Μετά από ενάμιση χρόνο πανδημίας και περίπου μισό χρόνο εμβολιασμών παγκοσμίως, έχει γίνει πλέον σαφές ότι ο μόνος τρόπος να επανέλθουν κάποια στιγμή οι ζωές μας στην κανονικότητα είναι να εμβολιαστούν περίπου επτά στους δέκα συμπολίτες μας, αν όχι περισσότεροι. Δεν χωράει συζήτηση σε αυτό, δεν είναι κάτι το αμφισβητήσιμο… Θυμάστε το «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε»; Ε, αυτή τη φορά, ή εμβολιαζόμαστε ή καταστρεφόμαστε.
του Μιχάλη Δεμερτζή
Ακούγεται υπερβολικό, αλλά δεν είναι. Η οικονομική κρίση που έφερε η πανδημία είναι δεδομένη τα αμέσως επόμενα χρόνια και η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να βλέπει αγορές σαν το «δύσπιστο» Ηνωμένο Βασίλειο να της κλείνουν την πόρτα του τουρισμού ούτε αντέχει έναν ακόμα χειμώνα με ατελείωτες καραντίνες. Για να είμαστε ακριβείς βέβαια, τον αντέχει, αλλά μόνο αν το ίδιο συμβεί πάλι σε όλο τον πλανήτη, και εδώ πρέπει να θυμίσουμε πως την τελευταία φορά που επενδύσαμε στην καταστροφή του υπόλοιπου κόσμου, το πληρώσαμε με πάνω από 100 δισ. ευρώ και την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας μας για έναν αιώνα.
Αυτά προφανώς λαμβάνονται υπόψη από τις ελληνικές αρχές, για αυτό και καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός για τους πυροσβέστες της ΕΜΑΚ και έχουν διαρρεύσει οι σκέψεις για υποχρεωτικό εμβολιασμό κι άλλων δημόσιων λειτουργών που έρχονται σε επαφή με κόσμο, πέραν των υγειονομικών, όπως μέλη της Αστυνομίας. Ξέρετε και τι άλλο έχει διαρρεύσει όμως; Οι σκέψεις των αντίστοιχων επαγγελματικών ομάδων να κινητοποιηθούν εναντίον της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών! Με άλλα λόγια, όχι μόνο οι επαγγελματικές ενώσεις σιωπούσαν ενόσω έβλεπαν τόσο καιρό μέλη τους να αρνούνται να εμβολιαστούν, αλλά κάποιες από αυτές ετοιμάζονται τώρα να ανοίξουν και μέτωπο κατά των εμβολίων. Οπότε, να που για άλλη μία φορά ασχολούμαστε με τα αυτονόητα…
Το επιχείρημα εδώ είναι ίδιο με το επιχείρημα των απανταχού αντιεμβολιαστών: Ο εμβολιασμός είναι μία ιατρική πράξη και κάθε ιατρική πράξη προϋποθέτει την ελεύθερη συναίνεση του ατόμου που θα τη δεχθεί, ύστερα από την πλήρη ενημέρωσή του. Στο ίδιο μοτίβο, συνδικαλιστικά όργανα των εν λόγω ενώσεων έχουν τονίσει δημοσίως πως τα μέλη τους πρέπει να πειστούν με τα λόγια να εμβολιαστούν και όχι να υποχρεωθούν με το «έτσι θέλω» του κράτους.
Πολύ ωραία και «δημοκρατικά» όλα αυτά, αλλά αν μετά από 3,42 εκατομμύρια νεκρούς από κορωνοϊό παγκοσμίως και τη συμπερίληψη των διαθέσιμων ΜΕΘ στα «επαπειλούμενα είδη», ένας άνθρωπος με τηλεόραση, smartphone, διαδίκτυο, οικογενειακό γιατρό και φυσιολογική ακοή και όραση, περιμένει από το κράτος να στείλει εγκύκλιο στην υπηρεσία του για να του δώσουν μία Α4 που να του εξηγεί τα καλά του εμβολιασμού, τότε συγγνώμη αλλά το πρόβλημα είναι στον άνθρωπο και όχι στο κράτος. Η ίδια δε υποχρέωση του εμβολιασμού από συγκεκριμένους επαγγελματίες δεν έχει σχέση με φυσικό εξαναγκασμό…
Συγκεκριμένα, εννοείται πως ο καθένας έχει δικαίωμα να επιλέγει τις ουσίες που θα βάλει μες στο σώμα του, αλλά αυτό το δικαίωμα δεν δημιουργεί καμία υποχρέωση στον εκάστοτε εργοδότη του, πόσο μάλλον όταν αυτός ο εργοδότης είναι μία δημοκρατία, της οποίας η νομιμοποίηση περνά πρωτίστως μέσα από την προστασία των πιο ευάλωτων μελών τής κοινωνίας της, ειδάλλως δεν θα ήταν δημοκρατία. Για να το πούμε αλλιώς, η δημόσια υγεία εν προκειμένω δεν είναι «δημόσια», αν το κράτος δεν μεριμνήσει για την προστασία και τα δικαιώματα όλων εκείνων που έχουν πραγματικούς λόγους να μην εμβολιάζονται, όπως π.χ. βρέφη και έγκυες… Ο μόνος τρόπος για να γίνει πράξη αυτή τη μέριμνα, καλώς ή κακώς, είναι να εμβολιαστεί όσο το δυνατόν περισσότερος κόσμος. Το άλλο που νομιμοποιεί μία δημοκρατία είναι η ύπαρξη λειτουργικής αγοράς, για αυτό και είναι σκόπιμο η ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόζει πολιτικές που ελαχιστοποιούν τις πιθανότητες νέων lockdown, χωρίς φυσικά να υπερβαίνει τα συνταγματικά της όρια, πράγμα που πετυχαίνει περιορίζοντας την υποχρεωτικότητα σε κρατικούς υπαλλήλους (με εξαίρεση τους υγειονομικούς, που, για τους ίδιους λόγους, εξυπακούεται ότι πρέπει να εμβολιάζονται ακόμα κι αν δεν είναι του δημοσίου).
Το σκεπτικό είναι αρκετά απλό και γίνεται ακόμη απλούστερο αν σκεφτούμε πως το κράτος προτίθεται να υποχρεώσει τους υπαλλήλους του που συναναστρέφονται με κόσμο να εμβολιαστούν, με τον ίδιο τρόπο που ένας εργολάβος υποχρεώνει τους εργάτες του που ανεβαίνουν στις σκαλωσιές να δένονται με ιμάντες ασφαλείας. Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να φορέσει αυτούς τους ιμάντες… Ένας εργαζόμενος μπορεί πολύ απλά να πει ότι δεν τον βολεύουν… Σε αυτή την περίπτωση όμως, επειδή οι ιμάντες προστατεύουν την υγεία του ίδιου, την υγεία των συναδέλφων του και, εν τέλει, την εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης που τον πληρώνει, το ηθικά δέον για αυτόν τον εργαζόμενο είναι να παραιτηθεί και, αν δεν το κάνει, το λογικά αναμενόμενο να απολυθεί. Στον αντίποδα, το να διαμαρτύρεται επειδή θέλει να περάσει με το ζόρι το δικό του, όπως φαίνεται ότι ετοιμάζονται να κάνουν και κάποιοι ανεμβολίαστοι εργαζόμενοι, δεν είναι απλά παράλογο… Είναι και ανήθικο.