια και τα παραμύθια τους, η ιδιαίτερη μουσική τους, οι δυναμικοί χοροί τους, η τοπική γαστρονομία που επιβιώνει στα οικογενειακά τραπέζια. Είναι το πάθος με το οποίο διατηρούν την ποντιακή ταυτότητά τους».

Όπως εξήγησε η ταυτότητα αυτή, δεν ορίζεται μόνο από την αδιαμφισβήτητη πολιτισμική ιδιαιτερότητα των Ποντίων, αλλά και με την προσπάθειά τους να συνδεθούν με το ιστορικό παρελθόν ενός τόπου μακρινού, την αναζήτηση των ιχνών του περάσματος των προγόνων τους από εκεί, τη νοσταλγία για έναν τρόπο ζωής που δεν βιώθηκε από τη νεότερη γενιά, αλλά διατηρείται ακέραιος στη μνήμη του έθνους.