Τρεις ήταν οι νεκροί στις Μυκήνες και ένα το Ι.Χ. που παραβίασε τις μπάρες του προαστιακού στην Πάτρα. Ναι, μιλάμε πάλι για τροχαία. Και όχι, δεν είναι «άλλο ένα δυστύχημα». Είναι ο καθρέφτης μας. Ο καθημερινός, ο ρυθμικός, ο αδιάψευστος. Δεν σκοτωνόμαστε απλώς. Παραβαίνουμε για να σκοτωθούμε.

Ο Έλληνας δεν οδηγεί. Επιβάλλεται. Περνάει με κόκκινο γιατί «βιαζόταν», παρκάρει στη ράμπα γιατί «πέντε λεπτάκια είναι», πάει ανάποδα γιατί «ποιος να ’ρθει τέτοια ώρα απ’ την άλλη μεριά». Έχει μετατρέψει τον Κ.Ο.Κ. σε λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας. Και μετά κοιτάζει απορημένος τις μπάρες, τα φανάρια και τα αίματα.

Στην Πάτρα, ο οδηγός σκέφτηκε πως η αμαξοστοιχία αργεί, εγώ όμως όχι. Στις Μυκήνες, κάποιος δεν πρόλαβε να φρενάρει.
Πίσω τους, οι συγγενείς να κλαίνε, τα δελτία να ανακοινώνουν «θρήνο», κι εμείς να γυρίζουμε απλώς σελίδα, μέχρι την επόμενη φορά

Δεν φταίνε πάντα οι δρόμοι. Ούτε οι υποδομές. Ούτε το «κράτος».


Το πρόβλημα είναι πιο βαθύ και ονομάζεται κουλτούρα. Είναι η πίστη ότι «οι νόμοι είναι για τους άλλους». Ότι είμαστε πιο έξυπνοι από το σύστημα, πιο μάγκες και πιο γρήγοροι. Μέχρι να μας φτάσει το ασθενοφόρο.

Κι όμως, κάποτε είχαμε νομοθεσία. Ο Σόλων, ο νομοθέτης της αρχαίας Αθήνας, είχε θεσπίσει νόμο που τιμωρούσε την αδιαφορία για τα κοινά. Σήμερα, αδιαφορούμε για το κοινό καλό στους δρόμους — και το πληρώνουμε με αίμα.


Ίσως τελικά να χρειαζόμαστε έναν νέο Σόλωνα. Ή έστω ένα φανάρι με ντουντούκα που να φωνάζει: "Όχι, δεν είσαι μόνος στον δρόμο!"

Γιατί το να ζεις στην Ελλάδα είναι ευλογία. Αλλά το να επιβιώσεις οδηγώντας σ’ αυτήν, θέλει θαύμα.