Με αφορμή τη συμπλήρωση σαράντα ημερών από τον θάνατο του μεγάλου μας Σάββα Θεοδωρίδη, «ΤΑ ΝΕΑ» μού ζήτησαν να γράψω ένα σημείωμα με κάποιες ιστορίες για τη σχέση μου με το ποδόσφαιρο, τον Ολυμπιακό και τον αείμνηστο και μοναδικό Σάββα.

Παραθέτω λοιπόν κάποιες από τις αναμνήσεις μου. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του 1960.

Η οικογένειά μου δραστηριοποιείται, ήδη από τον παππού μου, στα Πρακτορεία Διανομής Τύπου και ο πατέρας μου είναι Διευθυντής του Νέου Πρακτορείου Εφημερίδων και Περιοδικών. Εκείνη την εποχή υπήρχαν δύο Πρακτορεία και υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός για την προώθηση της κυκλοφορίας των εφημερίδων του καθενός. Στο άλλο Πρακτορείο κυκλοφορούσε η «Αθλητική Ηχώ» και τη Δευτέρα η «Αθλητική Φωνή» (εκδότης Σέμπος), φιλοπαναθηναϊκού προσανατολισμού που ήταν και η μόνη αθλητική εφημερίδα.

Ετσι όταν επισκέφθηκαν τον πατέρα μου η αείμνηστη Ειρήνη (κυρα-Ρήνη) Νικολαΐδου με τον σύζυγό της δημοσιογράφο Θόδωρο Νικολαΐδη και του πρότειναν να κυκλοφορήσουν μία δεύτερη αθλητική εφημερίδα, καθαρά φιλοολυμπιακού προσανατολισμού, ο πατέρας μου ενθουσιάστηκε με την ιδέα και την αγκάλιασε. Ετσι εκδόθηκε το «Φως», η εφημερίδα που πρωταγωνίστησε στον κόσμο του Ολυμπιακού για πολλά χρόνια.

Εγώ ήμουν ήδη Ολυμπιακός και φυσικά το γεγονός αυτό όταν μου το διηγήθηκε ο πατέρας μου, με ενθουσίασε. Πώς έγινα όμως Ολυμπιακός: Οπως όλα τα παιδιά, τουλάχιστον εκείνης της εποχής! Ηταν η εποχή του Μπούκοβι, του μεγάλου Ούγγρου προπονητή, εποχή κατά την οποία η ομάδα του Ολυμπιακού πρωταγωνιστούσε, έχοντας κερδίσει έξι απανωτά πρωταθλήματα και έχοντας στις τάξεις της παίκτες μεγάλης κλάσης.

Ενδεικτικά αναφέρω τους Μπέμπη, Ρωσίδη, Κοτρίδη, Πολυχρονίου, Δαρίβα και άλλους. Φυσικό είναι τα νέα παιδιά να έλκονται από τον πρωταθλητή! Υπήρχε όμως ένας άλλος λόγος, πολύ πιο συμφεροντολογικός:

Ο πατέρας μου δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για τον αθλητισμό και το ποδόσφαιρο, είχαμε όμως έναν οικογενειακό φίλο, τον δικηγόρο Σπύρο Αλεξίου που με πήγαινε κάθε Κυριακή στο γήπεδο. Την πρώτη φορά με πήγε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού στην Αλεξάνδρας. Μπαίνοντας με ρώτησε:

Τι ομάδα είσαι; Εγώ σκεπτόμενος ότι για να με πηγαίνει σε αυτό το γήπεδο θα είναι Παναθηναϊκός και επειδή ήθελα να εξακολουθήσω να πηγαίνω μαζί του, ψιθύρισα: Παναθηναϊκός.

Τότε με κοίταξε με πολύ άγριο βλέμμα και μου είπε: Αν θέλεις να σε ξαναπάω στο γήπεδο αυτή τη λέξη δεν θα την ξαναπείς. Και έτσι έγινα, οριστικά και αμετάκλητα Ολυμπιακός. Και πήγαινα σχεδόν κάθε Κυριακή στο γήπεδο.

Και όταν μεγάλωσα και τέλειωσα το σχολείο πηγαίναμε την Κυριακή στο γήπεδο με την παρέα και βλέπαμε τον Ολυμπιακό και μετά στο Κολωνάκι στον Μπόκολα και τρώγαμε λουκουμάδες. Η αξέχαστη Ειρήνη Νικολαΐδη με είχε πάει και σε προπονήσεις του Ολυμπιακού και είχα γνωρίσει τους παίκτες. Ημουν πολύ περήφανος γι’ αυτό και το διαλαλούσα στην τάξη.

Την εποχή εκείνη λοιπόν άκουσα για πρώτη φορά το όνομα του Σάββα Θεοδωρίδη. Είχε κάνει πολύ θόρυβο μία φοβερή απόκρουση που είχε κάνει σε κεφαλιά από πολύ κοντινή απόσταση. (Σαν την απόκρουση του Banks στην κεφαλιά του Pele). Πρέπει να ήταν σε ματς με τον Παναθηναϊκό.

Εκτοτε έγινε ο βασικός τερματοφύλακας της ομάδας. Οι εφημερίδες της εποχής γέμισαν ξαφνικά με άρθρα για τον Θεοδωρίδη. Οχι μόνο για την ποδοσφαιρική αξία του που ήταν αδιαμφισβήτητη αλλά και γιατί ήταν ένας παίκτης πολύ διαφορετικός από τους συμπαίκτες του. Νέος, ωραίος αλλά και πλουσιόπαιδο (θρυλείται ότι έδινε τον μισθό του στους άπορους συμπαίκτες του), από καλό σπίτι και με σπουδές στη φαρμακευτική αν θυμάμαι καλά! Εχω ακόμα στη μνήμη μου μία φωτογραφία που μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση και με είχε κάνει τότε να ζηλεύω.

Τον Σάββα Θεοδωρίδη δίπλα σε ένα ολοκαίνουργιο, εντυπωσιακό αυτοκίνητο που μόλις του είχε αγοράσει ο πατέρας του μπρος από το οικογενειακό φαρμακείο, γωνία Νίκης και Καραγεώργη Σερβίας. Και έρχομαι τώρα στη γνωριμία μου με τον Σάββα. Μέσω μιας αγαπητής μου συμμαθήτριας είχα γίνει δεκτός στη φοβερή και τρομερή ομάδα της Κηφισιάς, στην περίφημη Labora.

Η Labora αποτελείτο από παιδιά γνωστών οικογενειών και ψυχή ήταν ο Λέων Μελάς (το περίφημο 9 της ομάδας), γνωστός μου και από το Πανεπιστήμιο. Παίζαμε κάθε Σάββατο, καμιά φορά στον κήπο του σπιτιού του Λέοντα, απέναντι από το σπίτι του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά που καμιά φορά έπαιζε και αυτός και συνήθως στον τεράστιο κήπο του σπιτιού του Νίκου Καρέλα, όπου, με τη βοήθεια του κηπουρού (εδώ η συνεισφορά του Σάββα στην… «εξαγορά» της σιωπής του κηπουρού ήταν ουσιαστική…) είχαμε στήσει ξύλινα γκολ ποστ, τα οποία απομακρύναμε μετά το παιχνίδι. Παίζαμε συνήθως μεταξύ μας, χωρισμένοι στα δύο, αργότερα όμως που η Labora εξελίχθηκε έδινε και κανονικά παιχνίδια στην ερασιτεχνική νομίζω κατηγορία.

Παρ’ όλο που ήμασταν λοιπόν μια παρέα γνωστών τα παιχνίδια ήταν δυνατά, με πολύ φανατισμό, συγκρούσεις, ακόμα και τραυματισμούς. Φυσικά ο Λέων αλλά και το μεγαλύτερο μέρος της παρέας ήμασταν φανατικοί Ολυμπιακοί. Φανταστείτε λοιπόν την έκπληξη και τη χαρά μας όταν ο Λέων μάς ανήγγειλε ότι θα ερχόταν να παίξει μαζί μας ο Σάββας Θεοδωρίδης. Ο θρύλος τερματοφύλακας του Ολυμπιακού που είχε πρόσφατα κρεμάσει τα γάντια του.

Οταν λοιπόν ο Σάββας ήρθε να παίξει μαζί μας εγώ που έπαιζα στη θέση του τερματοφύλακα με όχι και ιδιαίτερη επιτυχία τού προσέφερα αμέσως τη θέση μου. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι την αρνήθηκε κατηγορηματικά. Ο Σάββας είχε γίνει γνωστός ως σπουδαίος τερματοφύλακας σε κανονικά γήπεδα και φαντάζομαι ότι δεν ήθελε να διακινδυνεύσει τη φήμη του σε ένα μικρό γήπεδο που μπαίνανε βροχή τα γκολ μπροστά σε μια παρέα γνωστών – και καλά έκανε. Ετσι ο Σάββας έπαιζε είτε μεσαίος, είτε μπροστά και σύντομα έγινε ο ηγέτης της ομάδας.

Επαιζε δυνατά, πολύ δυνατά, με φωνές και αμφισβητώντας τις φάσεις. Αυτός ήταν ο αδάμαστος χαρακτήρας του Σάββα. Δεν ήθελε να χάνει ποτέ! Απέναντι μου έδειξε εξαιρετική συμπεριφορά! Παρόλο που δεν το περίμενα και δεν ήμουνα και κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο (είχαμε σπουδαία ταλέντα στην ομάδα, μεγάλους μπαλαδόρους) ερχότανε πολλές φορές κοντά μου και με συμβούλευε πώς να παίρνω θέσεις, πώς να κάνω εξόδους κ.λπ.

Ηταν ένας στοργικός και πολύτιμος δάσκαλος. Μάλιστα πολύ συχνά με πείραζε λέγοντας ότι είμαι ένας σπουδαίος τερματοφύλακας γιατί επιτρέπω να γίνονται μεγάλα σκορ. Αργότερα προστέθηκε στην ομάδα και ένας άλλος μεγάλος παίκτης, το σπουδαίο σέντερ-φορ του Ολυμπιακού, ο Γιώργος Σιδέρης. Ετσι άρχισε λοιπόν η φιλία μας με τον Σάββα που κράτησε μέχρι το τέλος. Οταν ήμασταν πιο νέοι κάναμε παρέα. Αργότερα αραιώσαμε, βλεπόμασταν όμως σε φιλικά σπίτια ή σε κοινωνικές εκδηλώσεις.

Η κουβέντα του ήταν πάντα γύρω από την ομάδα μας, τον Ολυμπιακό. Θυμάμαι μάλιστα χαρακτηριστικά ότι μια φορά βρεθήκαμε να καθόμαστε δίπλα, σε ένα ταχύπλοο με προορισμό τη Μύκονο. Το ταξίδι διαρκούσε δυόμισι ώρες και όλη αυτή την ώρα ο Σάββας μού μιλούσε για τον Ολυμπιακό. Αυτός ήταν ο Σάββας. Αφοσιωμένος με όλη του την ψυχή στην ομάδα του. Δεν έφυγε στιγμή από κοντά της. Συμμετείχε ενεργά σε όλες τις καλές και τις κακές της στιγμές.

Αργότερα ο Σάββας, μη θέλοντας να φύγει από την αγαπημένη του ομάδα εξελίχθηκε σε διοικητικό παράγοντα και μετέπειτα σε γενικό αρχηγό. Είχαμε κρατήσει έναν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας οι δυο μας. Μου τηλεφωνούσε και βλεπόμασταν συχνά. Με ενημέρωνε για τις μεταγραφές, την κατάσταση των ποδοσφαιριστών, τους οποίους ακούραστα εμψύχωνε και τους φρόντιζε σαν παιδιά του, τους προπονητές, τα παιχνίδια αλλά και για τα προβλήματα της ομάδας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι όταν κάποια στιγμή του είχα πει ότι σκόπευα να ταξιδέψω στην Ισπανία επέμενε να συναντήσω τον Ernesto Valverde, με τον οποίο, μου έλεγε, διατηρούσε μεγάλη φιλία και αμέριστο θαυμασμό. Τον θεωρούσε πολύ μεγάλο προπονητή, όπως άλλωστε και τον τωρινό Pedro Martins.

Οπως αντιλαμβάνεσθε ο θαυμασμός μου για τον Σάββα Θεοδωρίδη είναι μεγάλος. Οχι μόνο γιατί υπήρξε ένας πολύ σπουδαίος τερματοφύλακας, ένας από τους μεγάλους που πέρασαν από τα ελληνικά γήπεδα και τον Ολυμπιακό.

Αλλά και γιατί σπάνια έχω δει άνθρωπο να υποστηρίζει με τόση πίστη και αφοσίωση αυτό που λατρεύει.