Η αντιπαράθεση ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση λαμβάνει νέες διαστάσεις, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την επιβολή δασμών ύψους 50% σε ευρωπαϊκά προϊόντα και 25% σε τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Apple και η Samsung. Από το Οβάλ Γραφείο, ξεκαθάρισε πως «δεν ενδιαφέρεται για καμία συμφωνία», διαμηνύοντας ότι «ορίσαμε τους όρους – είναι 50% δασμοί».

Ο Τραμπ επιμένει πως η Ε.Ε. ιδρύθηκε «για να ζημιώσει τις ΗΠΑ» και δηλώνει έτοιμος να «παίξει το παιχνίδι με τους δικούς του όρους». Η σκληρή ρητορική του προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια στους ευρωπαϊκούς κύκλους, με τις Βρυξέλλες να ζητούν αμοιβαίο σεβασμό και διάλογο αντί για απειλές.

Ο Επίτροπος Εμπορίου της Ε.Ε., Μάρος Σέφτσοβιτς, τόνισε σε ανάρτησή του στο X (πρώην Twitter) ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραμένει δεσμευμένη σε μια ισότιμη και αμοιβαία επωφελή συμφωνία. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραμένει έτοιμη να εργαστεί με καλή πίστη. Το εμπόριο Ε.Ε.-ΗΠΑ είναι απαράμιλλο και πρέπει να διέπεται από αμοιβαίο σεβασμό και όχι από απειλές. Είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά μας», ανέφερε η ανάρτησή του

Αντιδράσεις και ερμηνείες

Ενώ κάποιοι αναλυτές βλέπουν πίσω από τις κινήσεις του Τραμπ μια τακτική πίεσης για διαπραγματευτικά πλεονεκτήματα, άλλοι προειδοποιούν για πραγματική κλιμάκωση στον ήδη τεταμένο εμπορικό πόλεμο.
Ο υφυπουργός Οικονομικών της Πολωνίας, Μίχαλ Μπαρανόφσκι, προσπάθησε να χαμηλώσει τους τόνους, εκφράζοντας αισιοδοξία για την επίτευξη συμφωνίας. «Το βλέπω ως ένα ακόμη στάδιο στις διαπραγματεύσεις, που ελπίζω να οδηγήσει σε μια δίκαιη και ισορροπημένη συμφωνία», δήλωσε.

Πτώση τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια

Οι δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου δεν έμειναν χωρίς αντίκτυπο. Τα χρηματιστήρια της Ευρώπης κατέγραψαν σημαντικές απώλειες. Στο Παρίσι, ο δείκτης CAC 40 σημείωσε πτώση 1,65%, ενώ στη Φραγκφούρτη η πτώση ήταν 1,54%. Στο Μιλάνο η κατάσταση ήταν ακόμα πιο δύσκολη, με απώλειες σχεδόν 2%. Η αγορά του Λονδίνου φάνηκε πιο ανθεκτική, με τον FTSE100 να χάνει μόλις 0,24%, γεγονός που αποδίδεται στη διμερή συμφωνία ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου στις αρχές Μαΐου.