Αν παρακολουθήσει κανείς τις τελευταίες ημέρες τον τρόπο που πολιτεύεται ο Αλέξης Τσίπρας, συνειδητοποιεί, πόσο κακός σύμβουλος είναι ο πανικός, για έναν πολιτικό. Ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι ηττάται, αλλά δεν είναι αυτό που τον πανικοβάλλει. Η συρρίκνωση της επιρροής, της εμβέλειας, της παρεμβατικότητας που δύναται να έχει την επόμενη μέρα του δημιουργεί ανασφάλεια.

ΤΗΣ ΛΙΝΑΣ ΚΛΕΙΤΟΥ
Ο προσανατολισμός του ηττημένου κόμματός του
και η συνοχή του ως μέτρα άμυνας μετά την ήττα τον προβληματίζουν καθώς αντιλαμβάνεται ότι η εις βάθος διερεύνηση των κυβερνητικών ευθυνών και πεπραγμένων αποτελεί σαφή πρόθεση της επόμενης κυβέρνησης.
Εχοντας λοιπόν αυτό στο μυαλό του επιχειρεί να κλείσει μέτωπα, ταυτόχρονα όμως με άτσαλο τρόπο, ανοίγει καινούργια. Κάποια από τα μέτωπα που επιχειρεί να κλείσει, χαρίζουν άφθονο μειδίαμα στην δημοσιογραφική και πολιτική πιάτσα. Κάποια άλλα που ανοίγει, τον βυθίζουν ολοένα και περισσότερο στην αγωνία της προσωπικής ανυποληψίας.
Παράδειγμα πρώτο: Ο Πρωθυπουργός , αποφάσισε στον πανικό του, να κλείσει το μέτωπο με τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ, παραχωρώντας συνέντευξη την τελευταία εβδομάδα πριν από τις εκλογές. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες, απειλούσε με εξωπέταγμα από τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ τους βουλευτές Σεβαστάκη και Παπαδόπουλο. Ο πρώτος , αξιοπρεπώς του γύρισε την πλάτη, δηλώνοντας ότι δεν θα πολιτευτεί, ο δεύτερος έκανε πως δεν άκουσε….
Στ αλήθεια πόσο σφοδρή πρέπει να είναι η τρικυμία που έχει εντοιχιστεί στο Μ.Μαξίμου, ώστε να εκτιμάται ότι με μια κίνηση μπορεί να ξεχαστούν η εκδικητικότητα, οι συκοφαντίες, και η στοχοποίηση που επιχειρήθηκε από την πρώτη φορά αριστερή κυβέρνηση εναντίον συγκεκριμένων μέσων και δημοσιογράφων;
Πως εκτιμάται ότι μπορεί να ξεχαστεί η νεοσταλινική αντίληψη της αριστερής εξουσίας για τον τρόπο λειτουργίας των ΜΜΕ και τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης; Και πόση κουτοπονηριά μπορεί να κρύβεται πίσω από την πρωθυπουργική λογική: ε καλά , λέγαμε καμία μπαρούφα, να περάσει η ώρα, περασμένα ξεχασμένα ώστε να ενημερωθούν οι πολίτες!!!!
Από τα «βοθροκάναλα της διαπλοκής», η ενημέρωση βεβαίως , βεβαίως, που κατήγγειλε το αριστερό ιερατείο με πρωθιέρεια τον βουβό και απενεργοποιημένο τον τελευταίο καιρό Πολλάκη.
Παράδειγμα δεύτερο: Ο κ.Τσίπρας, ανακάλυψε στας δυσμάς της κυβερνητικής του θητείας , το νέο εχθρό της πατρίδας, τον Κώστα Καραμανλή.
Τον καταγγέλλει ότι ήταν η αιτία της χρεοκοπίας και μέσω της γνωστής υποκινούμενης από το Μ.Μαξίμου εφημερίδας, ότι πούλησε το Μακεδονικό!
Ως προς την πρώτη κατηγορία, είναι γνωστό το ταπεινό κίνητρό. Επιδιώκει την οριστική, αποψίλωση του ΚΙΝΑΛ. Από την πλευρά του, το πρώην ΠΑΣΟΚ ζητά άλλοθι για τα έργα και τις ημέρες του ΓΑΠ κατά συνέπεια ο κ. Τσίπρας στοχοποιώντας τον Καραμανλή, προσεγγίζει και…κορφολογεί απελπισμένους για δικαίωση πασόκους ώστε να γλυτώσει την εκλογική συντριβή.
Οσον αφορά στο θέμα του ονόματος της Μακεδονίας, ο ισχυρισμός, αποτελεί αδιανόητη θρασύτητα, εμπαιγμό και απαιτεί καντάρια πολιτικής χυδαιότητας. Ο κ.Τσίπρας άλλωστε είναι ο μόνος έλληνας πρωθυπουργός που έβαλλε την υπογραφή του επισήμως και μετά δημοσίων θεαμάτων σε μια συμφωνία που δίνει όνομα και αναγνωρίζει μακεδονική εθνότητα, γλώσσα, ταυτότητα στα Σκόπια…Δεν υπάρχει άλλοθι, και δικαιολογία γι αυτή την ενέργεια. Αποτελεί πλέον ιστορική καταγραφή με αρνητικό πρόσημο.
Πέρα από τα σοβαρά, υπάρχει και ένα άλλο σκέλος, ενδεικτικό του ήθους της αριστερής διακυβέρνησης. Ο κ.Τσίπρας κυβέρνησε καπηλευόμενος τον Καραμανλισμό. Στηρίχθηκε σε γενίτσαρους προερχόμενους από το λεγόμενο Καραμανλικό περιβάλλον. Είχε φτάσει στο σημείο μάλιστα να καταγγέλλει από το βήμα του Κοινοβουλίου, τον Κ Μητσοτάκη ότι οδηγεί τη Ν.Δ μακριά από τις αρχές του Καραμανλισμού!!! Η τακτική κατά συνέπεια που επιλέγει, δεν αντέχει σε κριτική ανάλυση.
Είναι σαφές ότι ο Πρωθυπουργός, βρίσκεται σε πολιτικό vertigo. Γλείφει εκεί που έφτυνε και φτύνει εκεί που έγλειφε με πρωτοφανή σπασμωδικότητα.
Στις αστικές δημοκρατίες, η διαχείριση της ήττας, τις περισσότερες φορές είναι πιο ουσιαστική από την διαχείριση της νίκης.
Αν το συνειδητοποιήσει αυτό ο κ.Τσίπρας, μπορεί να διασωθεί από τον διασυρμό, να καταγγέλλει τους πάντες για τα πάντα, ξεχνώντας σκοπίμως, ότι κυβερνά την τελευταία πενταετία. Αλλά και πάλι παραμένει το ερώτημα: αρκεί ο υπολειπόμενος χρόνος για να αλλάξει τακτική;