Την τελευταία δεκαετία κυριάρχησε στη δικαστική κρίση το δίκαιο της ανάγκης, σχετικά με τις περικοπές συντάξεων, μισθών, αλλά και δικαιωμάτων (συλλογικές συμβάσεις).

Η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, έναντι του ιδιωτικού, απέκτησε κυριαρχικό χαρακτήρα στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου, παραβιάζοντας βασικές αρχές του Κράτους Δικαίου.

Η πανδημία, στη συνέχεια, με άμεση απειλή για την υγεία, επέβαλε περιοριστικά μέτρα στους πολίτες, τα οποία με τη σημαντική χρονική επέκτασή τους, δημιούργησαν πρόσθετα προβλήματα και ασθένειες. Όλα σχεδόν τα μέτρα αυτά έχουν καθολικό χαρακτήρα.

Σήμερα ένα άλλο εξαιρετικό μέτρο, του υποχρεωτικού εμβολιασμού του υγειονομικού προσωπικού, έρχεται στο προσκήνιο. Από τις 16 Αυγούστου άρχεται η εφαρμογή του, ως απώτατο μέτρο συμμόρφωσης – υποχρεωτικού εμβολιασμού – των εργαζομένων στο χώρο της υγείας και τις δομές φροντίδας των ηλικιωμένων.

Και πάλι η Πολιτεία, κάνοντας χρήση του δικαίου της ανάγκης στο χώρο της υγείας, στο ΕΣΥ, αφού δοξολογούσαμε τις δομές του που αντέχουν και σχεδόν «ηρωποιήσαμε» το προσωπικό, επιβάλλει εξαιρετικά μέτρα, που με τον τρόπο που επιβάλλονται, αντί να δώσουν λύσεις, θα δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα. Μάλιστα σε μια καυτή περίοδο επίθεσης του ιού Δέλτα. Εύχομαι βέβαια να κάνω λάθος.

Οφείλω όμως να επισημάνω ότι όταν βρίσκεσαι σε πόλεμο, δεν μπορείς να αντικαταστήσεις μαχόμενο προσωπικό, όταν αναγνωρίζεις ότι είναι κατάλληλο και έχει δώσει αποτελεσματικές μάχες.

Όταν μάλιστα, ο αριθμός του ανεμβολίαστου προσωπικού φθάνει στις δέκα χιλιάδες, το εγχείρημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού σίγουρα δεν θα φέρει θετικά αποτελέσματα. Δεν αναπληρώνεται το υγειονομικό προσωπικό με 3μηνες συμβάσεις. Μάλιστα σε μια περίοδο που αναμένεις, όπως λένε οι ειδικοί, μεγάλη επίθεση του ιού.

Να επισημάνω ότι είναι απολύτως θεμιτός και αναγκαίος ο αγώνας της πολιτικής ηγεσίας να εμβολιαστούν όλοι οι πολίτες. Θεμιτή ακόμη και η «ακραία» θεσμοθέτηση για την υποχρέωση εμβολιασμού στο χώρο της υγείας στην πρώτη γραμμή του πολέμου. Το 90% του υγειονομικού προσωπικού είναι ήδη εμβολιασμένο, όπως αναφέρεται στα δημοσιευμένα στοιχεία. Δεν γνωρίζω τον ακριβή αριθμό των ανεμβολίαστων στον χώρο αυτό. Τα ποσοστά όμως των εμβολιασμένων είναι συντριπτικά. Και οι λίγοι ανεμβολίαστοι, όταν λάμβαναν τα επιβαλλόμενα μέτρα, δεν μπορούν να αποτελέσουν σοβαρή πηγή μεταδοτικότητας, Η υγειονομική χαρτογράφηση σε όλο το ΕΣΥ, σχετικά με τους εμβολιασμένους και τις περιπτώσεις μεταδοτικότητας του ιού από μη εμβολιασμένους, θα αποτελούσε ένα αντικειμενικό στοιχείο των πραγματικών συνθηκών που επιβάλλουν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό. Η αποτύπωση της πραγματικότητας δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αναγκαία προϋπόθεση για την επιβολή εξαιρετικών μέτρων, που εξ αντικειμένου προσβάλλουν δικαιώματα και ελευθερίες.

Η θεσμοθέτηση υποχρεωτικού εμβολιασμού αποτελεί ένα έκτακτο μέτρο με πολλές διαστάσεις: νομικές, κοινωνικές και πολιτικές. Κυρίαρχο κριτήριο στην προηγούμενη περίπτωση είναι η εξισορρόπηση ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό συμφέρον.

Η νομική διάσταση έχει να κάνει με τον έλεγχο της νομιμότητας της ρύθμισης. (συνταγματικής και ΕΣΔΑ). Ο δικαστής οφείλει να κρίνει με τρόπο αντικειμενικό τις πραγματικές συνθήκες και την καταλληλότητα και αποτελεσματικότητα των μέτρων σχετικά με τον επιδιωκόμενο σκοπό, πάντα στα πλαίσια της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας. Στην προκειμένη περίπτωση με την επ’ αόριστο αναστολή εκτέλεσης καθηκόντων και τη στέρηση των αποδοχών, οι ρυθμίσεις είναι δυσανάλογες και εξοντωτικές.

Σχετικά με τη νομική υφή των ρυθμίσεων είναι προφανές ότι αποτελούν μέτρα κατάστασης επιτακτικής ανάγκης.

Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε εφαρμογή του δικαίου της ανάγκης για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος προστασίας της υγείας του πληθυσμού.

Από τα πρώτα νομολογιακά δεδομένα, έλεγχο της νομιμότητας των ρυθμίσεων, (ΣτΕ και ΕΔ – ΕΣΔΑ) παρατηρούμε ότι το δικαστήριο έχει  κρίνει ότι οι ρυθμίσεις  είναι ανεκτές δεν προσκρούουν στη συνταγματική νομιμότητα και στην ΕΣΔΑ.

Λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι κάτω και από συνθήκες έκτακτης ανάγκης (πανδημία) η κρίση του δικαστή οφείλει να εξισορροπεί το δημόσιο και το ιδιωτικό συμφέρον  στη βάση της αρχής της αναλογικότητας, αλλά και της καταλληλόλητας των μέτρων.

Και εδώ το πεδίο των ρυθμίσεων, περί αναστολής καθηκόντων, επ’ αόριστον ολικής στέρησης αποδοχών κ.α είναι ανοιχτό για διαφορετικές ερμηνείες και εφαρμογές των συνταγματικών διατάξεων και της ισχύουσας νομοθεσίας των δημοσίων υπαλλήλων.

Θεμιτός και αναγκαίος ο αγώνας της πολιτικής ηγεσίας να εμβολιασθούν όλοι οι πολίτες. Θεμιτή και η «ακραία» θεσμοθέτηση για την υποχρέωση του εμβολιασμού στον χώρο της υγείας. Τα μέτρα όμως δεν πρέπει να είναι εξοντωτικά – τιμωρητικά. Όταν στερείς σε κάποιον εργαζόμενο ολοκληρωτικά τον μισθό του και επ’ αόριστον, αντί να λύνεις προβλήματα, δημιουργείς προβλήματα υγείας και επιβίωσης. Ενισχύεις δε άθελά σου την αντίδραση και το αντιεμβολιαστικό κίνημα.

Αντίθετα αν υπήρχαν θετικά κίνητρα σε όλο το υγειονομικό προσωπικό, με οικονομική ενίσχυση, ή άλλα ηπιότερα μέτρα, όπως καταβολής του 50% του μισθού, όπως προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, όταν κάποιος δημόσιος υπάλληλος τίθεται σε αναστολή καθηκόντων, τα μέτρα θα ήταν πιο αποτελεσματικά.

Η ολοκληρωτική αποστέρηση των αποδοχών και μάλιστα επ’ αόριστον είναι μέτρο εξοντωτικό και σίγουρα θα ελεγχθεί  από τη δικαιοσύνη για τη νομιμότητά του. Προφανώς πολλοί αρνητές του εμβολιασμού, δικαιολογημένα ή μη, θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη!

Όταν οι αρνητές του εμβολιασμού, από δικαιολογημένο φόβο ή προσωπική πεποίθηση, λάβουν το έγγραφο ανάκλησης καθηκόντων θα προκύψουν σοβαρά πραγματικά και νομικά ζητήματα.

Η αποζημίωση τους, ούτε εύκολη είναι ούτε αποτελεσματική πιστεύω και θα δημιουργήσει περισσότερα  προβλήματα από το να λύσει. Επίσης εξαιτίας των δυσανάλογων και εξοντωτικών μέτρων στέρησης των αποδοχών, αφ’ενός θα δημιουργήσει προβλήματα επιβίωσης και αφ΄ ετέρου οι «αρνητές» θα προσφύγουν στα δικαστήρια για να ακυρώσουν και να μεταρρυθμίσουν τα μέτρα αυτά.

Η πολιτική διάσταση του έκτακτου αυτού μέτρου, έχει να κάνει με τα προληπτικά μέτρα του κράτους, πριν φτάσουμε στα κατασταλτικά και γενικά με τη διαχείριση της πανδημίας.

Πιστεύω πως κάποτε είναι ανάγκη επιτακτική να επαναφέρουμε τις αρχές του Κοινωνικού Κράτους Πρόνοιας και Δικαίου και όχι κάθε φορά να προσφεύγουμε σε καταστάσεις εφαρμογής του δικαίου της ανάγκης.

Έχει κουρασθεί ο κόσμος με τον τρόπο που αντιμετωπίζει η Πολιτεία τα οικονομικά, κοινωνικά προβλήματα και τώρα τα της υγείας. Πρέπει να μπει φρένο στην νομοθετική αλαζονεία, που συνεχώς επικαλείται τις έκτακτες ανάγκες και καταστάσεις.


Δικηγόρος, πρ. αντιπρόεδρος της Βουλής