Η Ελλάδα προχώρησε στην έκδοση 10ετούς ομολόγου, σύμφωνα με ανακοίνωση του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Πρόκειται για το πρώτο του 2024, αλλά και για το πρώτο από τότε που η ελληνική οικονομία επανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης Fitch και S&P. 

Το ελληνικό Δημόσιο έχει δώσει εντολή στις Alpha Bank, Barclays, Citi, Commerzbank, Nomura και Societe Generale για την έκδοση ομολόγου λήξεως 15 Ιουνίου 2024. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η κοινοπρακτική συναλλαγή θα δρομολογηθεί στο εγγύς μέλλον, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς.

Δεδομένου ότι τα ελληνικά χρεόγραφα έχουν επιστρέψει στο ραντάρ των ξένων επενδυτών, το ενδιαφέρον αναμένεται έντονο και οι προσφορές προβλέπεται ότι θα κυμανθούν σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Ενδιαφέρον για ελληνικά ομόλογα από μεγάλους διαχειριστές κεφαλαίων 

Eν τω μεταξύ, μία νέα γενιά επενδυτών, περισσότερo «ποιοτικών» και μακροπρόσθεσμων, δημιουργείται για τα ελληνικά στοιχεία ενεργητικού, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Το γεγονός αυτό είναι πιο απτό στα ελληνικά ομόλογα, ενώ για τις ελληνικές μετοχές αναμένεται να συμβεί όσο πλησιάζουμε στο πέρασμα της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς από τις αναδυόμενες στις ανεπτυγμένες αγορές.

Με θετικές διαθέσεις αντιμετωπίζουν πλέον οι μεγάλοι διαχειριστές κεφαλαίων τα ομόλογα της Ελλάδος, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και την συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στους δείκτες IG, δημιουργώντας έτσι μία νέα γενιά επενδυτών στους ελληνικούς τίτλους.

Η Vanguard Asset Management, η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων στον κόσμο, και η Candriam, η οποία επιβλέπει περιουσιακά στοιχεία 140 δισ. ευρώ, αγοράζουν κρατικά ομόλογα από τα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας , ενώ UBS, JP Morgan, Goldman Sachs, Citi και Societe Generale, με προηγούμενες εκθέσεις τους δηλώνουν «ταύροι» για τα ελληνικά ομόλογα.

Με την επενδυτική βαθμίδα και τα ελληνικά ομόλογα μπαίνουν στα ραντάρ διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων που επενδύουν σε ομόλογα και διαχειρίζονταν περί τα 28 τρισ. δολάρια ΗΠΑ σε στοιχεία ενεργητικού.