Οσο καιροσκοπικά την επέβαλε, άλλο τόσο σκληρά θα την πληρώσει: η απλή αναλογική, με την οποία θα διεξαχθούν οι επόμενες εκλογές, στρέφεται πλέον ευθέως εναντίον του εμπνευστή της, Αλέξη Τσίπρα, τουλάχιστον εξίσου όσο και εναντίον της κυβέρνησης για την υπονόμευση της οποίας και θεσπίστηκε.

Τις παραμονές των τελευταίων εκλογών, ο Τσίπρας είχε υπολογίσει (σωστά) πως όταν θα ερχόταν η στιγμή των εκλογών για μια ενδεχόμενη δεύτερη κυβερνητική περίοδο της ΝΔ, εκείνος θα ήταν ακόμα επίσης δεύτερος, στο εκλογικό σώμα. Και ο σκοπός της απλής αναλογικής ήταν ένας και μοναδικός: να την αποτρέψει. Με όποιο κόστος.

Οχι λοιπόν, δεν ήταν μια «άδολη» και «δημοκρατική» επιλογή. Ηταν η συνειδητή απόφαση να βάλει μια βόμβα στα θεμέλια της πολιτικής λειτουργίας της χώρας. Βόμβα που δεν βρήκε ούτε ο ίδιος όταν ανέλαβε, αλλά ούτε και φρόντισε, όπως θα έκανε αν πίστευε αληθινά στην απλή αναλογική, να τη θεσπίσει στην αρχή της πρωθυπουργίας του. Και, πάντως, το αργότερο πριν πάει στις δεύτερες εκλογές που τον έκαναν ξανά πρωθυπουργό.

Πέραν αυτού, ο Τσίπρας δεν μπορεί παρά να γνωρίζει ότι η απλή αναλογική είναι ένα σύστημα που έχει φέρει συχνά, και στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα για τη δημοκρατία από εκείνα που υποτίθεται ότι θα μπορούσε να φέρει. Στην Ελλάδα, είναι το σύστημα που ευθύνεται ευθέως για την πρωθυπουργία Μεταξά. Στην Ιταλία είχε κοστίσει κάποιες δεκαετίες καθυστέρησης.

Σε άλλες χώρες, όπως στην Πορτογαλία, έχει πρωταγωνιστήσει στην αστάθεια. Και πουθενά σε ευρωπαϊκή κλίμακα δεν επέτρεψε σε μια, αληθινή τουλάχιστον, Αριστερά να αναλάβει και να διατηρήσει την εξουσία. Δυνατότητες πραγματικής λειτουργικότητας της απλής υπάρχουν μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις όπου οι εθνικές πολιτικές έχουν ωριμάσει περισσότερο από τις κομματικές και έχουν κατισχύσει. Λ.χ. στη Γερμανία: είτε με Χριστιανοδημοκράτες είτε με Σοσιαλδημοκράτες και με Φιλελεύθερους ή Πράσινους ως υποστηρίγματα, η εθνική πολιτική δεν αλλάζει.

Αυτά όμως που σκεπτόταν ο Τσίπρας πριν από την ήττα του από τον Μητσοτάκη, σήμερα έχουν ένα ακόμα πρόσθετο και μεγάλο για αυτόν πρόβλημα. Τώρα, αύριο συγκεκριμένα, όλα αλλάζουν: ο Τσίπρας κινδυνεύει να πέσει στο βάραθρο του ίδιου του οπορτουνισμού του. Γιατί υπολόγισε μεν σωστά το ένα σκέλος των εξελίξεων αλλά του διέφυγε εντελώς το άλλο: λογάριασε χωρίς τον «ξενοδόχο» που λέγεται (λεγόταν τουλάχιστον αλλά μάλλον θα ξαναλέγεται σύντομα) ΠΑΣΟΚ.

Αυτός ο «ξενοδόχος» όμως έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον Τσίπρα, γιατί απευθύνονται και οι δύο στην ίδια πολιτική αγορά. Που τώρα, με τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται με τις εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ και ακριβώς λόγω της απλής, μπορεί να οδηγηθεί σε εντελώς νέα δεδομένα. Αν αύριο επαληθευτούν, όπως αναμένεται, τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου και ο Ανδρουλάκης νικήσει τον Παπανδρέου, ο Τσίπρας θα βρεθεί με πολύ σοβαρό στρατηγικό αντίπαλο. Ο Ανδρουλάκης ξέρει καλά ότι η πολιτική βάση του κόμματός του έχει λεηλατηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ – είναι μια πλήρης πολιτική αναστροφή των πρώτων μεταπολιτευτικών δεκαετιών.

Αν, όπως αναμένεται, αύριο νικήσει τελικά το «όνομα» – γιατί όνομα θα πρέπει να νικήσει, ο ίδιος ο υποψήφιος ως πρόσωπο χωρίς αυτό θα ήταν εξαρχής άνευ σημασίας -, ο Ανδρουλάκης έχει διπλή πλέον ισχύ να καλέσει τους παλιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ πίσω. Ο ίδιος είναι πιστός βαθύς κομματικός – και αυτό λειτούργησε ήδη πολύ αποτελεσματικά σε όσους έχουν μείνει. Εύκολα θα λειτουργήσει και ως μαγνήτης για πολλούς που έχουν φύγει.

Προδήλως, ο Ανδρουλάκης δεν πρόκειται να κάνει τη χάρη στον Γιώργο να του χαρίσει το επίθετο Παπανδρέου – τώρα είναι αυτός ο αληθινός πολιτικός γιος του Ανδρέα, όπως είναι και ο κληρονόμος της Φώφης, αλλά, ακόμα πιο πολύ, ιδεολογικά, του ίδιου του Γεννηματά. Ο Ανδρουλάκης ταιριάζει με όλα αυτά και ασφαλώς δεν πρόκειται να τα αφήσει να πάνε χαμένα. Επίσης, είναι προφανές ότι δεν θεωρεί τη ΝΔ, ιδίως επί Μητσοτάκη, ως την κεντρική δεξαμενή για την αύξηση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ, αλλά τον ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί θα χτυπήσει.

Αν λοιπόν ο Ανδρουλάκης εκλεγεί αύριο και αν παίξει και σωστά τα χαρτιά του στο επόμενο διάστημα, κάτι που προδήλως έχει κάνει πολύ αποτελεσματικά μέχρι σήμερα, ο Τσίπρας πρέπει πια να ανησυχεί πολύ. Και ο συνδυασμός σακάκι με ζιβάγκο, που φοράει τελευταία, ασφαλώς και δεν θα τον σώσει από ένα ρεύμα που λίγο θα απέχει από το να γεννηθεί και να πυροδοτήσει εξελίξεις που ο Τσίπρας θα μετανιώσει πικρά. Και θα έχει, όσο είναι ακόμα δεύτερος (γιατί πρώτος δεν θα είναι), μία και μόνη ελπίδα: τις μεθεπόμενες εκλογές, ξανά με την ενισχυμένη. Γιατί, όσο προλαβαίνει, ως δεύτερου, κάτι παραπάνω θα του δώσει…
(του Γιώργου Μαλούχου από τα “Νέα Σαββατοκύριακο)