Με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 60 του Νόμου 4808/2021 ενσωματώνονται σε μια ενιαία ρύθμιση οι ημέρες υποχρεωτικής αργίας για όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες γενικά, οι οποίες αργούν κατά τις Κυριακές και τις ημέρες αργίας.

Συγκεκριμένα, ως ημέρες υποχρεωτικής αργίας ορίζονται πλέον οι εξής:

α) Η 1η Ιανουαρίου.

β) Η εορτή των Θεοφανείων (6η Ιανουαρίου).

γ) Η 25η Μαρτίου.

δ) Η Δευτέρα του Πάσχα.

ε) Η 1η Μαΐου.

στ) Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15η Αυγούστου).

ζ) Η 28η Οκτωβρίου.

η) Η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού (25η Δεκεμβρίου).

θ) Η 26η Δεκεμβρίου.

Κωδικοποιούνται οι ημέρες υποχρεωτικής αργίας. Επιτρέπεται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ή του Περιφερειάρχη, μετά από γνωμοδότηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας να ορίζονται και άλλες ημέρες υποχρεωτικής ή προαιρετικής αργίας ανά την επικράτεια ή ανά Περιφέρεια, αντίστοιχα.

Συνεπώς με βάση τα ανωτέρω κατά την ημέρα της 25ης Μαρτίου απαγορεύεται η απασχόληση των μισθωτών και η λειτουργία των επιχειρήσεων, εκτός εκείνων που λειτουργούν νομίμως τις Κυριακές.

Η αμοιβή του εργαζόμενου-υπαλλήλου κατά την εορτή αργία, που δεν απασχολείται λόγω της απαγόρευσης δεν μειώνεται ούτε αυξάνεται , επειδή ο μισθός  που δίνεται ως αντάλλαγμα της απασχόλησης του κατά τις εργάσιμες ημέρες του μήνα ( Α.Π. 96/77 ).

Αντίθετα αν ο αμειβόμενος με μηνιαίο μισθό εργαζόμενος-υπάλληλος κατά την εορτή αργία- που από το Νόμο επιτρέπεται η εργασία – απουσιάζει αδικαιολόγητα οι αποδοχές μειώνονται κατά 1/25.

Οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο αν κατά την εορτή αργία που επιτρέπεται η εργασία, δεν εργασθούν από δική τους υπαιτιότητα δεν δικαιούνται το ημερομίσθιο, αν όμως δεν απασχοληθούν για λόγους που δεν οφείλεται σε αυτούς δικαιούνται να λάβουν το ημερομίσθιο τους.

Εάν η εορτή- αργία συμπίπτει με την πρώτη ή την τελευταία ημέρα αυθαίρετης απουσίας του ημερομισθίου μισθωτού, οπότε  είναι δύσκολο να διαγνωσθεί αν θα απουσίαζε και κατ΄ αυτήν, αυτός δικαιούται το ημερομίσθιο( Ν.Σ.Κρ 24/1966 ), ενώ αν η εορτή περιλαμβάνεται μεταξύ δύο ημερών αυθαίρετης απουσίας του, δεν δικαιούται το ημερομίσθιο της αργίας ( Ν.Σ.Κρ 919/62).

Εάν η εορτή-αργία συμπίπτει με ημέρα Σάββατο οι ημερομίσθιοι θα λάβουν σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του Ν.Δ 3755/1957, « Είς τους επί ημερομισθίω αμειβομένους μισθωτούς, τους μη απασχοληθέντας έκ  λόγων μη οφειλομένων είς του-τους κατά τάς έν παραγράφω 2 ημέρας, καταβάλλεται δι΄ εκάστην τούτων ποσόν όσον προς το ημερομίσθιόν  των, άνευ ετέρας προσαυξήσεως», ένα ημερομίσθιο επί πλέον των 6, τα οποία λαμβάνουν συνήθως, δηλαδή 7 αφού δεν απασχολούνται την ημέρα της αργίας για λόγους μη οφειλόμενους σε αυτούς.

Η με αρίθμ. 1643/1987 απόφαση του Υπουργείου Εργασίας  αναφέρει ότι δεν υπάρχει διάταξη, όπως της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν.Δ 3755/1957, για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό περί καταβολής επί πλέον αμοιβής για την αργία ανάλογη με την διάταξη για τους ημερομίσθιους.

Σύμφωνα όμως με το άρθρο 648 του Α.Κ –«Έννοια. Με τη σύμβαση εργασίας ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να παρέχει, για ορισμένο χρόνο ή αόριστο χρόνο, την εργασία του στον εργοδότη και αυτός να καταβάλλει το συμφωνημένο μισθό. Σύμβαση εργασίας υπάρχει και όταν ο μισθός υπολογίζεται κατά μονάδα της παρεχόμενης εργασίας ή κατ΄ αποκοπήν, αρκεί ο εργαζόμενος να προσλαμβάνεται ή να απασχολείται για ορισμένο ή για αόριστο χρόνο.» , η αξίωση λήξεως 1/25 επί πλέον του μισθού στηρίζεται στο πραγματικό γεγονός της παροχής επί πλέον εργασίας για την οποία οφείλεται αμοιβή αφού δεν καλύπτεται από τον μισθό.

« Οί επί μηνιαίο μισθό: 1/25 επί πλέον του μηνιαίου μισθού τους ως αμοιβή για την ημέρα αργίας( της οποίας τις ώρες εκάλυψαν εργαζόμενοι κατά τις υπόλοιπες 5 ημέρες της εβδομάδας δεδομένου ότι ο μηνιαίος μισθός τους αντιστοιχεί μόνον στις εργάσιμες ημέρες του μηνός(στις οποίες περιλαμβάνεται κατά το σύστημα αμοιβής και το Σάββατο) και όχι στις αργίες που τυχόν εμπίπτουν στο μήνα». ( ΔΕΝ τεύχος 1331-Μάρτιος 2000)

Στην περίπτωση που η εορτή αργία συμπέσει με Κυριακή, οι εργαζόμενοι ημερομίσθιοι δικαιούνται να λάβουν το συνηθισμένο ημερομίσθιο τους ( Α.Π. 303/61- Α.Π. 469/60 ).Αν την ημέρα αυτή συμπίπτουν δύο εορτές αργίες( π.χ Δευτέρα του Πάσχα και Πρωτομαγιά), οι ημερομίσθιοι εργαζόμενοι δικαιούνται δύο (2) ημερομίσθια (N.Σ.Κ 239/78).

Αν η εξαιρέσιμη εορτή συμπέσει  σε χρόνο ασθένειας του εργάτη, θα πρέπει και πάλι να καταβληθεί το ημερομίσθιο για την ημέρα αυτή, σαν να εργαζόταν ο εργάτης αυτός κανονικά, από το οποίο όμως θα αφαιρεθεί ότι λάβει αυτός από το Ι.Κ.Α για τη συγκεκριμένη ημέρα. Αν ο εργάτης ήταν με άδεια κανονική τον καιρό που συμπίπτει και η εξαιρέσιμη εορτή , τότε στην άδεια αυτή δεν μετριέται και η ημέρα της εξαιρέσιμης εορτής, ενώ αν η άδεια αυτή είναι χωρίς αποδοχές ή την ημέρα αυτή γίνεται απεργία, τότε δεν καταβάλλεται στον εργάτη το ημερομίσθιο.

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.435/76 και των αποφάσεων  με  αριθμ. 8900/46 και 25825/51 των Υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών, που αναφέρουν ότι:  «Μισθωτοί απασχολούμενοι κατά τας Κυριακάς και τας κατωτέρω αναφερομένας εορτάς δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, της υπό της υπ. αριθμ. 8900/1946 Κοινής Αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, ως αυθεντικώς ηρμηνεύθη διά της υπ. αριθ. 25825/1951 τοιαύτης, προβλεπομένης προσαυξήσεως εξ 75% κατά τα υπό των εν λόγω αποφάσεων, ως αύται ισχύουν σήμερον, οριζόμενα»,

θα έχουν πρόσθετη αμοιβή 75% επί του νομίμου ωρομισθίου για όσες ώρες απασχοληθούν.

«Απόφ. 8900/46 Υπ. Οικονομικών και Εργασίας  « περί του καθορισμού ηυξημένης αμοιβής είς τους εργαζόμενους έν γένει κατά Κυριακάς και εορτάς».

Είς το εν γένει προσωπικών πασών εν γένει των νε τη χώρα επιχειρήσεων και εργασιών, περιλαμβανομένων και των ξενοδοχείων ύπνου, όπερ, λόγω της φύσεως της εργασίας του, απασχολείται κατά τας Κυριακάς και τας εκ του Νόμου καθιερωμένας ως μη εργάσιμους εορτάς του έτους, καταβάλλεται, δια τας ημέρας ταύτας το κεκανονισμένον εκάσοτε ημερομίσθιον, ηυξημένον κατά εβδομήκοντα πέντε τοις εκατόν (75%).

Αι διατάξεις της παρούσης δεν αφορούν τους επί ποσοστοίς αμειβόμενους σερβιτόρους εστιατορίων, καφενείων, ζαχαροπλαστείων και συναφών καταστημάτων.

Η παρούσα ης η ισχύς άρχεται από της υπογραφής της, εκτείνεται καθ΄ άπασαν την χώραν και περιλαμβάνει και τους μισθωτούς τους υπό των συμμαχικών Αρχών απασχολουμένους είς ξενοδοχεία ύπνου και τα λοιπάς εργασίας αυτών.

«Απόφ. 25825/51 ΥΠ. Οικονομικών και Εργασίας «περί ερμηνείας των ύπ’ αρ’ιθμ. 8900/46  και 18310/46 αποφάσεων, περί προσαυξήσεως αποδοχών κατά Κυριακάς και ωυκτερινάς ώρας».

Άρθρο 1.- Ι. Ερμηνεύοντες την ύπ’ αρίθμ. 8900/46 απόφασιν ημών ορίζομεν της δι’ αυτής καθορισθείσης κατά 75% προσαυξήσεως των ημερομισθίων ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού των ασχολουμένων μισθωτών κατά τας Κυριακάς και λοιπάς εκ του νόμου καθιερωμένας, ως μη εργασίμους εορτάς του έτους, των επιχειρήσεων και των εργασιών εν γένει, συνεχούς ή μη λειτουργίας, δικαιούται οι απασχολούμενοι από του μεσονυκτίου του αγόντος προς τας ως άνω ημέρας μέχρι  του επομένου μεσονυκτίου, είναι δε αυτή ανεξαρτήτος προς παρεχόμενην πάσαν ετέραν προσαύξησιν  δια την κατά τας νυκτερινάς ώρας εργασίαν.

ΙΙ. Η κατά τα ανωτέρω 75% προσαύξησηις των μισθών και ημερομισθίων υπολογίζεται πάντοτε επί των υποχρεωτικώς τεθεσπισμένων ελαχίστων ορίων μισθών και ημερομισθίων, δεν συμψηφίζεται προς τυχόν, καταβαλλόμενας ανωτέρας τούτων αποδοχάς, μειύται δε αναλογως δια την επί ελάττον του κεκανονισμένου ωραρίου απασχόλισην.

Κατά τις ισχύουσες σήμερα διατάξεις ως νόμιμα κατώτατα όρια  στα οποία υπολογίζεται η προσαύξηση 75% θεωρούνται τα εξής :

1) Τα νομοθετημένα κατώτατα όρια του Νόμου 4093/2012 εφόσον δεν υπάρχει ειδικότερη συλλογική ρύθμιση για τον μισθωτό.

2) Τα θεσπιζόμενα  κατώτατα όρια με τους κανονιστικούς όρους ΣΣΕ-ΔΑ που βρίσκονται σε ισχύ.

3) Τα νομίμως κατώτατα όρια ΣΣΕ-ΔΑ που έχει λήξει ή καταγγελθεί και ισχύουν βάση της ΠΥΣ 6/2012  ( βασικός μισθός ή βασικό ημερομίσθιο- τα επιδόματα ωρίμανσης-τέκνων-σπουδών-επικίνδυνης εργασίας)

Οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό στο 1/25 του μισθού τους προσαύξηση 75% και οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο το νόμιμο ημερομίσθιο τους με προσαύξηση 75%. Συνεπώς οι ημερομίσθιοι θα λάβουν το ημερομίσθιο τους για την εορτή αργία με προσαύξηση 75% , ενώ οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό, αν η επιχείρηση στην οποία εργάζονται εξαιρείται της Κυριακής αργίας, θα λάβουν μόνο προσαύξηση 75% που θα υπολογιστή στο 1/25 του μηνιαίου μισθού τους. Αντιθέτως οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό που εργάζονται σε επιχ/σεις  στις οποίες δεν επιτρέπεται η Κυριακή εργασία και εργάζονται κατά την εορτή αργία, θα λάβουν πέρα από την προσαύξηση του 75% και το 1/25 ( συγκεκριμένα τόσα ωρομίσθια όσες ώρες εργασθούν, αφού το 1/25 του μισθού αντιστοιχεί σε 6,66 ώρες ) του μηνιαίου μισθού τους, γιατί ο μισθός τους αντιστοιχεί στις εργάσιμες ημέρες του μήνα και κατά συνέπεια δεν περιλαμβάνει και την αμοιβή της εργασίας σε ημέρες αργίας. Εάν η υποχρεωτική αργία συμπέσει με Κυριακή, τότε ο εργοδότης πρέπει να χορηγήσει σε όλους τους απασχοληθέντες μισθωτούς αναπληρωματική ανάπαυση σε άλλη ημέρα της εβδομάδας.

Για να θεμελιώσουν δικαίωμα της αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως 24 συνεχών ωρών σε άλλη ημέρα της εβδομάδας οι μισθωτοί αυτοί πρέπει να απασχοληθούν την Κυριακή για χρόνο άνω των πέντε (5) ωρών. Απασχόληση την Κυριακή μέχρι πέντε ώρες δεν θεμελιώνει δικαίωμα λήψεως αναπληρωματικής ημέρας ανάπαυσης .( άρθρο 10 του Β.Δ 748/66)

Σε περίπτωση που η ημέρα αναπαύσεως συμπέσει με ημέρα εξαιρέσιμης εορτής δεν προβλέπεται για τον ιδιωτικό τομέα υποχρέωση του εργοδότη να χορηγήσει   άλλη ημέρα ανάπαυσης.

Τέλος, η απαίτηση του μισθωτού για αμοιβή σε Κυριακές και εξαιρέσιμες εορτές καθώς και για την προσαύξηση 75% αυτής, όταν η απασχόληση αυτή είναι νόμιμη παραγράφεται σε 5 χρόνια και όταν η απασχόληση είναι παράνομη παραγράφεται σε 20 χρόνια, μετρούμενα μετά από την λήξη του έτους που γεννήθηκε η απαίτηση . ( Α.Π. 1184/74 )

«Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρο 250 αριθ.17 και 253 ΑΚ προκύπτει ότι παραγράφονται σε πέντε χρόνια οι κάθε είδους μισθοί παροχές που επαναλαμβάνονται περιοδικά και ότι η παραγραφή αρχίζει μόλις λήξη το ημερολογιακό έτος εντός του οποίου γεννήθηκε και κατέστη απαιτητή η αξίωση προς καταβολή του μισθού. Στην ίδια παραγραφή υπόκεινται επίσης και οι αξιώσεις άλλων αμοιβών, όπως είναι τα δώρα εορτών, το επίδομα αδείας και η πρόσθετη αμοιβή για εργασία που παρασχέθηκε την Κυριακή». Μον. Πρωτ. Αθηνών 2770/15


Ο Ανδρέας Κ. Σακελλαριάδης είναι Λογιστής – Φοροτέχνης