Πρώτος κανόνας της διεθνούς πολιτικής είναι να ξέρεις και να παίζεις με τους κανόνες. Η βασική αρχή που περικλείει είναι η εξής: στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα, οι παίκτες καλούνται να αυξάνουν τα «κέρδη» τους με έξυπνες κινήσεις, διπλωματία και στρατηγική, αλλά πάντα επί των προσυμφωνημένων βασικών κανόνων.
Αναγνωρίζεται ένα ποσοστό ευελιξίας, που επιβάλουν άλλοτε οι συνθήκες, και άλλοτε η στρατηγική και οι ισορροπίες, αλλά πάντα στο τέλος, όσοι αρνούνται να τηρήσουν τους κανόνες, χάνουν την αξιοπιστία τους, και είτε αναγκάζονται να πειθαρχήσουν, είτε περιθωριοποιούνται και απομονώνονται. Παρακολουθώντας τη δραστηριότητα της Τουρκίας σε ολόκληρη τη Μεσόγειο την τελευταία διετία, είναι εμφανές ότι η Αγκυρα επιδιώκει όχι μία κάποια ευελιξία αλλά την πλήρη ανατροπή των κανόνων.
Εδώ και μήνες, ο Ερντογάν, παγιδευμένος σε μία έξαρση μεγαλοϊδεατισμού, κάνει μία συστηματική προσπάθεια αξιοποίησης της ευαίσθητης για τη διεθνή ισορροπία γεωγραφικής θέσης της χώρας του. Η Τουρκία κατάφερε, μέχρι ενός ορισμένου σημείου, να πείσει ότι είναι μία φαινομενικά αυτόνομη περιφερειακή δύναμη, πολλές φορές εξωθώντας τους κανόνες του παιχνιδιού στα όριά τους. Θεώρησε ότι η ταυτότητα της περιφερειακής δύναμης, αυτή καθ’ αυτή, θα ήταν επαρκής για να ακολουθήσει μεμονωμένες και αντιφατικές συμπεριφορές απέναντι στις ΗΠΑ, στη Ρωσία και στην Κίνα. Ομως, η ανορθόδοξη και επιθετική αυτή πολιτική οδήγησε στο εξής αναπόφευκτο ερώτημα που συνοδεύει πλέον κάθε προσπάθεια τοποθέτησης της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή: πού είναι τελικά η θέση της; Βρίσκεται σταθερά στη Δύση και στο ΝΑΤΟ, έχει στενή σχέση με τη Ρωσία και την Κίνα, ή κανένας δεν μπορεί να είναι πλέον σίγουρος ποια θα είναι η συμπεριφορά της σε κρίσιμες στιγμές;
Τα περιθώρια αυτής της επιβληθείσας φαινομενικής αυτονομίας όλο και λιγοστεύουν και αυτό διότι οι συνθήκες τις οποίες ο Ερντογάν εκμεταλλευόταν για να κινείται στα όρια του ανεκτού δεν υφίστανται πια. Η αμερικανική ηγεσία υπό την προεδρία Μπάιντεν στέλνει ξεκάθαρα μηνύματα στον τούρκο πρόεδρο. Η Ευρώπη αναγνωρίζει πλέον βασικές αξιακές διαφορές με την Αγκυρα που δυσκολεύουν την προώθηση μιας δίχως προϋποθέσεις θετικής ατζέντας. Ταυτοχρόνως, η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για θέματα δημοκρατίας, ανθρώπινων δικαιωμάτων και κράτους δικαίου, τόσο εντός αλλά και εκτός, δημιουργεί ένα αρνητικό κλίμα το οποίο κοστίζει στην Τουρκία. Αναμφίβολα, η Δύση επιθυμεί στους κόλπους της μία Τουρκία δημοκρατική και το ΝΑΤΟ θα δώσει μάχη για να κρατήσει την Τουρκία στη συμμαχία.
Αυτή η προσέγγιση ήταν πάντα αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και είναι προς όφελος της χώρας μας. Ασκώντας μία δραστήρια εξωτερική πολιτική που βασίζεται σε σταθερές αρχές και ισχυρές συμμαχίες, η Ελλάδα επιδιώκει την επίλυση των διαφορών με την Τουρκία πάντα σεβόμενη τους κανόνες του παιχνιδιού και παίζοντας με ανοιχτά χαρτιά. Αυτό ήταν άλλωστε το μήνυμα που εξέπεμψε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Αγκυρα. Σε κάθε περίπτωση είναι κοινή παραδοχή ότι για να μπορέσει να υπάρξει μία σταθερή σχέση της Τουρκίας με την Ευρώπη, αυτή πρέπει να κινείται με βάση το διεθνές δίκαιο, τις επιμέρους του συμβάσεις όπως την UNCLOS, και την αρχή της καλής πίστης. Σε ένα λοιπόν διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές σκηνικό, με αντίπαλες πλευρές και συμφέροντα, ένας είναι ο κοινός παρονομαστής: ο σεβασμός στους βασικούς κανόνες του παιχνιδιού και η αξιοπιστία που απορρέει από αυτόν.
Η Τουρκία αρχίζει να το συνειδητοποιεί και η επερχόμενη άτυπη πενταμερής για το Κυπριακό θα είναι μία καλή ευκαιρία να δείξει τις προθέσεις της. Οποιος γνωρίζει τα δεδομένα ξέρει ότι οι προοπτικές επίλυσης τη δεδομένη χρονική στιγμή είναι περιορισμένες. Ομως, αυτό δεν σημαίνει ότι οι κανόνες του παιχνιδιού μπορούν να ανατραπούν. Στην περίπτωση του Κυπριακού, βασικός και απαράβατος κανόνας είναι και παραμένει η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. Επιμέρους ζητήματα όπως εύρος, αρμοδιότητές της και άλλα μπορούν να συζητηθούν.
Δύο κράτη όμως στην Κύπρο δεν θα γίνουν ποτέ αποδεκτά, από κανέναν.
το άρθρο δημοσιεύθηκε στα Νέα