Μεσανατολικό, φοροδιαφυγή, «Σπαρτιάτες» και τηλεφωνικές παρακολουθήσεις ήταν μεταξύ των θεμάτων στη συνέντευξη που έδωσε ο υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης, στην ΕΡΤ1.
Ξεκινώντας από τις πάσης φύσεως ανησυχίες που έχει προκαλέσει ο εν εξελίξει πόλεμος στην Εγγύς Ανατολή, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε αρχικά ότι «οι ανησυχίες για το πετρέλαιο, εν γένει για τις οικονομικές επιπτώσεις, δεν φαίνεται, μέχρι στιγμής, να επαληθεύονται».
Ερχόμενος, εν συνεχεία, στο ανθρωπιστικό σκέλος και αναφερόμενος στην πρόταση του Γάλλου Προέδρου Εμ. Μακρόν για ανθρωπιστική βοήθεια από τη θάλασσα, σημείωσε ότι «αυτό είναι κάτι για το οποίο μιλάει η Ελλάδα και με τις Ηνωμένες Πολιτείες και με τους εταίρους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και με εταίρους στην περιοχή». Διέψευσε κατηγορηματικά, όμως, όπως είπε, ότι αυτός ο διάδρομος συνδέεται με τη μετακίνηση προσφύγων.
Σε σχέση με την ψηφοφορία στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών αλλά και την εγχώρια πολιτική σύγκρουση αμέσως μετά, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε: «Απορώ, και αν είναι κάτι που προκαλεί ντροπή είναι αυτά τα οποία ακούω από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρχε ένα ψήφισμα, το οποίο έκανε λόγο για ανθρωπιστική κατάπαυση πυρός, χωρίς να λέει λέξη για το τι θα γίνει με τη Χαμάς [...] Η Ελλάδα, ενώ αποδέχθηκε κατ' αρχήν σημεία του ψηφίσματος, είπε ταυτοχρόνως ότι πρέπει να υπερψηφισθεί μια τροπολογία του Καναδά, που συμπεριελάμβανε το ζήτημα της αντιμετώπισης της Χαμάς. Αυτό δεν έγινε δεκτό από μια πλειοψηφία αραβικών, αφρικανικών και ασιατικών χωρών και αυτό οδήγησε στη στάση αποχής της Ελλάδος, που ήταν και η στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ευρωπαϊκών χωρών». «Η Ελλάδα είχε μια ισορροπημένη θέση. Κατά τη γνώμη μου δεν θα μπορούσε να εξετάζεται η υπερψήφιση ενός ψηφίσματος, το οποίο δεν λέει λέξη για την τρομοκρατία και την αντιμετώπισή της», συμπέρανε.
«Ορισμένες χώρες, ανάμεσά τους και η Τουρκία, αρνούνται να αναγνωρίσουν τον τρομοκρατικό χαρακτήρα της Χαμάς. Το 22χρονο κοριτσάκι που βρέθηκε αποκεφαλισμένο, οι όμηροι, όλα αυτά είναι ISIS», κατήγγειλε με έμφαση και πρόσθεσε: «Η μεγάλη προσπάθεια που κάνουμε, είναι να διαφοροποιήσουμε τους Παλαιστίνιους από τη Χαμάς. Η νόμιμη και θεσμική εκπροσώπηση των Παλαιστινίων είναι η Παλαιστινιακή Αρχή και η Χαμάς είναι μια τρομοκρατική οργάνωση, που δεν τους εκπροσωπεί».
Αισιοδοξία για την πάταξη της φοροδιαφυγής
Για τη σημερινή συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ειδικότερα για το νομοσχέδιο που αφορά την πάταξη της φοροδιαφυγής, ο κ. Βορίδης δήλωσε αισιόδοξος τονίζοντας: «Τα αποτελέσματα που έχουμε ήδη φέρει με κάνουν αισιόδοξο. Η πολύ μεγάλη διαφοροποίηση, τα τελευταία χρόνια, είναι ότι έχουμε αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης. Η οποία (συμμόρφωση) είναι αγώνας διαρκής και δίδεται από όλες τις χώρες [...] δεν υπάρχει χώρα με "μηδέν" φοροδιαφυγή».
«Μέσα από τη διαδικασία της ψηφιοποίησης, των διασταυρώσεων, της αύξησης των τραπεζικών συναλλαγών, της μείωσης της κίνησης των μετρητών, αυτό είναι που μάς οδηγεί σε μεγαλύτερη συμμόρφωση και για αυτό έχουμε μεγάλη επιτυχία στα έσοδα. Είναι μια σημαντική επιτυχία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων», επεσήμανε.
Υπογραμμίζοντας, εξάλλου, τη «διαρκή βούληση» της κυβέρνησης, συμφώνησε μεν ότι «υπάρχουν πολλά να γίνουν ακόμη», από την άλλη, ωστόσο, έχουν γίνει πολλά, έχει βελτιωθεί η φορολογική συμμόρφωση, υπάρχουν μηχανισμοί. Σε κάθε περίπτωση, αναγνώρισε ότι «υπάρχει σημαντικό ζήτημα με τη φορολογική συμμόρφωση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών». Κληθείς να συγκρίνει τη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης με τα μέτρα Κατρούγκαλου, ο υπουργός Επικρατείας διευκρίνισε πως «εδώ δεν μιλάμε για αύξηση φορολογικών συντελεστών, αλλά για φορολογική συμμόρφωση».
Οι «Σπαρτιάτες» και η εξαπάτηση
Στο ζήτημα που προέκυψε με το κόμμα «Σπαρτιάτες», τόνισε τη σημασία της διάταξης που ο ίδιος ως υπουργός Εσωτερικών είχε φέρει. Συγκεκριμένα, «ο Άρειος Πάγος πατάει στην έννοια εξαπάτησης εκλογέων. Σε τι συνίσταται η εξαπάτηση; Στο ότι έχουν πει ψέματα ως προς την πραγματική ηγεσία. Γιατί υπήρχε ανάγκη να δηλωθεί η πραγματική ηγεσία; Επειδή υπήρχε η διάταξη. Αν δεν υπήρχε, δεν θα υπήρχε και η ανάγκη να δηλωθεί η πραγματική ηγεσία».
Επαναλαμβάνοντας, δε, ότι «η ποινική διαδικασία δεν οδηγεί σε αποκλεισμό», υπενθύμισε, την ίδια στιγμή, ότι «υπάρχουν προσφυγές κατά της ανακηρύξεως του συγκεκριμένου κόμματος, οι οποίες εκκρεμούν στο Εκλογοδικείο. Αν το Εκλογοδικείο παρακολουθήσει τη διαδικασία στο ποινικό μέρος, στον Άρειο Πάγο, και θα την λάβει υπ' όψιν του, αυτό είναι κάτι που θα αποφασίσει το ίδιο. Αν το Εκλογοδικείο καταλήξει ότι κακώς ανακηρύχθηκε (σ.σ. το κόμμα), διότι εξαπάτησαν τον Άρειο Πάγο σε σχέση με την πραγματική ηγεσία, τότε προφανώς θα εκπέσουν των αξιωμάτων τους».
Σε αυτήν την περίπτωση, «μετά, υπάρχουν δύο εκδοχές: Ή γίνονται συμπληρωματικές εκλογές στις περιφέρειες που εκλέγονται οι συγκεκριμένοι βουλευτές που θα εκπέσουν (του αξιώματος) ή πηγαίνει σε μια ισομερή κατανομή των εδρών ανάλογα με τη δύναμη των κομμάτων».
Για το εκλογικό σύστημα που θα ισχύσει στις ευρωεκλογές, ο κ. Βορίδης ανέφερε πως «υπάρχει χρόνος και, αν καταλαβαίνω καλά, είναι κάτι που θα σκεφθεί με την καινούρια χρονιά ο πρωθυπουργός».
Με αφορμή τη συνάντηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Στέφανου Κασσελάκη, με την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σημείωσε ότι για το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων «η κυβέρνηση παρακολουθεί την έρευνα της δικαιοσύνης και περιμένει τα αποτελέσματά της». Στον αντίποδα, συνέχισε, «η αντιπολίτευση, με τη σπουδή της, αποκαλύπτει κίνητρα μη νόμιμα και μη θεμιτά στο θέμα».
Όπως επιχειρηματολόγησε δε, εν συνεχεία, «ο κ. Ράμμος σε σχέση με την αντικατάσταση των μελών ήταν εξαιρετικά προσεκτικός. Το σωστό ερώτημα είναι γιατί δεν είχαν αντικατασταθεί μέλη, των οποίων η θητεία είχε λήξει εδώ και 1,5 χρόνο». Κάνοντας λόγο για «καημό», όπως είπε, εκ μέρους της αντιπολίτευσης, «να μην αλλάξει κάτι το οποίο είναι θεσμικά ορθό», διερωτήθηκε: «Γνώριζε η αντιπολίτευση ότι τα συγκεκριμένα μέλη και η συγκεκριμένη σύνθεση (σ.σ. δηλαδή η προηγούμενη) θα επιβάλλουν πρόστιμο (σ.σ. στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών);». Και, αναπτύσσοντας τη θέση του, επεσήμανε: «Τις ανεξάρτητες Αρχές τις θωρακίζουμε με λειτουργική ανεξαρτησία και θεσμική ακεραιότητα για να μην περνάει πολιτικό φίλτρο [...] Οφείλουμε, αν πιστεύουμε στις ανεξάρτητες Αρχές, να απέχουμε και από δηλώσεις, να μην προκαταλαμβάνουμε τις αποφάσεις τους και να σεβόμαστε τη δράση τους. Εφόσον υπάρχουν πολιτικά ζητήματα με θεσμική βαρύτητα και σημασία -και εγώ δέχομαι ότι το θέμα των υποκλοπών έχει μια τέτοια βαρύτητα και σημασία- κατά μείζονα λόγο οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να αφίστανται από αυτά».