Οι εκλογές στην Ιταλία ανέδειξαν νικήτρια την Τζόρτζια Μελόνι, μία πολιτικό που φέρει ιδεολογικά χαρακτηριστικά τα οποία παραπέμπουν στην ακροδεξιά. Και, όπως έχουν κάνει κι άλλοι ακροδεξιοί πολιτικοί της Ευρώπης για να ενισχύσουν τα ποσοστά τους, η Μελόνι επιδόθηκε προεκλογικά σε έναν άκρατο λαϊκισμό, ο οποίος είχε ως βασικό σημείο του τον ευρωσκεπτικισμό.
Η νικήτρια των ιταλικών εκλογών, συγκεκριμένα, παρουσιάζεται ως αντισυστημική και λαϊκή ηγέτις, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και το γνωστό παραμύθι της «Ευρώπης των λαών». Δεν της αρέσει δηλαδή αυτή η Ευρώπη που έχουμε και θέλει μία άλλη, καλύτερη, που να ανήκει «στους λαούς της». Πρόκειται για μία θέση η οποία, καθόλου τυχαίως, βρίσκει σύμφωνους όλους τους Ευρωπαίους λαϊκιστές, δεξιών και αριστερών αποχρώσεων. Τα ίδια λέει, φέρ’ ειπείν, και η Λεπέν στη Γαλλία, τα ίδια έλεγε και ο Αλέξης Τσίπρας στην Ελλάδα.
Εδώ λοιπόν είναι σκόπιμο, για άλλη μία φορά, να ξεκαθαρίσουμε το εξής: Δεν υπάρχει «Ευρώπη των λαών» και ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ. Η Ευρώπη είναι αυτή που είναι, δεν έχουμε άλλη. Πουθενά αλλού στον πλανήτη δεν έχει επιχειρηθεί πείραμα παρόμοιο με αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, αν ποτέ επιχειρήθηκε, προφανώς και πήγε τόσο χάλια που κανένας δεν έμαθε ποτέ για αυτό. Μιλάμε για μία ένωση κρατών που έχει εξελιχθεί στο ασφαλέστερο και πιο πολιτισμένο μέρος του πλανήτη, όντας ταυτόχρονα η τρίτη οικονομική δύναμη παγκοσμίως.
Η χιλιοτραγουδισμένη «Ευρώπη των λαών» δεν είναι παρά μία λαϊκίστικη αοριστολογία και, αν υπήρξε ποτέ τίποτα που να της μοιάζει, ήταν η Ευρώπη στην οποία οι λαοί έκαναν πόλεμο μεταξύ τους σχεδόν ασταμάτητα. Υπήρχε βέβαια και το ειρηνικό διάλειμμα του Μεσοπολέμου, με τη λήξη του οποίου, όμως, οι λαοί συνέχισαν τις εχθροπραξίες από εκεί που τις άφησαν, διεξάγοντας έτσι τον πιο αιματηρό πόλεμο όλων των εποχών. Με άλλα λόγια, αν μιλάμε για μία ενωμένη Ευρώπη, αυτή δεν είναι «των λαών» και, αν μιλάμε για «τους λαούς», τότε δεν πρόκειται για ενωμένη Ευρώπη.
Η σημερινή Ευρώπη, βλέπετε, έχει θεσμούς, δεν έχει «λαούς». Πρόκειται για τους θεσμούς που φροντίζουν ώστε να υπάρχει συμβιβασμός ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη και όχι εχθρότητες και πόλεμοι. Αυτή η φροντίδα για συμβιβασμό αποκαλείται περιφρονητικά από τους ευρωσκεπτικιστές «γραφειοκρατία των Βρυξελλών». Πριν από αυτή τη «γραφειοκρατία», ωστόσο, υπήρχε ένα χάος, γιατί ο κάθε λαός κοιτούσε να γίνεται το δικό του. Ακόμα και μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα έθνη που υπέφεραν δεν ήρθαν ξαφνικά σε θεία έμπνευση και είπαν «ας κάνουμε μία ένωση»…
Συγκεκριμένα, μετά τον πόλεμο υπήρχαν παντού εθνοκαθάρσεις, εμφύλιοι, ανέχεια, καταστροφές… Κανένας δεν είχε όρεξη για αλληλεγγύη και διεθνείς συμφιλιώσεις. Κανένας, εκτός από μία μικρή μερίδα διορατικών πολιτικών (Σουμάν, Αντενάουερ, Μονέ κ.α.), οι οποίοι δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, τον πρόγονο δηλαδή της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι λαοί, εν τω μεταξύ, χαμπάρι δεν την πήραν τη δημιουργία της Κοινότητας…
Για να είμαστε ξεκάθαροι, δεν λέμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα τέλειο κατασκεύασμα και δεν έχει προβλήματα. Λέμε, πρώτον, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το σπίτι μας, ένα σπίτι που αντέχει μέσα από θύελλες και καταιγίδες εδώ και περίπου εβδομήντα χρόνια, και, δεύτερον, ότι όποιος λέει πως είναι καλή ιδέα να χαλάσουμε το σπίτι μας και να μείνουμε άστεγοι, γιατί είδε ένα όνειρο ή γιατί είχε μία έμπνευση για κάτι διαφορετικό, πρέπει να αντιμετωπίζεται το λιγότερο ως γραφικός, εάν όχι επικίνδυνος.