Η παρατεταμένη διάρκεια των στρατιωτικών επιθέσεων του Ισραήλ στη Γάζα (ξεπέρασαν τους 7 μήνες), η επιμονή Νετανιάχου για την επιχείρηση στη Ράφα, παρά τις εκ του αντιθέτου παρεμβάσεις των ΗΠΑ, ο χειρισμός της υπόθεσης των ομήρων και η πολυγλωσσία στην ισραηλινή κυβέρνηση για την επόμενη ημέρα στη Λωρίδα της Γάζας διαμορφώνουν ένα σκηνικό διεθνούς δυναμικής για την αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους. Μία δυναμική μάλιστα, που μετά το 2011, εκείνη την περίοδο της Άνοιξης του Μεσανατολικού με διαδεδομένη την αναγκαιότητα ειρήνευσης στην περιοχή, λαμβάνει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αυτήν τη φορά δεν πρωτοστατούν οι χώρες του Αραβικού κόσμου, αλλά η Δύση και κυρίως η Ευρώπη. Εξάλλου είναι και περίοδος ευρωεκλογών, με ανοιχτά ζητήματα όπως το ενεργειακό - κόντρα στη Ρωσία του Πούτιν. Και σίγουρα υπάρχει η ανάγκη επαναπροσδιορισμού των συμμαχιών. Ηχηρό και σαφές είναι και το μήνυμα για τον Μπενιαμίν Νετανιάχου και το πολιτικό του μέλλον.

Η Νορβηγία, η Ισπανία και η Ιρλανδία ανακοίνωσαν την απόφασή τους να αναγνωρίσουν το κράτος της Παλαιστίνης, σπάζοντας τη μακροχρόνια θέση των δυτικών δυνάμεων, υπαγορευμένη από τις ΗΠΑ, ότι ένα παλαιστινιακό κράτος μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο ως μέρος ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ.

Πολλές χώρες αναγνωρίζουν ήδη την Παλαιστίνη ως ανεξάρτητο κράτος, αλλά η δυναμική προς την αναγνώριση που διαμορφώνεται -ιδίως μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών- είναι πιθανό να έχει σημαντικές επιπτώσεις. Ίσως το πιο σημαντικό είναι η εμφανής ρωγμή της «πατρότητας» των ΗΠΑ στην ειρηνευτική διαδικασία Ισραήλ-Παλαιστίνης από την περίοδο των ειρηνευτικών συνομιλιών και των Συμφωνιών του Όσλο.

Με την ειρηνευτική διαδικασία να είναι εδώ και μήνες καταστροφικά αδιέξοδη για τους περίπου 2,3 εκατομμύρια της Λωρίδας της Γάζας, οι Παλαιστίνιοι αξιωματούχοι εργάζονται επιμελώς στο να κερδίσουν τη στήριξη της Ευρώπης - μια διαδικασία που «έτρεξε» στην εποχή Τραμπ. Οι Παλαιστίνιοι παραγκωνίστηκαν από τις Συμφωνίες του Αβραάμ και ο Τραμπ μετέφερε την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, προκαλώντας βαθιά δυσπιστία για τις ΗΠΑ, που δέχονται σοβαρές επικρίσεις περί «ανέντιμου διαμεσολαβητή».

Η Βρετανία έχει επισημάνει ότι θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο αναγνώρισης της Παλαιστίνης εν μέσω μιας βαθύτερης απογοήτευσης για τη μακρόχρονη άρνηση του Ισραήλ -και όχι μόνο κατά τη διακυβέρνηση Μπενιαμίν Νετανιάχου- να προχωρήσει προς μια λύση δύο κρατών, ακόμη και όταν το Ισραήλ συνεχίζει να «οικειοποιείται» παλαιστινιακά εδάφη για εποικισμό.

Τα βήματα και οι σταθμοί αναγνώρισης του Παλαιστινιακού κράτους

Η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) «ανακήρυξε» την ίδρυση του «Κράτους της Παλαιστίνης» στο Αλγέρι το 1988. Εκείνη τη στιγμή η ΟΑΠ δεν κατείχε κανένα από τα εδάφη που περιλαμβάνονταν στο ανακηρυχθέν κράτος.

Έκτοτε, και μέχρι πριν από τη σημερινή ανακοίνωση Ιρλανδίας, Νορβηγίας και Ισπανίας, 143 από τα 193 κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών έχουν αναγνωρίσει την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση.

Στην Ε.Ε., η Σουηδία είναι η μόνη χώρα-μέλος η οποία μέχρι στιγμής έχει αναγνωρίσει την Παλαιστίνη. Επτά χώρες της ΕΕ έκαναν αυτό το βήμα πριν από την ένταξή τους στην Ένωση. Πρόκειται για τις Βουλγαρία, Κύπρο, Τσεχία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Πολωνία και Σλοβακία.

Ορισμένα άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Σλοβενίας και της Μάλτας, έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να αναγνωρίσουν το κράτος της Παλαιστίνης.

Η ίδια η ΕΕ και μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία έχουν «γραφεία εκπροσώπησης» -αντί για πρεσβείες- στη Ραμάλα και στηρίζουν οικονομικά την Παλαιστινιακή Αρχή. Τον Φεβρουάριο, ο Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι η αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους «δεν αποτελεί ταμπού για τη Γαλλία», προσθέτοντας ότι «το οφείλουμε στους Παλαιστίνιους, των οποίων οι προσδοκίες έχουν καταπατηθεί για πολύ καιρό».

Μεταξύ των G20, της ομάδας των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, δέκα χώρες αναγνώρισαν το κράτος της Παλαιστίνης. Η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία, το Μεξικό, η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία, η Νότια Αφρική και η Τουρκία. Στον αντίποδα, εννέα χώρες της G20, συμπεριλαμβανομένων του Ηνωμένου Βασιλείου, των ΗΠΑ, της Αυστραλίας, του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, δεν αναγνωρίζουν το Παλαιστινιακό Κράτος.

Κομβική αναγνώριση του Παλαιστινιακού Κράτους από την Unesco και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο

Η UNESCO αναγνωρίζει το 2011 την Παλαιστίνη, προκαλώντας την οργή των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Με τις ειρηνευτικές συνομιλίες να βρίσκονται σε αδιέξοδο, οι Παλαιστίνιοι αποφάσισαν να προωθήσουν μια εκστρατεία για την πλήρη ένταξη του κράτους της Παλαιστίνης στον ΟΗΕ. Η προσπάθεια απέτυχε, αλλά στις 31 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, ο πολιτιστικός οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών, UNESCO, ψήφισε να αποδεχθεί τους Παλαιστίνιους ως πλήρες μέλος. Η απόφαση προκάλεσε την εκρητκική αντίδραση του Ισραήλ και των ΗΠΑ, οι οποίες ανέστειλαν τη χρηματοδότηση του οργανισμού με έδρα το Παρίσι. Αποχώρησαν οριστικά από την UNESCO το 2018, με τις ΗΠΑ, ωστόσο, να επανέρχονται το 2023.

Τον Σεπτέμβριο του 2015, η παλαιστινιακή σημαία υψώθηκε για πρώτη φορά στα Ηνωμένα Έθνη στη Νέα Υόρκη, αφού η Γενική Συνέλευση, αρκετά χρόνια νωρίτερα, ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία την αναβάθμιση του καθεστώτος των Παλαιστινίων σε «κράτος παρατηρητή μη μέλος».

Τρία χρόνια αργότερα, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο δέχθηκε επίσης την Παλαιστίνη ως κράτος-μέλος. Αν δεν είχε συμβεί αυτή η αναγνώριση ενδεχομένως να μην ήταν τόσο άμεση η πρόσφατη εξέλιξη, με τον εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου να ζητεί εντάλματα σύλληψης για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον υπουργό Άμυνάς του, μαζί με τρία από τα κορυφαία στελέχη της Χαμάς, για ύποπτα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τις 7 Οκτωβρίου και έκτοτε στο Ισραήλ και τη Γάζα.

Η ΟΑΠ ασκεί κάποιες «εξουσίες» στα παλαιστινιακά εδάφη, ανάλογα με την περιοχή, μέσω της Παλαιστινιακής Αρχής που εγκαθιδρύθηκε το 1994 μετά τη Συμφωνία του Όσλο -με κύρια παρέμβαση αυτήν των ΗΠΑ- και την Ενδιάμεση Ισραηλινό-Παλαιστινιακή Συμφωνία.

Η Χαμάς, η οποία έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από πολλές χώρες της Δύσης, έχει αναλάβει τον έλεγχο της Γάζας από το 2007.

Η Παλαιστίνη συμμετέχει στον ΟΗΕ ως μέλος παρατηρητής, και είναι μέλος του Αραβικού Συνδέσμου, του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης, και της UNESCO. Στα Ηνωμένα Έθνη συμμετέχει ως παρατηρητής από τον Νοέμβριο του 2012. Την ίδια χρονιά, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών χορήγησε στην Παλαιστίνη πρόσθετα δικαιώματα, μεταξύ των οποίων η θέση της μαζί με τα κράτη μέλη, το δικαίωμα να υποβάλλει προτάσεις και να συμμετέχει σε επιτροπές. Εξακολουθεί να μην έχει δικαίωμα ψήφου.

Το Ισραήλ δεν αναγνωρίζει το κράτος της Παλαιστίνης, και ελέγχει εδάφη τα οποία διεκδικούνται από αυτό. Κανένα από τα κράτη της G7 δεν έχει επίσης αναγνωρίσει την Παλαιστίνη.

Η μονομερής αναγνώριση από τον Αραφάτ, η Αλγερία και το διαρκές αίτημα του Αραβικού κόσμου

Στις 15 Νοεμβρίου 1988, κατά τη διάρκεια της πρώτης παλαιστινιακής εξέγερσης (ιντιφάντα) ο Παλαιστίνιος ηγέτης Γιάσερ Αραφάτ ανακήρυξε μονομερώς ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ. Έκανε την ανακοίνωση αυτήν στο Αλγέρι, σε μια συνεδρίαση του εξόριστου Παλαιστινιακού Εθνικού Συμβουλίου, το οποίο υιοθέτησε ως στόχο τη λύση των δύο κρατών, με ανεξάρτητα ισραηλινά και παλαιστινιακά κράτη να υπάρχουν δίπλα-δίπλα.

Η Αλγερία έγινε η πρώτη χώρα που αναγνώρισε επίσημα ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος.

Μέσα σε λίγες εβδομάδες, δεκάδες άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου μέρους του αραβικού κόσμου, της Ινδίας, της Τουρκίας, του μεγαλύτερου μέρους της Αφρικής και πολλών χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ακολούθησαν το παράδειγμά της.

Το επόμενο κύμα αναγνωρίσεων ήρθε στα τέλη του 2010 και στις αρχές του 2011, σε μια περίοδο κρίσης της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Μέση Ανατολή. Μια σειρά από χώρες της Νότιας Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων της Αργεντινής, της Βραζιλίας και της Χιλής, ανταποκρίθηκαν στις εκκλήσεις των Παλαιστινίων να υποστηρίξουν τις αξιώσεις τους για κρατική υπόσταση.

Οι κινήσεις αυτές ήταν μία απάντηση στην απόφαση του Ισραήλ να τερματίσει την προσωρινή απαγόρευση της κατασκευής εβραϊκών οικισμών στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.