Ο Ισπανοπερουβιανός συγγραφέας, δοκιμιογράφος, δημοσιογράφος και πολιτικός Μάριο Βάργκας Γιόσα, τιμηθείς με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2010, πέθανε χθες Κυριακή στα 89 του χρόνια στη Λίμα, όπου ζούσε έχοντας αποσυρθεί εδώ και μερικούς μήνες από τη δημόσια ζωή, ανακοίνωσε η οικογένειά του μέσω X.

«Με βαθιά θλίψη ανακοινώνουμε ότι ο πατέρας μας, ο Μάριο Βάργκας Γιόσα, πέθανε ειρηνικά σήμερα στη Λίμα, έχοντας πλάι του την οικογένειά του», ανέφερε ο μεγαλύτερος γιος του, ο Άλβαρο, σε μήνυμα το οποίο συνυπογράφουν ο αδελφός του Γκονσάλο κι η αδελφή του Μοργκάνα κι αναρτήθηκε στις 19:23 (τοπική ώρα· στις 03:23 ώρα Ελλάδας).

Τους τελευταίους μήνες, είχαν πολλαπλασιαστεί οι φήμες για επιδείνωση της υγείας του συγγραφέα.

«Βρίσκεται στην αυγή των 90 του χρόνων, ηλικία στην οποία πρέπει να μειώσει λιγάκι την ένταση των δραστηριοτήτων του», δήλωσε ο γιος του Άλβαρο τον Οκτώβριο, αποφεύγοντας να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες για την κατάσταση της υγείας του πατέρα του.

Παιδί οικογένειας της περουβιανής μεσαίας τάξης, ο Μάριο Βάργκας Γιόσα ήταν ανάμεσα στους μεγάλους πρωταγωνιστές του λατινοαμερικάνικου λογοτεχνικού «μπουμ» τα χρόνια του 1960 και του 1970, μαζί με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (Κολομβία) και τον Χούλιο Κορτάσαρ (Αργεντινή).

Ο Βάργκας Γιόσα πρωτοέγινε γνωστός στη δεκαετία του 1960 με μυθιστορήματα όπως τα La ciudad y los perros (Η πόλη και τα σκυλιά) (1963), La casa verde (Το πράσινο σπίτι) (1965), και το μνημειώδες Conversación en La Catedral (Πότε πήραμε την κάτω βόλτα;) (1969). Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει κωμωδίες, αστυνομικά, ιστορικά και πολιτικά μυθιστορήματα. Πολλά από αυτά, όπως το Pantaleón y las visitadoras (Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες), (1973) και το La tía Julia y el escribidor (Η θεία Χούλια και ο γραφιάς) (1977), διασκευάστηκαν και μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο.