Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, μετά τη λήξη της τελετής εγκαινίων αναμνηστικής στήλης για την Ελληνική Επανάσταση, στην Αγία Νάπα, και ερωτηθείς τι προσδοκά από την επικείμενη συνάντηση του με την ειδική απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό, Τζέιν Χολ Λουτ, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι «αναμένω να ακούσω τι από πλευράς Ηνωμένων Εθνών είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν, έτσι ώστε να επανέλθουμε μέσα στα όσα τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών καθορίζουν, ώστε να καθοριστούν πλαίσια, το κοινό έδαφος, το οποίο, όμως, να βασίζεται στο διεθνές δίκαιο και στους όρους εντολής του Γενικού Γραμματέα».
Σε ερώτηση πόσο εφικτή είναι η διεξαγωγή μια πενταμερούς συνόδου για το Κυπριακό, με δεδομένες τις παραβιάσεις της Τουρκίας στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι «αυτό, βεβαίως, θα διαφανεί από τις θέσεις και τις ενέργειες της τουρκικής και της τουρκοκυπριακής πλευράς.
Η δική μας θέση είναι ότι είμαστε αποφασισμένοι, στη βάση των όσων έχουν συμφωνηθεί, στη βάση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, πάντα μέσα στους όρους εντολής του Γενικού Γραμματέα, να προχωρήσουμε σε ένα γόνιμο διάλογο, ώστε να επιτραπεί να συμβιώσουμε ειρηνικά μέσα σε ένα καθεστώς και πολιτικής ισότητας και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Κληθείς να πει αν θα θέσει το θέμα του ανασχηματισμού της κυβέρνησης στους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων κατά τις συναντήσεις που θα έχει μαζί τους στις 14 και 15 Ιουνίου και ερωτηθείς αν θα ανακοινώσει ανασχηματισμό πριν από την αναχώρηση του για τις Βρυξέλλες, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι «αυτό θα διαφανεί από τις διαβουλεύσεις. Και είναι θερμή μου παράκληση να μη γίνεται σεναριολογία που πλήττει το κύρος και τον σεβασμό που τρέφω προς όλους τους συνεργάτες μου.
Οι επαφές μου με τους πολιτικούς αρχηγούς είναι για να δημιουργηθεί ένα κλίμα συναίνεσης, μιας ευρύτερης αποδοχής πολιτικών που μπορεί να οδηγήσουν την Κύπρο μας ακόμα πιο μπροστά».
«Αυτό που επιδιώκουμε, που επιθυμούμε, που στοχεύουμε, δεν είναι τι άλλο παρά η απαλλαγή της Κύπρου από τα όποια κατοχικά στρατεύματα, η απαλλαγή της Κύπρου από τις όποιες εγγυήσεις, τις όποιες εξαρτήσεις τρίτων. Αυτό που επιδιώκουμε είναι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κάθε Κύπριου πολίτη. Δεν αγνοούμε και δεν αρνούμαστε ότι οι συνθήκες και τα χρόνια έχουν καταστήσει συμπατριώτες και τους Τουρκοκύπριους», δήλωσε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης.
Στον χαιρετισμό που απηύθυνε κατά την τελετή αποκαλυπτηρίων του μνημείου της ιστορικής Μάχης της Αγίας Νάπας, στην Εκκλησία Αγίου Γεωργίου στην Αγία Νάπα, παρουσία του τέως Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε:
«Δεν διακρίνουμε πολίτες εθνικής καταγωγής. Αυτό που θέλουμε είναι Ευρωπαίους πολίτες που να δικαιούνται όσα και οι λοιποί των Ευρωπαίων δικαιούνται.
Με αποφασιστικότητα προσήλθαμε στις συνομιλίες, αλλά και με περισσή αξιοπρέπεια, αξιώνοντας πως η πολιτική ισότητα δεν μπορεί να μεταφράζεται σε πολιτική ανισότητα.
Σεβόμαστε και δεχόμαστε πως πρέπει να υπάρχει αλληλοσεβασμός, αλλά ο αλληλοσεβασμός δεν είναι μόνο από τη μία, αλλά και από τις δύο πλευρές που πρέπει να επέλθει. Δεν είναι από τη μία κοινότητα, αλλά και από τις δύο.
Ο κυπριακός λαός έζησε για εκατονταετίες ειρηνικά, μπορεί να συνεχίσει να συνδημιουργεί, αρκεί να μας αφήσουν μόνους, ανεξάρτητους, κυρίαρχους. Αυτό είναι το κράτος που επιδιώκουμε, ένα κράτος που θα σέβεται τις αρχές και αξίες της ΕΕ, που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα του συνόλου των πολιτών, που πριν και πάνω από όλα θα σέβεται τις αρχές της δημοκρατίας.
Αυτός είναι ο αγώνας μας, αυτή θα είναι η προσπάθεια μας και κάθε άλλη επιλογή, όπως ετέθη από τουρκικής και τουρκοκυπριακής πλευράς στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όχι μόνο δεν μας βρίσκει σύμφωνους, αλλά, θέλω με έμφαση να τονίσω, πως δεν είναι δυνατόν με ανάλογες προτάσεις να υπάρξει λύση που μπορεί να είναι συμβατή με το διεθνές δίκαιο, που μπορεί να είναι συμβατή με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις αξίες που ανατραφήκαμε που πιστεύουμε που πρεσβεύουμε.
Να είστε βέβαιοι ότι τόσο στην Ευρώπη όσο στα Ηνωμένη Έθνη και όχι μόνο, μέσα από μια πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική, η προσπάθεια μας είναι να αποτραπεί και να αποτραπούν τα όποια τετελεσμένα η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει.
Με αυτές τις κατευθυντήριες, κατά νου, αρχές πορεύομαι και θα πορευτώ, προκειμένου να πετύχω τη λύση που χρωστούμε και προσδοκά ο κυπριακός ελληνισμός και όχι μόνο».
Κατά τον χαιρετισμό του, ο κ. Αναστασιάδης καλωσόρισε τον κ. Παυλόπουλο, ενώ εξήρε την σημασία της Επανάστασης του ΄21.
«Είναι πραγματικά με ιδιαίτερη συγκίνηση που παρευρίσκομαι στην τελετή αποκαλυπτηρίων του μνημείου της ιστορικής Μάχης της Αγίας Νάπας, τιμώντας την Εθνεγερσία του 1821 και την προσφορά όλων όσοι αψήφιστα αγωνίστηκαν, πετυχαίνοντας την Παλιγγενεσία των Ελλήνων.
Επιτρέψτε μου, προ της όποιας άλλης αναφοράς, να καλωσορίσω για άλλη μια φορά, τον φίλο τέως Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλο και την κ. Παυλοπούλου, αλλά και να συγχαρώ τον δήμαρχο κ. Χρίστο Ζανέττου και τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Αγίας Νάπας, ως επίσης τον πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Φίλων Πάρκου Γλυπτικής “‘Αρωμα” Αγίας Νάπας και όλους όσοι συνέβαλαν στις διήμερες αυτές εκδηλώσεις προς τιμή της παλιγγενεσίας.
Μια πρωτοβουλία η οποία αποτιμά το έπος του 1821 ως ορόσημο της κοινής μας εθνικής συνείδησης.
Αναμφίβολα, η Ελληνική Επανάσταση ως η ευγενέστερη και κορυφαία στιγμή της νεότερης ιστορίας των Ελλήνων, αποτέλεσε το ισχυρό θεμέλιο της οικοδόμησης του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, συμπυκνώνοντας παράλληλα ολόκληρη την ιστορία του σύγχρονου Ελληνισμού.
Και τούτο, διότι οι Έλληνες, εμπνεόμενοι από την ιδέα της ελευθερίας καθυπόταξαν τις όποιες διαφορές τους χώριζαν, θέτοντας ως ύψιστο το υπέρτατο της πατρίδας συμφέρον, την απελευθέρωση της Ελλάδος από τον οθωμανικό ζυγό.
Το “Ελευθερία ή Θάνατος” δεν ήταν ένα εύηχο σύνθημα. Ήταν η συνειδητή επιλογή ενός έθνους που η δουλεία δεν συμβιβαζόταν με το “του Έλληνα ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει”.
Την ίδια στιγμή, η Ελληνική Επανάσταση αναγνωρίζεται ως ένα εξέχον γεγονός, για τις εξελίξεις που ακολούθησαν.
Παρά το γεγονός ότι στο σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας για την οργάνωση της εξέγερσης των Ελλήνων κατά των Οθωμανών, η Κύπρος δεν αναφέρεται ως μία από τις περιοχές, όπου θα πραγματοποιούνταν απελευθερωτικές ενέργειες. Παρά ταύτα, οι Κύπριοι κατέθεσαν μία υψίστης σημασίας έμπρακτη συνεισφορά.
Αισθανόμενοι ανέκαθεν αναπόσπαστο κομμάτι του εθνικού κορμού, στενάζοντας κάτω από τον οθωμανικό ζυγό, πέραν των χρημάτων και των προμηθειών, 1.000 και πλέον εθελοντές συμμετείχαν στον Αγώνα.
Ο εκδικητικά βαρύς φόρος αίματος που πλήρωσαν οι Κύπριοι για την εν λόγω συμμετοχή, δεν έκαμψαν, αλλά αντιθέτως γιγάντωσαν τη θέληση και τον ασίγαστο πόθο τους για ελευθερία.
Πορευόμενοι πλάι-πλάι προς την αθανασία, ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός και ο Οικονόμος Δοσίθεος με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, ο Χαράλαμπος Μάλης με τον Παπαφλέσσα, ο Μιχάλης Κυπραίος με τον Μακρυγιάννη έδωσαν νόημα στις λέξεις ηρωισμός, θυσία, ελευθερία.
Ιστορικές πηγές της εποχής μαρτυρούν ότι περίπου 130 Κύπριοι έχασαν τη ζωή τους στη Μάχη των Αθηνών, ενώ Κύπριοι ήταν και μεταξύ των νεκρών της εξόδου του Μεσολογγίου.
Αναλόγως σπουδαία υπήρξε και η δράση της «Φάλαγγας των Κυπρίων» στην Ελληνική Επανάσταση, της ομάδας Κύπριων εθελοντών που με επικεφαλής τον στρατηγό Χατζηπέτρο και υπό τη δική τους σημαία με επιγραφή «Σημαία ελληνική πατρίς Κύπρου», πολέμησαν με ιδιαίτερη γενναιότητα σε διάφορες μάχες.
Αυτόν τον αναλλοίωτο ελληνικό χαρακτήρα της Μεγαλονήσου κατά τη διάρκεια τριών αιώνων Τουρκοκρατίας, αλλά και τους ακατάλυτους δεσμούς των Κυπρίων με τον ελληνικό κορμό, είναι που μαρτυρεί η αποβίβαση Ελλήνων επαναστατών στα νοτιανατολικά παράλια της Κύπρου, την 17η Μαρτίου του 1826, με στόχο την εξασφάλιση προμηθειών για τις ανάγκες του Αγώνα.
Η μοναδική επί κυπριακού εδάφους μάχη που επακολούθησε εναντίον των Τούρκων Φρουρών της Αγίας Νάπας και της Τουρκικής Φρουράς της Αμμοχώστου, αλλά και η νικηφόρα έκβασή της, εμψύχωσε τους Έλληνες της Κύπρου σε καιρούς δοκιμασίας, εμψυχώνοντας τους για τους κατοπινούς αγώνες που χρειάστηκε να δώσουν για την πατρίδα μας.
Ήταν ο Ανδρούτσος και ο Κολοκοτρώνης, ο Μιαούλης και ο Κανάρης που ανέθρεψαν τον Μάτση και τον Παλληκαρίδη που οδήγησαν στον Μαχαιρά και τον Αχυρώνα.
Συνεχιζόμενης για 47 χρόνια της παράνομης τουρκικής κατοχής αντλούμε διδάγματα και δύναμη τόσο από τον Αγώνα του 1821 όσο και από τον απελευθερωτικό αγώνα του ’55-’59, αντλούμε διδάγματα ως πράξη αγωνιστικής αφύπνισης για τη συνέχιση και την καταξίωση που καλούμαστε σήμερα να δώσουμε, από εντελώς διαφορετικές συνθήκες, τον ειρηνικό αγώνα για επικράτηση του δικαίου».