Γιατί η συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ είναι παράδειγμα προς αποφυγή.

 

Γράφει ο Χάρης Παυλίδης

 

Δεν έχω υπόψη μου πόσοι ενδιαφέρονται για το χρώμα της γάτας που πιάνει το ποντίκι, αλλά ολοένα και αυξάνονται όσοι θέλουν τη γάτα αποτελεσματική ανεξάρτητα από το χρώμα της. Που σημαίνει ότι οι ιδέες έχουν σημασία από την ώρα που καθίστανται εφαρμόσιμες και πάντως αποφέρουν αποτέλεσμα ορατό από όποια θέση το βλέπει ο πολίτης. Ασφαλώς οι συγκινησιακά φορτισμένες ετικέτες του περασμένου αιώνα έχουν μπει σε διαδικασία αποφόρτισης μετά το 2000, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν πάψει να χρησιμοποιούνται ως στοιχείο αυτοπροσδιορισμού ή και ετεροπροσδιορισμού όταν αξιοποιούνται ως μορφές άμυνας έναντι ενός αγνώστου «επιτιθέμενου».

 

Αλλά ας αφήσουμε στην άκρη την ψυχολογία και τον βαθμό που αυτή επηρεάζει την ταύτιση με την ετικέτα και ας δούμε πόσο σχετική σημασία έχει η έννοια με τη λέξη ή η λέξη με το περιεχόμενο της έννοιας που θέλει να προβάλλει. Ενα παράδειγμα από την πρόσφατη πολιτική ιστορία της χώρας: ο ΣΥΡΙΖΑ, κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, προκειμένου να φορέσει το κοστούμι της «κυβερνώσας Αριστεράς» εξάντλησε όλα τα περιθώρια δημιουργικής φαντασιοπληξίας ώστε να βρει κοινά σημεία σύγκλισης με τους ΑΝΕΛ, ένα κόμμα της λαϊκίστικης Δεξιάς. Παρ’ όλα αυτά, το παράδοξο αυτού του γκροτέσκο «ιστορικού συμβιβασμού» δεν εξέπληξε κανέναν.

 

Το αποτέλεσμα, όμως, το είδαν και το κατάλαβαν όλοι και κυρίως όσοι ακόμα και σήμερα παραβλέπουν τα βασικά. Και στην προκειμένη περίπτωση τα «βασικά» αφορούν έναν κώδικα αξιών που είναι απαραίτητος ώστε να αποτελεί την πυξίδα των επιλογών μας. Εν ολίγοις, το «Δεξιά», «Κέντρο», «Αριστερά» σχετική σημασία έχουν όταν η γάτα κυνηγάει το ποντίκι από συνήθεια. Γιατί, όταν και αν το πιάσει, πρέπει να ξέρει και τι θα το κάνει. Οπερ μεθερμηνευόμενον, η ουσία δεν βρίσκεται στο Δεξιά-Αριστερά, αλλά στο μπροστά ή πίσω. Στην αέναη αντιπαράθεση της προόδου με τη συντήρηση και στο μείγμα της σύνθεσης που θα είναι αποδεκτό από την κοινωνία ώστε οι μεταρρυθμίσεις να πραγματοποιούνται με ευρείες συναινέσεις.

 

Προφανώς οι πολιτικές ετικέτες με τα στερεότυπα που τις συνοδεύουν θα είναι παρούσες, αλλά όσο είναι διακριτή η απόσταση από την ιδεολογία που υποτίθεται ότι περικλείουν τόσο θα χάνεται το νόημα και, λόγω των πολλαπλών και διαφορετικών κρίσεων, θα αυξάνεται ο κίνδυνος μιας ισοπεδωτικής αντίληψης για τα κόμματα και τους πολιτικούς. Του τύπου: «Ολοι ίδιοι είναι».

 

Οι Έλληνες επιλέγουν πλευρά αλλά χάνονται χωρίς ξεκάθαρη ιδεολογία

Ενδιαφέρουσα η δημοσκόπηση της GPO για λογαριασμό της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ Σ/Κ», που αφορούσε τον πολιτικό (βάσει της ετικέτας) αυτοπροσδιορισμό των Ελλήνων. Επί του στερεοτύπου οι απαντήσεις ήταν περίπου αναμενόμενες. Αθροιστικά όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως «κεντροαριστεροί» και «αριστεροί» συγκεντρώνουν το 36%, αλλά δεν έχουμε καταλάβει (πιστεύω και η πλειονότητα όσων «ταυτοποιούνται») ιδεολογικά τι πρεσβεύουν όσοι επιλέγουν τις συγκεκριμένες «ταυτότητες». Στον αντίποδα, «δεξιοί» και «κεντροδεξιοί» δηλώνουν το 25,6%, αλλά και αυτοί είναι «αγνώστου» ιδεολογίας. Τέλος, οι «κεντρώοι», ως «τζόκερ» ενός εκλογικού «τζακ ποτ», συγκεντρώνουν το 19,4%.

Τα ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις έχουν ως εξής: Οι «κεντροαριστεροί», ως συγγενείς εξ αίματος με τους «αριστερούς», είναι σοσιαλιστές ή σοσιαλδημοκράτες; Κατά του κεφαλαίου και της ελεύθερης αγοράς, όπως οι σύντροφοί τους αριστεροί; Από την άλλη πλευρά, οι «κεντροδεξιοί» είναι φιλελεύθεροι και αντικρατιστές, ενώ οι «δεξιοί» είναι συντηρητικοί και κρατιστές; Και οι «κεντρώοι» λίγο απ’ όλα; Ολα αυτά δεν έχουν νόημα, όπως αποφαίνεται το 15%, ή θα είχαν νόημα εφόσον οι ιδεολογίες δεν χρησιμοποιούνταν ως ιδεολογήματα από το πολιτικό σύστημα.

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”