Συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από τη γέννησή του, το 1919, στον Πειραιά, του Μάριου Πλωρίτη ο οποίος από το 1942 όταν συμμετείχε στην ολιγομελή ιδρυτική ομάδα του «Θεάτρου Τέχνης» υπό τον Κάρολο Κουν – μέχρι τον θάνατό του πριν από δεκατρία χρόνια, στις 29 Δεκεμβρίου 2006, υπήρξε «πανταχού παρών» στην εθνική μας ζωή. Επηρέασε με το πολύμορφο πνευματικό έργο του την κοινωνική και πολιτική ζωή, αλλά κυρίως την εξελικτική πορεία της πνευματικής δημιουργίας στη χώρα μας, τον ελληνικό πολιτισμό συνολικά. Υπήρξε κατά κοινή παραδοχή «… ο πιο αντιπροσωπευτικός τύπος του μεταπολεμικού ανθρώπου του πνεύματος».
Γράφει ο Γιάννης Γ. Ζαφειρόπουλος*
Δέσποσε ως πρωταγωνιστής και ταγός στην πνευματική, κοινωνική, πολιτισμική – καλλιτεχνική και πολιτική ζωή της χώρας μας έχοντας κατακτήσει την αποδοχή, την αναγνώριση και τον θαυμασμό και «του δήμου και των σοφιστών». Ιδιαίτερα μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας (1974) και μέχρι τον θάνατό του (2006) επηρέασε, όσο ελάχιστοι διανοούμενοι, με τον απαράμιλλης ρώμης παρεμβατικό δημόσιο λόγο του, την πολιτική ζωή ως κατ’ εξοχήν αρθρογράφος – αναλυτής της εγκυρότερης δημοκρατικής εφημερίδας της εποχής: «Το Βήμα». Με την εμπεριστατωμένη αρθρογραφία του, τις αναλύσεις του και τις επιφυλλίδες του εμπλούτισε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της «μεταπολιτευτικής δημοκρατίας» και συνέβαλε, όσο λίγοι, στην εγκαθίδρυση της (αβασίλευτης) κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στη χώρα μας. Οι επιφυλλίδες του αποτελούν πρότυπα δοκιμίων πολιτικής επιστήμης και «Το γλωσσικό του όργανο ήταν ένα από τα εντελέστερα των ελληνικών γραμμάτων», όπως έχει τονίσει ο Κ. Γεωργουσόπουλος. Μάλιστα ο κατ’ εξοχήν αρμόδιος Καθηγητής Γλωσσολογίας Γ. Μπαμπινιώτης, ως Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, κατά την τελετή αναγόρευσης του Μάριου Πλωρίτη ως επίτιμου Διδάκτορα του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών (27.11.2000) τόνισε στην προσφώνησή του:
«Η γλώσσα όλων των κειμένων του Πλωρίτη με τον εξαιρετικό λεκτικό πλούτο που ενεργοποιεί στα κείμενά του, με την ακριβολογία, με τη δηλωτικότητα των λέξεων, με τη σαφήνεια στη σχέση λέξεων και εννοιών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι – όπως προϋποθέτει ο Wittgenstein – έχει ξεκάθαρα νοήματα και έντιμες επικοινωνιακές προθέσεις να αποκαλύψει πράγματα και όχι να τα συγκαλύψει και, προπάντων να επικοινωνήσει με τον αναγνώστη, να τον συναντήσει γλωσσικά και να καταλάβει ο ένας τον άλλον, με όλα αυτά τα χαρίσματα η γλώσσα του Πλωρίτη είναι υπόδειγμα νεοελληνικού λόγου».
Και ανέφερε επιπλέον ότι «θεωρώ τα κείμενα αυτά του Πλωρίτη πρότυπα του σύγχρονου ελληνικού στοχασμού και του νεοελληνικού λόγου, που θα έπρεπε να είχαν εισαχθεί και να διδάσκονται στα Νεοελληνικά Αναγνώσματα του Σχολείου».
Στην ίδια εκδήλωση ο (τότε) Πρόεδρος του Τμήματος Βάλτερ Πούχνερ αναφερόμενος στο ευρύτατο πεδίο των πνευματικών – επιστημονικών επιδόσεων του Μάριου Πλωρίτη τόνισε χαρακτηριστικά ότι «… μόνο με homines universales του ελληνικού 19ου αιώνα μπορεί να συγκριθεί».
Υπήρξε ο Μάριος Πλωρίτης ένας δημιουργικός εθνικός διανοητής που «εκφιλοσόφησε» τη δημοσιογραφία και ταυτόχρονα αναδείχτηκε με το λόγο και την πράξη του (τη ζωή του) ένας ασυμβίβαστος και γενναίος δημοκρατικός πολίτης που υπηρέτησε δημιουργικά και αποτελεσματικά την εθνική και την ευρωπαϊκή πολιτική παράδοση.
Ως αναγνωρισμένος και ευρείας αποδοχής οικουμενικός διανοούμενος ο Μάριος Πλωρίτης δίκαια θα μπορούσε – κατά τη γνώμη μας – να χαρακτηρίζεται ως ένας από τους γνήσιους «Διδάσκαλους» του σύγχρονου ελληνισμού.
Ο Ed.W.Said στο έργο του «Διανοούμενοι και εξουσία» (Εκδόσεις SCRIPTA, 1999) τονίζει ότι: «Ο πραγματικός διανοούμενος ποτέ άλλοτε δεν είναι περισσότερο ο εαυτός του, παρά όταν, κινούμενος από το μεταφυσικό πάθος και τις ανυστερόβουλες αρχές της δικαιοσύνης και της αλήθειας, αποκηρύσσει τη διαφθορά, υπερασπίζει τους αδυνάτους και αψηφά την καταπιεστική εξουσία».
Τις πιο πάνω αξίες τις υπηρέτησε και τις υπεράσπισε με σθένος, παρρησία και τόλμη, αλλά και σωφροσύνη ο Μάριος Πλωρίτης, ο οποίος έζησε, δημιούργησε και έδρασε ως πραγματικός οικουμενικός διανοούμενος και δικαίωνε πλήρως και απολύτως την ουσία του Ανθρώπου, ενώ αναφερόμενος στη ζωή, αλλά και στο θάνατο παρέπεμπε στις απόψεις του αγαπημένου του φιλοσόφου Μάρκου Αυρήλιου, όπως τις διατύπωνε στο έργο του « Εις εαυτόν».
Η περίοδος μέχρι τη Δικτατορία 1967
Το πραγματικό όνομα του Μάριου Πλωρίτη ήταν Μάριος Βασιλείου Παπαδόπουλος, από γονείς με καταγωγή από τη Σαντορίνη, για την οποία έγραψε στην «Ελευθερία» μετά τους σεισμούς του Ιουλίου 1956, ένα εκπληκτικής ποιητικής ευαισθησίας κείμενο με τίτλο «Η Δίμορφη Σαντορίνη» [αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «η λέξη» (Μάϊος – Ιούνιος 2002)] και η πρώτη πρόταση του κειμένου του ήταν το σπαρακτικό ερώτημα: «Γιατί πεθαίνει, πάντα, ότι αγαπάμε;».
Οι γονείς του συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς με την οικογένεια του σημαντικού πολιτικού αρχηγού της μεταπολεμικής περιόδου και σπουδαίου ιστορικού Σπύρου Β. Μαρκεζίνη του οποίου ήταν πρώτος εξάδελφος. Στην παιδική του ηλικία ο Μάριος Πλωρίτης διέμεινε στη Σύρο, όπου έζησαν για οκτώ χρόνια οι γονείς του. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Επίσης πραγματοποίησε θεατρικές σπουδές στην Αγγλία, τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την περίοδο 1938 – 1941 εντάχθηκε στην θεατρική ομάδα του Κάρολου Κουν, επιδιώκοντας κατ’ αρχήν να εξελιχθεί ως ηθοποιός. Το ίδιο βέβαια επιδίωκε και ένα άλλο μέλος της «ομάδας» ο Μάνος Χατζηδάκης ο οποίος με «το φευγαλέο πέρασμά του απ’ το Ελληνικό Ωδείο έριξε, ωστόσο, τις πρώτες γέφυρες με το Θέατρο Τέχνης – και της φιλίας μας μισού αιώνα», όπως σημειώνει με συγκίνηση ο Μάριος Πλωρίτης στο «Κατευόδιο στον Μάνο Χατζηδάκι» με τον επίτιτλο «Απέσβετο και λάλον ύδωρ…» που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» (26.6.1994).
Αυτή η θεατρική ομάδα του Κάρολου Κουν (Κουν, Πλωρίτης, Σεβαστίκογλου, Στεφανέλλης, Τσαρούχης, Χατζηαργύρης και αργότερα και ο Μάνος Χατζηδάκης) το 1942 ίδρυσε – με επικεφαλής τον Κάρολο Κουν – το «Θέατρο Τέχνης», ως συνέχεια του σχήματος «Λαϊκή Σκηνή» του Κάρολου Κουν. Σε ηλικία 23 ετών ο Μάριος Πλωρίτης έκανε την πρώτη μετάφραση θεατρικού έργου το οποίο ανέβασε το 1942 το «Θέατρο Τέχνης». Ήταν το έργο του Λ. Πιραντέλο «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε», ενώ τα πρώτα – ουσιαστικά εφηβικά – κείμενά του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Καλλιτεχνικά Νέα».
Υπήρξε από τους ιδρυτές – με το Νικόλαο Καρύδη και τον Αλέκο Πατσιφά – του εκδοτικού οίκου «Ίκαρος» (1944) και διευθυντής του περιοδικού «Έβδομη Τέχνη» (1945). Έτσι ξεκινά η «Μεγάλη Πορεία» του Μάριου Πλωρίτη προς τις κορφές του Παρνασσού και του Ελικώνα της Ελληνικής Γραμματείας.
Ταυτόχρονα, μετά το 1945 ο Μάριος Πλωρίτης εγκαινίασε τη λαμπρή συνεργασία του με την αγωνιστική δημοκρατική εφημερίδα «Ελευθερία» (του Πάνου Κόκκα) ως θεατρικός και κινηματογραφικός κριτικός, αλλά και αρθογράφος – σχολιαστής και αναλυτής πνευματικών και καλλιτεχνικών θεμάτων. Το 1965 διέκοψε τη συνεργασία του με την «Ελευθερία» λόγω της υποστήριξης που παρείχε η εφημερίδα στις κυβερνήσεις των – λεγόμενων – «αποστατών» μετά το βασιλικό πραξικόπημα του Ιουλίου 1965.
Στο διάστημα 1950 – 1952 διετέλεσε διευθυντής του θεατρικού τμήματος του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.) και αργότερα (1956 – 1967) δίδαξε Ιστορία Θεάτρου και Δραματολογία στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Ενδιάμεσα, το 1957, ο Μάριος Πλωρίτης συμμετείχε ως συνιδρυτής και στην Ομάδα Έκδοσης της ετήσιας επιθεώρησης «Θέατρο» (1957 – 1967) της οποίας διετέλεσε Διευθυντής Σύνταξης, με εκδότες αρχικά το θεατρικό επιχειρηματία Θεοδ. Κρίτα και το συνεργάτη του Α. Βουσβούνη.
Το 1962 ανέλαβε τη διεύθυνση της καινοτόμου και πρωτοποριακής – για την εποχή της – προοδευτικής εφημερίδας «Νίκη» (1962 – 1963) που εξέδωσε ο δημοσιογράφος (μετέπειτα βουλευτής και υπουργός) Διονύσης Λιβανός, με την ηθική και πνευματική συμπαράσταση του θείου του Ακαδημαϊκού και του Πρωθυπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Την περίοδο 1952 – 1962 συνεργάστηκε ως σκηνοθέτης με διάφορους θιάσους (Λαμπέτη, Κυβέλης, Παπά, Χορν, Κατράκη, Αλεξανδράκη, Κατερίνας κ. άλλους), ενώ στο ενεργητικό του ως μεταφραστής αριθμούνται μεταφράσεις περισσότερων από 150 θεατρικών έργων των σημαντικότερωνθεατρικών συγγραφέων (Πιραντέλο, Τσέχωφ, Γουάϊλντ, Μπ. Σω, Στρίνμπεργκ, Ίψεν, Μπρεχτ, Ανουΐγ, Ουίλλιαμς, Μίλερ, Βάϊς, Πίντερ, Γκολντόνι, Ζιρωντού, Ο’Νηλ, Φρις, Μπέκετ, Κέρρ, Σάϊμον, Μπέττι, καθώς και το «Master Class» του Τέρενς ΜακΝάλι κ. άλλων), για λογαριασμό μεγάλων αθηναϊκών θιάσων. (Αξίζει να σημειωθεί ότι το έργο του Τέρενς ΜακΝάλι Master Class» ανέβηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1997 με τη σύζυγο του Μάριου Πλωρίτη γνωστή πρωταγωνίστρια κα Κάτια Δανδουλάκη στο ρόλο της Μαρίας Κάλλας. Ο σκηνοθέτης του έργου Μιχάλης Κακογιάννης αναφέρει στο βιογράφο του Χρ. Σιάφκο ότι: «Ο Τέρενς (ΜακΝάλι) είχε έρθει και στην επίσημη πρεμιέρα της παράστασης, όπου μιλώντας μετά το φινάλε αναγνώρισε πως η Κάτια είχε υποδυθεί το ρόλο της Κάλλας καλύτερα από κάθε άλλη ηθοποιό που τον είχε υποδυθεί μέχρι τότε»).
Για τις θεατρικές μεταφράσεις του Μάριου Πλωρίτη ο κατ’ εξοχήν ειδικός Κ. Γεωργουσόπουλος τις χαρακτήρισε «πρότυπα θεατρικού ύφους, δραστικού λόγου και ρυθμού» και τόνισε ότι «Πρόκειται συνήθως για κυριολεκτικά αναπλάσεις των πρωτότυπων έργων με δημιουργική πνοή αξιοζήλευτη», ενώ ο Καθηγητής και σπουδαίος «θεατράνθρωπος» Σπύρος Ευαγγελάτος τις είχε χαρακτηρίσει «… δημιουργικές ποιητικές αναπλάσεις».
Ο Μάριος Πλωρίτης μετέφρασε επίσης και λογοτεχνικά έργα, ενώ παραμένει αξεπέραστη η μετάφραση του έργου του Ράϊνερ Μαρία Ρίλκε «Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή» που έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 12 εκδόσεις ως σήμερα, καθώς και των «Ποιημάτων» του Μπ. Μπρέχτ.
Το 1965 – όπως αναφέρθηκε – ο Μάριος Πλωρίτης άρχισε τη συνεργασία του με την εφημερίδα «Το Βήμα» – κυρίως στην κυριακάτικη έκδοση – η οποία συνεχίστηκε ουσιαστικά μέχρι το θάνατό του (2006) με εξαίρεση τη δικτατορική περίοδο 1967 – 1974. Την ίδια περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από τη στρατιωτική χούντα, λόγω της πλήρους και απόλυτης αντίθεσής τους προς τους πραξικοπηματίες της 21 Απριλίου 1967 παρέμεινε αυτοεξόριστος στο Παρίσι και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974 μετά την πτώση της χούντας των συνταγματαρχών.
Στο διάστημα της αυτοεξορίας του ο Μάριος Πλωρίτης πρωτοστάτησε στην οργάνωση της αντιδικτατορικής πάλης στη Γαλλία και διεύθυνε το αντιστασιακό περιοδικό «Courier de la Resistance Grecque» (1968 – 1969), ενώ δίδαξε ως επισκέπτης Καθηγητής (1970 – 1972) στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού VIII (Βενσέν). Μάλιστα το 1969 επιμελήθηκε και το αφιέρωμα για την Ελλάδα με τίτλο «Aujourd hui la Grece» του περιοδικού «Temps Modernes», που διεύθυνε ο Φιλόσοφος Jean – Paul Sartre.
Η περίοδος 1974-2006: Ο Μάριος Πλωρίτης οικουμενικός διανοούμενος
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1974 ο Μάριος Πλωρίτης ξεκίνησε τη Δεύτερη Περίοδο της συνεργασίας του με την εφημερίδα «Το Βήμα» με τη δημοσίευση κάθε Κυριακή μιας υποδειγματικής «δοκιμιακής επιφυλλίδας» επιστημονικών αξιώσεων για πληθώρα θεμάτων διαφορετικών γνωστικών αντικειμένων. Για δεκαετίες ο Μάριος Πλωρίτης, ως πρωτοπόρος ανύψωσε, με τα υποδειγματικά κείμενά του την «δοκιμιακή επιφυλλιδογραφία», σε επίπεδα επιστημονικών εργασιών αυστηρής ακρίβειας αλλά και ελκυστικής γλαφυρότητας .
Ο Μάριος Πλωρίτης υπήρξε αμέσως μετά την επάνοδό του στην Αθήνα συνιδρυτής το Νοέμβριο 1974 και ενόψει του Δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974, για τη μορφή του Πολιτεύματος, της Πανελλαδικής Επιτροπής για τη Δημοκρατία, με έδρα την Αθήνα και παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα.
Το Προεδρείο της Πανελλαδικής Επιτροπής για τη Δημοκρατία συγκροτήθηκε με τη συμμετοχή του Μάριου Πλωρίτη και των Συγγραφέων Αντώνη Σαμαράκη και Ιάκωβου Καμπανέλη, καθώς και της Βιργινίας Ζάννα, και του Ναυάρχου έ.α. Ιωάννη Μασουρίδη.
Ο Μάριος Πλωρίτης υπήρξε ουσιαστικά η «ψυχή» της Επιτροπής και μάλιστα του ανατέθηκε να απαντήσει στις 28 Νοεμβρίου 1974, εκ μέρους της και ως εκπρόσωπος των συλλογικών μορφωμάτων του Αντιμοναρχικού Αγώνα, στην τηλεοπτική ομιλία – μήνυμα του τ. Βασιλιά Κωνσταντίνου [Γλύξμπουργκ] με μια ομιλία του καταλυτικών επιχειρημάτων η οποία μεταδόθηκε από τη δημόσια τηλεόραση και καθήλωσε μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες όλους τους Έλληνες – ασχέτως της πολιτειακής επιλογής τους.
Στην ειδική έκδοση της Πανελλαδικής Επιτροπής για τη Δημοκρατία [:«Η Εικονογραφία του Αντιμοναρχικού Αγώνα» Εκδόσεις Άκμων, Αθήνα 1975] αναφέρεται ότι: «Η ομιλία του Μάριου Πλωρίτη ήταν – κατά γενική ομολογία – συντριπτική για τη Μοναρχία» και το κείμενο «… κυκλοφόρησε σαν προκήρυξη…» από την Επιτροπή σε όλη την Ελλάδα και δημοσιεύτηκε σε όλα τα – τότε – ΜΜΕ της χώρας, αλλά και στο εξωτερικό.
Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας ο Μάριος Πλωρίτης αφοσιώθηκε στο θέατρο και τις Θεατρικές Σπουδές, ταυτόχρονα με την εβδομαδιαία συγγραφή για «Το Βήμα» της δοκιμιακής επιφυλλίδας του που «ανέμεναν» κάθε Κυριακή οι δεκάδες χιλιάδες αναγνώστες της εφημερίδας.
Το 1990 του ανατέθηκε να διδάξει στο νεοϊδρυθέν Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών καθηκόντων του εξέδωσε και το έργο του «Το Θέατρο στο Βυζάντιο» [1999]. Ο Μάριος Πλωρίτης θεωρούσε τις εμπειρίες του ως Καθηγητής Θεατρικών Σπουδών σημαντικές και ευχάριστες. Είχε άλλωστε σημαντική πείρα καθώς είχε διδάξει στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης μέχρι και τη δικτατορία 1967 και στη συνέχεια στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν (στο Παρίσι) κατά τη διάρκεια της αυτοεξορίας του. Ανέφερε πάντα ότι: «Η επαφή με τους νέους είναι για μένα δροσερή βροχή». Και πρόσθετε: «Πιστεύω επίσης στο ρητό «Γηράσκω αεί διδασκόμενος» γιατί μαθαίνω πολλά από τους νέους και τα προβλήματά τους». Ομόθυμη είναι η αναγνώριση της «ιδιαίτερα σημαντικής – δημιουργικής συμβολής του Μάριου Πλωρίτη στον τομέα του θεάτρου, όπου συνετέλεσε όσο ελάχιστοι άλλοι στην ανάπτυξη και την πρόοδό του» τις τελευταίες δεκαετίες πριν από το θάνατό του.
Το συγγραφικό έργο του Μάριου Πλωρίτη, με τη μορφή της δοκιμιακής επιφυλλίδας επιστημονικών αξιώσεων από το 1975 μέχρι το 2004 ξεπερνά τις 2.500 (!) σελίδες μεγάλου σχήματος σε έξη (6) τόμους [από τις εκδόσεις: Θεμέλιο, Καστανιώτης, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων]. Την ίδια περίοδο εξέδωσε άλλα δέκα (10) βιβλία για την πολιτική, την τέχνη, τη γλώσσα, το θέατρο, την ιστορία και πλήθος μεταφράσεων.
Ο Μάριος Πλωρίτης διετέλεσε για μικρό διάστημα Πρόεδρος του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων και προσπάθησε να βελτιωθεί η λειτουργία του. Υποστήριζε ότι «Το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι κοινωνικό. Απαιτείται η αλλαγή των βιοτικών συνθηκών, η ουσιαστική παιδεία, οι υγιείς ανθρώπινες σχέσεις, η κάλυψη των ενδιαφερόντων των νέων μας και η επαγγελματική τους εξασφάλιση, καθώς και η ανάγκη να ξαναγαπήσουμε το είδος: Άνθρωπος».
Θεωρούσε ότι πάντα όλοι όσοι διέθεταν «δημόσιο λόγο» πρέπει να μιλούν με σαφήνεια και διεκήρυσσε ότι «Η αλήθεια είναι πολύ σπουδαίο θεραπευτικό μέσο» ενώ πίστευε αδιαπραγμάτευτα ότι: «Η πρόταξη, το προ-βάδισμα του δημοσίου συμφέροντος αποτελούσε (και αποτελεί) ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατικής πολιτείας».
Δεν ήταν ποτέ εύκολος σε γενικεύσεις και αφορισμούς και συχνά αναφερόταν στη γνωστή ρήση του [σημαντικότερου Φιλόσοφου του 20ού αιώνα] Λούντβιχ Βιττγκενστάϊν: «Ό,τι μπορεί γενικά να ειπωθεί, μπορεί να ειπωθεί με σαφήνεια, και για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, για αυτά πρέπει να σωπαίνει». Ταυτόχρονα επιβεβαίωνε με το έργο του και την άποψη του Martin Heidegger [ΕΠΟΧΕΣ, 26/1965] «… ότι στην ελληνική γλώσσα το λεγόμενο σ’ αυτήν είναι συνάμα κατά ένα αριστουργηματικό τρόπο, αυτό που το λεγόμενο σημαίνει».
Ο Μάριος Πλωρίτης για την προσφορά του τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών (1991), ενώ η πόλη της γέννησής του, ο Πειραιάς τίμησε τα εβδομήντα χρόνια του (1989) με ειδική εκδήλωση στο Δημοτικό Θέατρο της πόλης. Το 2015 εκδόθηκε από τα ΕΛΤΑ γραμματόσημο με τη μορφή του Μάριου Πλωρίτη στην αναμνηστική σειρά γραμματοσήμων «100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΗΕΑ».
Ο Μάριος Πλωρίτης ήταν πάντα ευγνώμων για την αναγνώριση της προσφοράς και του έργου του στη συνολική εθνική ζωή της πατρίδας μας. Ποτέ όμως δεν διανοήθηκε να την προβάλλει ή/και να την … «αξιοποιήσει». Ήταν σεμνός και σώφρων, πνευματικά ευθυτενής. Ήταν αυτό που τόνισε ο Σπύρος Ευαγγελάτος στην ομιλία του κατά την αναγόρευση του Μάριου Πλωρίτη ως επίτιμου Διδάκτορα του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ. Είπε: «Ο Πλωρίτης δεν ήταν μόνο μία άτεγκτη ηθική προσωπικότητα (…), είναι και ένας ζεστός τρυφερός άνθρωπος».
Ο ίδιος ο Μάριος Πλωρίτης ως τιμώμενος στη σχετική τελετή με μια φράση του συμπύκνωσε ολόκληρη την πορεία της ζωής του. Είπε: «Λίγες χαρές είναι τόσο ακριβές όσο ο έπαινος του δήμου και των εκλεκτών, των ομότεχνων και των ειλικρινών φίλων. Και αντίστροφα, λίγες εκφράσεις είναι τόσο φτωχές όσο τα ευχαριστήρια για τέτοιες τιμήσεις. Γι’ αυτό, σας παρακαλώ να τα δεχθείτε με γνώμονα όχι την πενία των λόγων μου, αλλά το ειδικό βάρος της συγκίνησης που οι έπαινοι αυτοί προκαλούν». Σεμνός και Μεγάλος, πάντα. Αυτός ήταν ο Μάριος Πλωρίτης.
*Ο Γιάννης Γ. Ζαφειρόπουλος, είναι νομικός και συγγραφέας – πρ. υφυπουργός Εξωτερικών.