Καθώς ο ουκρανικός στρατός απωθεί τις ρωσικές δυνάμεις, το Κίεβο ανακαταλαμβάνει πόλεις και χωριά που βρέθηκαν για πέντε μήνες υπό ρωσική κατοχή, «κληρονομώντας» νομικά και ηθικά ζητήματα σχετικά με όσους συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Ο εντοπισμός ομαδικών τάφων, αιθουσών βασανισμού και άλλων εγκλημάτων πολέμου σημαίνει ότι η ουκρανική Δικαιοσύνη θα επιδιώξει να αποδώσει ευθύνες.
Πολλές αμφιλεγόμενες δραστηριότητες συνυφασμένες με την καθημερινή ζωή των κατοίκων κατεχόμενων περιοχών δεν αναμένεται να τιμωρηθούν. Ιατρικό προσωπικό, πυροσβέστες και υπάλληλοι επιχειρήσεων κοινής ωφελείας δεν θεωρούνται προδότες από τις Αρχές του Κιέβου, καθώς οι δραστηριότητές τους ήταν αναγκαίες για τη λειτουργία των κοινοτήτων τους. Αστυνομικοί, δημοτικοί και περιφερειακοί υπάλληλοι, καθώς και ορισμένοι εκπαιδευτικοί, που συμφώνησαν να υπηρετήσουν τις ρωσικές κατοχικές δυνάμεις, χαρακτηρίζονται σήμερα συνεργασθέντες.
Οι πρωτοβάθμιοι εκπαιδευτικοί προβληματίζουν ιδιαίτερα την ουκρανική κυβέρνηση. «Δεν σκοπεύουμε να συλλάβουμε όλους τους δασκάλους. Αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο ενεργό ρόλο έπαιξαν στη διασπορά ρωσικής προπαγάνδας στα παιδιά, και οι ποινές θα είναι ανάλογες», εξηγεί ο εισαγγελέας της περιοχής του Χαρκόβου, Βολοντίμιρ Λιμάρ.
Οταν ο ουκρανικός στρατός ανακατέλαβε το Ιζιούμ, οι κάτοικοι τον υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό και σπιτικά γλυκά. Σήμερα, όμως, πολλοί από αυτούς παραπονούνται για την καχυποψία με την οποία τους αντιμετωπίζουν οι ουκρανικές αρχές. Ορισμένοι κάτοικοι κρίνονται σήμερα για τους μικρούς καθημερινούς συμβιβασμούς στους οποίους υποχρεώθηκαν για να συμβιώσουν με τα στρατεύματα κατοχής.
Κάποιοι κάτοικοι του Λιμάν επέλεξαν να το εγκαταλείψουν και να καταφύγουν στη ρωσική πόλη Μπελγκορόντ, λέγοντας ότι φοβούνται αντίποινα από τις ουκρανικές αρχές. Αλλοι διηγούνται πώς επιθετικές εκστρατείες σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης τους κατέστησαν στόχους στα μάτια των συμπολιτών τους.
«Ο καθένας βρέθηκε ενώπιον των ευθυνών του και επέλεξε τη μοίρα του. Εγώ αρνήθηκα να διδάξω ρωσική λογοτεχνία για λογαριασμό της ρωσικής κατοχικής διοίκησης. Δεν κρίνω όμως κανέναν», λέει η καθηγήτρια λυκείου Οκσάνα Χριζόνταμπ. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί διέφυγαν από το Ιζιούμ πριν αυτό καταληφθεί από τους Ρώσους, επιλέγοντας να ζήσουν χωρίς μισθό και επιβιώνοντας χάρη στα μποστάνια τους.
«Οι Ρώσοι άσκησαν πίεση σε κάποιους, αλλά όχι όλους, προκειμένου να διδάξουν», λέει η Σβετλάνα Σιντόροβα, καθηγήτρια Βιολογίας στην Μπαλακλίγια. Η Σιντόροβα προτίμησε να τεθεί σε διαθεσιμότητα, χωρίς μισθό, για να μη διδάξει το ρωσικό σχολικό πρόγραμμα. «Κάποιοι συνεργάστηκαν με τη βούλησή τους, χωρίς να έχουν πιεστεί καθόλου», σημειώνει η βιολόγος.