Τα δύο θέματα που απασχόλησαν περισσότερο την επικαιρότητα την εβδομάδα που μας πέρασε, θα λέγαμε πως είναι από τις πιο κλασικές περιπτώσεις ελληνικής παθογένειας: Ανομία στα πανεπιστήμια και άρνηση δημόσιων λειτουργών να αξιολογηθούν. Συγκεκριμένα, την περασμένη Τρίτη, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο αντιεξουσιαστές ξυλοκόπησαν φοιτητή επειδή δεν συμφωνούν με τις απόψεις του, ενώ στο ΑΠΘ, (κάποιοι που λένε πως είναι) φοιτητές παρεμπόδιζαν τους υγειονομικούς ελέγχους για COVID στην είσοδο της Σχολής Θετικών Επιστημών και απειλούσαν τους ελεγκτές για τρεις συνεχόμενες ημέρες. Την ίδια ώρα, οι εκπαιδευτικοί της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ δίνουν τον δικό τους «αγώνα», μέσω δικαστηρίων και απεργιών, με αίτημα να μην αξιολογείται η δουλειά τους!
Κάπου εδώ κολλάει η λαϊκή ρήση «Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα»: Δεκαετίες πέρασαν, μνημόνια ήρθαν κι έφυγαν, πανδημίες μας χτύπησαν, αλλά η ελληνική Παιδεία έχει σταθερά τα ίδια ζητήματα. Εν τω μεταξύ, μιλάμε για τον πιο «μεταρρυθμισμένο» τομέα στην Ελλάδα. Εδώ και σαράντα χρόνια, γίνεται περίπου μία μεταρρύθμιση στην Παιδεία ανά τετραετία και στο μεταξύ δεν έχει αλλάξει επί της ουσίας τίποτα, από τις καταλήψεις στα γυμνάσια και τη βία στα πανεπιστήμια, μέχρι τους δασκάλους στα δημοτικά και τους καθηγητές στα λύκεια. Αυτό σημαίνει ότι είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί ίδιοι; Όχι βέβαια… Αλλά οι κλαδικοί φορείς που εκείνοι έχουν διαμορφώσει, έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για αυτή τη στασιμότητα, με τον ίδιο περίπου τρόπο που δεν είναι όλοι οι Έλληνες ίδιοι, αλλά η Ελλάδα έχει κολλήσει μερικές δεκαετίες πιο πίσω από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς, όταν οι μαθητές βλέπουν για δώδεκα συνεχόμενα χρόνια δασκάλους και καθηγητές να κάνουν πλάκα στο σχολείο γιατί θα διδάξουν κανονικά στο φροντιστήριο… Να κάνουν απεργία τις Παρασκευές για να «κολλήσουν» τριήμερο με το Σαββατοκύριακο… Να διεξάγουν εκλογές για τα υπηρεσιακά τους συμβούλια μέσα σε εργάσιμες ημέρες… Να κλιμακώνουν τις κινητοποιήσεις τους όταν φτάνουν οι Πανελλήνιες… Και, πριν και πάνω από όλα, να μην αντιμετωπίζει ποτέ κανείς τους συνέπειες για τίποτα, με αποτέλεσμα να εξισώνεται ο ακατάλληλος εκπαιδευτικός με τον άριστο… Ε, δεν μπορούμε να έχουμε μετά την απαίτηση από αυτούς τους μαθητές όταν ενηλικιωθούν να εμπιστευθούν ή έστω να σεβαστούν το πανεπιστήμιο και να απορούμε που όποιος νέος δεν έχει στο νου του να φύγει το συντομότερο στο εξωτερικό, ανήκει σε μία κάποιου είδους αντιδραστική «συλλογικότητα»…
Όπως συμβαίνει στην αγορά και οι καταναλωτές αξιολογούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που λαμβάνουν, το ίδιο, βλέπετε, συμβαίνει και στην εκπαιδευτική διαδικασία. Όσο κι αν οι εκπαιδευτικοί πολεμούν να μην γίνει επισήμως αξιολόγηση επάνω στη δουλειά τους από το κράτος, η αξιολόγηση γίνεται ήδη ανεπισήμως από τους μαθητές τους, και αυτό γιατί η ίδια η ζωή είναι μία αξιολόγηση. Και η αλήθεια είναι πως έχουν πάρει κάτω από τη βάση… Απλά υπάρχει αυτή η ελληνική ανωμαλία που δεν έχουν χειροπιαστές επιπτώσεις, δημόσιοι υπάλληλοι γαρ, κι έτσι τις επιπτώσεις τις υφιστάμεθα όλοι μαζί συνολικά ως κοινωνία. Με πανάκριβα και ντε φάκτο υποχρεωτικά φροντιστήρια, υποβαθμισμένα πανεπιστήμια, πτυχία χωρίς αντίκρισμα, brain drain κτλ. Έτσι είναι… Όπως μας έμαθε και η χρεοκοπία του 2011, όταν δεν πληρώνουν αυτοί που χρωστάνε, πληρώνουμε όλοι μαζί ομαδικώς.
Το μόνο που προκαλεί μία αισιοδοξία είναι πως, για τις πιο αναγκαίες αλλαγές, νομοθετικά «έχει μπει το νερό στο αυλάκι», ενώ και η δικαστική «αντεπίθεση» του υπουργείου Παιδείας στις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών δείχνει μία αποφασιστικότητα που, όταν μιλάμε για ελληνική κυβέρνηση, δεν είναι καθόλου αυτονόητη. Ωστόσο, αν εξαιρέσουμε την εφαρμογή της ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα ΑΕΙ, δεν έχει γίνει επί του πρακτέου κάποια σημαντική παρέμβαση στις ρίζες του κακού: Δεν υπάρχουν ακόμα ούτε η αξιολόγηση στο εκπαιδευτικό έργο ούτε, κυρίως, η Πανεπιστημιακή Αστυνομία, ενώ το Κοινοβούλιο έχει ήδη ψηφίσει τις σχετικές διατάξεις. Είναι στην ευθύνη της εκτελεστικής εξουσίας να τις εφαρμόσει και έχει ήδη αργήσει πολύ…