Αρκεί και μόνο το γεγονός ότι κορονοϊός πάγωσε την οικονομική δραστηριότητα σε ολόκληρο τον κόσμο, για να προβλέψει κανείς ραγδαία ύφεση και απώλεια θέσεων εργασίας. Αρκεί να σκεφτεί ότι ο Τουρισμός συμβάλλει, άμεσα και έμμεσα, κατά 25% στο εθνικό μας εισόδημα για να διακρίνει τις άμεσες συνέπειες στην εθνική μας οικονομία και την απασχόληση. Πάει, όμως, πολύ να παριστάνουν κάποιοι τους προφήτες και να καταγγέλλουν την Κυβέρνηση ότι τάχατες επιδοτεί την ανεργία και όχι την εργασία. Σαν να μην τους είπε κανένας ότι με την κλεμμένη αυτή ατάκα προκαλούν ολόκληρη την κοινωνία και λοιδορούν τις πολιτικές που άσκησαν για πέντε χρόνια.
Είναι τουλάχιστον ακατανόητη –δείγμα μάλλον του πανικού που κατέλαβε την Κουμουνδούρου- η αντίδρασή τους. Αμέσως μετά την απόφαση του Πρωθυπουργού για έκτακτη ενίσχυση 400 ευρώ, σε 155.000 μακροχρόνια άνεργους, έσπευσαν να ισχυριστούν ότι επιδοτείται η ανεργία και όχι η εργασία. Το είχαν ξαναπεί βέβαια, όταν άκουσαν για τη δίμηνη παράταση στα επιδόματα ανεργίας που έληξαν τον Ιανουάριο, το Φεβρουάριο και το Μάρτιο, και πως το ίδιο θα γίνει για τα επιδόματα που λήγουν τον Απρίλιο. Σαν να ανησυχούν για κάθε κοινωνικό μέτρο που μπαίνει σε εφαρμογή.
Ας μην ξεχνούν, όμως, οι μεμψιμοιρούντες πως ανάμεσα στα μέτρα που πήρε η Κυβέρνηση, είναι και η απαγόρευση των απολύσεων, αλλά και η σύνδεση της στήριξης προς τις επιχειρήσεις με την υποχρέωση να διατηρήσουν τουλάχιστον τις θέσεις εργασίας που είχαν κατά το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης. Και η έμφαση σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης. Όπως η τροποποίηση του προγράμματος στήριξης μακροχρόνια ανέργων, ώστε να προσφερθούν επιπλέον 8.500 θέσεις εργασίας. Και το πρόγραμμα για κοινωφελή εργασία σε Δήμους και Περιφέρειες για 36.500 άνεργους. Και τα προγράμματα που ήδη καταρτίζονται για να μπουν σε εφαρμογή την επομένη της κρίσης για επιπλέον 100.000 ανέργους.
Πάνω από όλα, ωστόσο, η δημιουργία θέσεων εργασίας, σημαίνει νέες επιχειρήσεις και νέες επενδύσεις. Αυτήν την πολιτική υπηρετεί από την πρώτη στιγμή, με συνέπεια και αποφασιστικότητα, με στοχευμένες μεταρρυθμίσεις και διεθνείς εξορμήσεις, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, η Κυβέρνηση και η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας. Και αυτήν την πολιτική, θα συνεχίσουμε, ακόμα πιο επίμονα στην μετά τον κορονοϊό εποχή.
Προφανώς, σε μια περίοδο βαθιάς παγκόσμιας ύφεσης, θα υπάρξουν δυσκολίες. Η Ελλάδα, ωστόσο, είναι έτοιμη να αξιοποιήσει τόσο την εμπιστοσύνη που ανέκτησε στους προηγούμενες μήνες, όσο και τη θετική εικόνα που έστειλε σε ολόκληρο τον κόσμο στη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Μπορεί -και είναι έτοιμη- να επενδύσει στην εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας, που ήδη εκδηλώνεται έμπρακτα. Μπορεί –και είναι έτοιμη- να επενδύσει και σε μια νέα σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολίτη και κράτους, πολίτη και πολιτικής. Έτσι ώστε, η επανεκκίνηση να γίνει πιο γρήγορα και πιο δυναμικά. Πάντοτε, άλλωστε, μετά τον Γολγοθά έρχεται η Ανάσταση.
*Ο Σταύρος Καλαφάτης είναι Γενικός Γραμματέας της Κ.Ο. της Ν.Δ., Βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Karfitsa.