Αυξημένη η διεθνής ανησυχία για την τακτική του Τούρκου προέδρου, που υιοθετεί εντόνως τον αναθεωρητισμό και την επιθετική ρητορική.
Το «χαϊδεμένο» κατά το παρελθόν παιδί της Δύσης εμφανίζεται μέσα από την ταυτόσημη με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν αναθεωρητική πολιτική του να επικρίνει τις χώρες που αντιτίθενται στην εισβολή στην Ουκρανία, να επιδιώκει να εμφανιστεί ως… υπερδύναμη και να απειλεί ανοιχτά την Ελλάδα. Ο λόγος για την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος το τελευταίο διάστημα ανοίγει μια «περπατησιά» και ουδείς γνωρίζει πού θα καταλήξει. Ο προβληματισμός είναι έντονος και αποτυπώνεται στη στάση των δυτικών χωρών, οι οποίες του επέτρεψαν από την πλευρά του να συντηρεί και τελευταία να αναδεικνύει την πολιτική των απειλών που πλέον είναι ανοιχτές.
Η εκτίμηση σύμφωνα με την οποία επιχειρεί με την προκλητική ρητορική του να καλύψει τα προβλήματα στο εσωτερικό (χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, ακρίβεια και πληθωρισμό που αγγίζει δυσθεώρητα ύψη) αποτελεί τη μία όψη του νομίσματος. Διότι ναι μεν έχει μπροστά του εκλογές και επιδιώκει να συσπειρώσει έναν σκληρό πυρήνα που στο παρελθόν του έδινε την εξουσία, εν τούτοις τα δεδομένα σήμερα είναι διαφορετικά.
Η ανησυχία με βάση αυτήν την εκτίμηση δεν πρέπει να είναι μικρότερη. Ουδείς μπορεί με βεβαιότητα να πει ότι ο Ερντογάν δεν μπορεί να φτάσει στα άκρα προκειμένου να αποφύγει μια νέα ήττα. Και δεν λείπουν οι αναλυτές-διεθνολόγοι που τονίζουν πως ο Τούρκος πρόεδρος δεν θα διστάσει ακόμη και να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες οι οποίες θα απέτρεπαν μια εκλογική διαδικασία δυσμενή για τον ίδιο, μέσα από την πρόκληση όχι απλών επεισοδίων και εντάσεων αλλά μέσα από μια σύρραξη, έστω και περιορισμένη.
Επίσης, η ένταση (φραστική προς το παρόν) που καλλιεργεί μπορεί να έχει τις ρίζες της σε μια ενδεχόμενη επίσπευση των εκλογών του 2023. Να προχωρήσει σε προκήρυξή τους προκειμένου να πιάσει στον ύπνο την αντιπολίτευση που ακόμη αναζητεί τον επικεφαλής της. Ακόμη και έτσι όμως το πρόβλημα που δύναται να δημιουργήσει στο Αιγαίο δεν πρέπει να θεωρείται αμελητέο.
Η άλλη εκτίμηση αναφορικά με τη στάση του Τούρκου προέδρου συνδέεται με την αναθεωρητική λογική που διέπει την πολιτική του τα τελευταία χρόνια. Και ναι μεν ορισμένοι μιλούν για παζάρια προκειμένου να αποκομίσει οφέλη από τους Δυτικούς συμμάχους, όμως πλέον ο προβληματισμός εντείνεται. Χαρακτηριστική και η αναφορά της Ντόρας Μπακογιάννη, σύμφωνα με την οποία «η Τουρκία αυτήν τη στιγμή βρίσκεται σε ένα κρεσέντο πρωτοφανών απειλών, δεν έχω ξανακούσει τέτοιου είδους ρητορική, και μάλιστα από τον πρόεδρό της». Διευκρίνισε φυσικά πως η Ελλάδα είναι έτοιμη και ότι η απάντηση που θα δοθεί θα είναι πολύ ακριβή καθώς και ότι κάνει λάθος αν νομίζει ότι η Ελλάδα δεν θα απαντήσει.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί και η επιθετική ρητορική του Ερντογάν κατά της Δύσης. Είτε πρόκειται για τις χώρες-μέλη της ΕΕ είτε για τις ΗΠΑ έχει προχωρήσει στη λογική μιας επιθετικής-επικριτικής στάσης με ευθείες βολές που συνδέονται τόσο με τη στήριξη του διεθνούς παράγοντα προς την Ελλάδα όσο και με το γεγονός πως έχει χάσει τον τίτλο του χαϊδεμένου παιδιού, με μοναδική εξαίρεση τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ (ο οποίος σημειωτέον κάποια στιγμή θα αποχωρήσει από τη θέση αφού η θητεία του έχει λήξει και έχει παραταθεί εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία).
Ο Ερντογάν διατηρεί και έναν αποσταθεροποιητικό ρόλο και ως χώρα σύμμαχος. Στηρίζει με κάθε ευκαιρία τον Πούτιν εγκαλώντας τη Δύση και τις χώρες της Ευρώπης και επιρρίπτοντας ταυτόχρονα σε αυτές (αλλά και στις ΗΠΑ) την ευθύνη. Με επίσημες δηλώσεις.
Εν κατακλείδι, η απάντηση στο ερώτημα πού το πάει ο Ερντογάν δύναται να είναι η εξής: Οπου τον συμφέρει. Χωρίς να ενδιαφέρεται για τον τουρκικό λαό, χωρίς να απασχολείται με τις επιπτώσεις ακόμη και ενός ατυχήματος στο Αιγαίο ή και στον Εβρο. Η πολιτική του επιβίωση είναι το κριτήριο των αποφάσεων και κατ’ επέκταση και των ενεργειών του…
ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ