Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αντιπαθούσε τους “ανασχηματισμούς”. Σχεδίαζε πολύ προσεκτικά  τις κυβερνήσεις του, παρακολουθούσε εκ του σύνεγγυς το έργο των υπουργών, έκανε τις παρεμβάσεις του όποτε το έκρινε απαραίτητο (χωρίς να το παίρνει κανείς χαμπάρι) και εμπιοστευόταν (όσο έπρεπε) τους υπουργούς του.

του Δημήτρη Καπράνου

Η εικόνα που έδιναν οι κυβερνήσεις του ήταν “συμπαγής” , φυσικά με εμφανέστατη την “αρχηγική” της συγκρότηση. Ο Καραμανλής δεν είχε περιθώρια να ασχοληθεί με οτιδήποτε άλλο, εκτός από την παραγωγή έργου. Οι περίοδοι κατά τις οποίες ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, άλλως τε, δεν επέτρεπαν την παραμικρή απώλεια χρόνου. Τόσο το 1955, όσο και το 1974, η χώρα βρσκόταν σε πολύ κρίσμη καμπή.

Τύχη αγαθή, θητεύσαμε δίπλα σε ανθρώπους που γνώρισαν πολύ καλά και εκ του σύνεγγυς των Κωνσταντίνο Καραμανλή. Είχαμε καθημερινή επαφή με τον Βαγγέλη Μπίστικα, τον Στάμο Ζούλα και τον Μίμη Παπαναγιώτου. Ανθρώπους οι οποίοι είχαν, προ πολλού- ξεπεράσει κάθε είδους εξάρτηση από πρόσωπα και καταστάσεις. Είδαμε πώς μιλούσαν για τον Καραμανλή. Με σεβασμό, με προσοχή και θαυμασμό. Και-τύχη αγαθή- έχουμε ακούσει πολλά από όσα έχουν συμβεί και δεν γράφηκαν όλα αυτά τα χρόνια.

Ο Καραμανλής έφτιαχνε πάντα μια ομάδα, στην οποία είχε εμπιστοσύνη. Με την ομάδα εκείνη προχωρούσε, με ελάχιστες διοσθωτικές κινήσεις. Αλλά απαιτούσε από τους υπουργούς του συνεχή εργασία και παρουσία.

Στην δεύτερη μεταπολιτευτική πρωθυπουργική του θητεία, όρισε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη υπουργό Συντονισμού. Καθώς ο “ψηλός” δεν ήξερε τα “μυστικά” του πρωθυπουργού, οι συνδελφοί του, τον έπεισαν να πάει (ως ο κορυφαίος των υπουργών) και να ζητήσει από τον Καραμανλή “να δώσει μια εβδομάδα άδεια στους υπουργούς του”.

Ο Μητσοτάκης, που το θεώρησε λογικό, ζήτησε ακρόαση και έθεσε το θέμα. “Βεβαίως να σας δώσω άδεια. Αλλά όποιος θέλει άδεια, πρέπει να υποβάλει προηγουμένως την παραίτησή του!” απάντησε ο πρωθυπουργός και, φυσικά, οι “άδειες” πήγαν περίπατο…

Εκεί, στην αίθουσα συσκέψεων της “Καθημερινής”, έχουμε ακούσει πολλά ακόμη. Όπως εκείνο, με  γνωστό μεγαλοεφοπλιστή-επιχειρηματία, ο οποίος επεδίωκε με επιμονή μια συνάντηση με τον Καραμανλή, αλλά εκείνος την απέφευγε, καθώς κρατούσε- με επιμέλεια- αποστάσεις από τους “εκπροσώπους του κεφαλαίου”.

Τελικώς, με την διαμεσολάβηση κουρυφαίου υπουργού και στενού συνεργάτη του, ο Καραμανλής αποφάσισε να δεχθεί “για μια σύντομη συνομιλία” τον επιχειρηματία. Η συνάντηση, πράγματι, έγινε στο πρωθυπουργικό γραφείο, στην Βουλή (τότε δεν υπήρχε Μέγαρο Μαξίμου) και όταν τελείωσε -σε χρόνο συντομότερο από ότι προβλεπόταν- ο επιχειρηματίας πήγε αμέσως στο γραφείο του υπουργού, ο οποίος είχε μεσολαβήσει για το ραντεβού.

“Πώς τα πήγαμε;” τον ρωτησε ο υπουργός, με χαμόγελο. “Βρε, αυτός είναι άγριος! Με το που μπήκα και είπα “καλημέρα σας, κύριε πρόεδρε” με άρπαξε απ’ τα μούτρα! “Πώς μπαίνεις στο γραφείο του πρωθυπουργού και δεν βγάζεις το καπέλο σου;”.

Βλέπετε, ο εν λόγω εφοπλιστής-επιχειρηματίας, όπου και να πήγαινε, φορούσε πάντα το “πηλίκο” του καπετάνιου…

Αυτός ήταν ο Καραμανλής. Μετρημένος, λογικός και σχεδόν απόλυτος. Και χωρίς να κάνει “ανασχηματισμούς”. Γι αυτό και θεωρήσαμε καλό σημάδι το ότι ο πρωθυπουργός δεν κάνει “το χατίρι”  των “μέσων” και αποφεύγει τους ανασχηματισμούς…


Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφ Η Εστία