Αυξήσεις συντάξεων από τα 500 ευρώ και άνω σε ποσοστά που κυμαίνονται μεταξύ 3,77% και 23,2% για παλιούς και νέους συνταξιούχους αποκαλύπτει η αναλογιστική μελέτη για την επάρκεια των συντάξεων που θα κατατεθεί μαζί με το ασφαλιστικό νομοσχέδιο στη Βουλή .
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύει ο Ελεύθερος Τύπος, οι αυξήσεις αφορούν παλαιούς και νέους συνταξιούχους που παίρνουν κύρια σύνταξη από τα 500 ευρώ και άνω μικτά και έχουν περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης.
Οι κατηγορίες που θα δουν αύξηση είτε στην τσέπη είτε με λογιστική μορφή δηλαδή με μείωση προσωπικής διαφοράς είναι:
1. Παλαιοί συνταξιούχοι που έχουν επανυπολογισμό με θετική προσωπική διαφορά για τους οποίους προβλέπεται αύξηση ως 23,2% για όσους προέρχονται από το Δημόσιο (με 30 έτη ασφάλισης και άνω) και αύξηση 16% για δικαιούχους ΙΚΑ και άλλων Ταμείων.
2. Παλαιοί συνταξιούχοι που έχουν θετική προσωπική διαφορά και θα τη «σβήνουν» με πραγματική αύξηση στην τσέπη. Η μελέτη εκτιμά ότι το 4,4% των συνταξιούχων του Δημοσίου και το 3,3% των συνταξιούχων του ΙΚΑ και άλλων Ταμείων θα έχουν αυξήσεις που θα περάσουν τον πήχη της προσωπικής διαφοράς με αποτέλεσμα να φανούν τα λεφτά και στην τσέπη. Η εκτίμηση παραπέμπει σε ένα πλήθος 140.000 παλαιών συνταξιούχων που θα δουν την προσωπική διαφορά να καταργείται μέσω της αύξησης από τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης.
3. Νέοι συνταξιούχοι (μετά τις 13/5/2016). Στην κατηγορία αυτή εκτιμάται ότι περίπου 150.000 από τους 250.000 που έχουν βγει στη σύνταξη θα έχουν τις αυξήσεις στην τσέπη. Η μελέτη προβλέπει ότι:
• Για μικτή σύνταξη 500-1.000 ευρώ η αύξηση φτάνει στο 3,77%.
• Για μικτή σύνταξη 1.000-1.500 ευρώ η αύξηση φτάνει στο 6,74%.
• Για μικτή σύνταξη άνω των 1.500 ευρώ η αύξηση φτάνει στο 5,71%.
4. Έξτρα αύξηση θα έχουν όσοι κέρδισαν κάτι παραπάνω στη σύνταξη από τον πρώτο επανυπολογισμό.
Σημειώνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει «σημαία» ότι με τον νόμο Κατρούγκαλου κέρδισαν μεγαλύτερη σύνταξη 620.000 συνταξιούχοι, είτε γιατί είχαν δώσει επιπλέον εισφορές είτε επειδή είχαν πολύ χαμηλές συντάξεις και ευνοήθηκαν από τους συντελεστές του νόμου 4387. Από τους 600.000 όσοι έχουν 30 έτη ασφάλισης και άνω (κατ’ εκτίμηση ειδικών είναι περισσότεροι από 100.000) θα ξαναδούν αυξήσεις, καθώς οι συντάξεις τους θα υπολογιστούν με καλύτερα ποσοστά αναπλήρωσης από αυτά του προηγούμενου νόμου. Για παράδειγμα στα 35 έτη ο νόμος Κατρούγκαλου έδινε αναπλήρωση 33,81% και ο νέος νόμος την ανεβάζει στο 37,31%, ενώ στα 40 έτη το ποσοστό από 42,8% αυξάνεται στο 50,01%.
Είναι η πρώτη φορά που το υπουργείο Εργασίας καταθέτει ασφαλιστικό νομοσχέδιο με τεκμηρίωση για το αν και κατά πόσον οι προτεινόμενες διατάξεις του εξασφαλίζουν ένα επαρκές επίπεδο διαβίωσης για τους συνταξιούχους με βάση τους ευρωπαϊκούς αλλά και εθνικούς δείκτες ως προς το ελάχιστο όριο εισοδήματος που πρέπει να διαθέτουν τα νοικοκυριά ώστε να μην απειλούνται από τον κίνδυνο της φτώχειας.
Η μελέτη παραδόθηκε τις προηγούμενες μέρες στον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Γιάννη Βρούτση, ο οποίος, μέσω συνεργατών του, τονίζει ότι ο νέος νόμος διασφαλίζει τις συντάξεις για τις επόμενες δεκαετίες και τις επόμενες γενιές, ιδίως των νέων ασφαλισμένων. Είναι ενδεικτικό ότι τα ποσοστά αναπλήρωσης διατηρούνται άνω του 55% για μεγάλο διάστημα μέσα στις επόμενες δεκαετίες (2020-2070) όταν στην Ευρωζώνη δεν ξεπερνούν 45,6%.
Η μελέτη εκπονήθηκε από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή Παν. Τσακλόγλου και θα συνοδεύει το νομοσχέδιο που κατατίθεται σύντομα στη Βουλή.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι για τους σημερινούς συνταξιούχους ο κίνδυνος φτώχειας, μετά και τις ρυθμίσεις του νέου νόμου, είναι αισθητά χαμηλός, καθώς το 10,63% απειλείται από τον κίνδυνο φτώχειας έναντι 19,90% για τους μη συνταξιούχους και 17,94% για το σύνολο του πληθυσμού.
Το «στρες τεστ» για το πόσο επαρκείς είναι οι συντάξεις έγινε με τρεις δείκτες:
1. Με το 60% του «διάμεσου εισοδήματος» που χρησιμοποιεί η Eurostat και είναι 417 ευρώ για ένα άτομο.
2. Με ανώτατα και κατώτατα όρια του διάμεσου εισοδήματος στο 70% και 50% αντίστοιχα, που είναι 487 ευρώ και 347 ευρώ για ένα άτομο.
3. Με τον δείκτη εύλογων δαπανών διαβίωσης για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που είναι 537 ευρώ τον μήνα κατ’ άτομο και είναι το διαθέσιμο ποσό που θα πρέπει να κατέχει ένα νοικοκυριό για να πληρώνει αγαθά και υπηρεσίες.
Η μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου έδειξε ότι για το 2020 το 10,63% των συνταξιούχων έχει τον κίνδυνο να βρεθεί με εισόδημα κάτω από 417 ευρώ τον μήνα, δηλαδή μικρότερο από το 60% του διάμεσου εισοδήματος, ενώ με εισόδημα κάτω από το 50% του διάμεσου εισοδήματος, δηλαδή με λιγότερα από 347 ευρώ, κινδυνεύει να βρεθεί μόνον το 5,75% των συνταξιούχων. Στους μη συνταξιούχους, όπου συγκαταλέγονται εργαζόμενοι και άνεργοι, το 19,90% έχει τον κίνδυνο φτώχειας με λιγότερα από 417 ευρώ τον μήνα και το 13,32% έχει τον κίνδυνο να ζει με λιγότερα από 317 ευρώ τον μήνα, δηλαδή πέφτει κάτω και από το 50% του διάμεσου εισοδήματος.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος