«Πραγματικά, λυπούμαστε που φεύγει το Ηνωμένο Βασίλειο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο η εκπεφρασμένη βούληση του λαού του είναι απολύτως σεβαστή. Και αυτό από μόνο του είναι μια πρόκληση». Αυτό τόνισε ο βουλευτής Π.Ε. Καβάλας της Νέας Δημοκρατίας κ. Μακάριος Λαζαρίδης, κατά την ομιλία του στην Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εξωτερικών «Ρυθμίσεις για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Για τη χώρα μας, υπογράμμισε ο κ. Λαζαρίδης, «δεν υπάρχει άλλος τρόπος από μία εποικοδομητική επαναπροσέγγιση με τη Βρετανία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να δημιουργηθεί φοβικότητα και πρέπει πάση θυσία να αποφευχθεί οποιαδήποτε ψυχρότητα στις σχέσεις των δύο λαών. Όσο ευπρόσδεκτοι είναι οι Βρετανοί στην Ελλάδα μέχρι τις 31 Ιανουαρίου, τόσο πρέπει να είναι και από την 1η Φεβρουαρίου. Και το ίδιο φυσικά πρέπει να ισχύει και για τους Έλληνες πολίτες που ταξιδεύουν ή εργάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Εστιάζοντας στην εκλογική του Περιφέρεια, την Καβάλα, ο κ. Λαζαρίδης επεσήμανε ότι εκεί «θα συνεχίσουμε να το κάνουμε αυτό τόσο μέσω του τουρισμού όσο μέσω της εταιρίας εξόρυξης και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων Energean Oil & Gas. Άλλωστε είναι τα κοινά μας συμφέροντα και όλα αυτά που μας ενώνουν που θα παραμείνουν ακριβώς αυτό: Κοινά. Και πάνω σε αυτά πρέπει να χτίσουμε».
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, σημείωσε, «ζουν, σπουδάζουν, εργάζονται και δημιουργούν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες οι οποίοι αποτελούν ζωντανή γέφυρα φιλίας ανάμεσα στις χώρες μας, τα δικαιώματα των οποίων πρέπει να περιφρουρηθούν. Έχουμε το δεσμό της ναυτιλίας και των εμπορικών σχέσεων. Οφείλουμε να εργαστούμε για την μελλοντική εμπορική μας συμφωνία, τη συνεργασία μας στο τομέα του πολιτισμού και του τουρισμού. Με την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, πάντα να έχει την πρώτη θέση στις προσπάθειές μας».
Ο κ. Λαζαρίδης έκανε λόγο για «ευκαιρία να κρατήσουμε όλα εκείνα που μας ενώνουν και να βελτιώσουμε εκείνα που θέλαμε, αλλά δεν είχαμε μέχρι τώρα την ευκαιρία». Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη «να οικοδομήσουμε ταυτόχρονα μία εξαιρετικά επωφελή σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και να μπορέσουμε να διορθώσουμε τα τρωτά της Ε.Ε.».