Σε πλήρη αποδόμηση των επιχειρημάτων του επιχειρημάτων του Αλέξη Τσίπρα προχώρησε κατά την ομιλία του στη Βουλή επί της πρότασης Μομφής που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
«Ο κ. Τσίπρας ισχυρίζεται, στην πρόταση δυσπιστίας, ότι «εισηγούμαι και υλοποιώ πολιτικές που έφεραν την ύφεση στην πατρίδα μας». Αρχικά, κε. Τσίπρα, να σας θυμίσω ότι παραλάβατε τη χώρα με θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης από Κυβέρνηση με κορμό τη Νέα Δημοκρατία, και επαναφέρατε την οικονομία στην ύφεση, το 2015 και το 2016. Άρα, κε. Τσίπρα μάλλον δυσπιστείτε κατά του εαυτού σας, του κ. Βαρουφάκη και του κ. Τσακαλώτου» είπε ο υπουργός κατηγορώντας τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι «αποδεικνύετε έτσι, για ακόμη μία φορά, κε. Τσίπρα, ότι έχετε έλλειψη ευθύνης. Αποδεικνύετε ότι επιδιώκετε να κερδοσκοπήσετε πολιτικά πάνω στις αγωνίες των πολιτών. Για να καλύψετε τα εσωτερικά σας προβλήματα, απόρροια των στρατηγικών αδιεξόδων σας, επιδίδεστε σε «κυνήγι μαγισσών».
Παρουσιάζοντας την εικόνα της οικονομίας πριν το ξέσπασμα της πανδημίας αναφέρθηκε στα ακόλουθα:
- Ο δείκτης οικονομικού κλίματος, δηλαδή η ψυχολογία της αγοράς, είχε διαμορφωθεί στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών.
- Η καταναλωτική εμπιστοσύνη της κοινωνίας είχε επίσης σκαρφαλώσει στο υψηλότερο σημείο της.
- Η ανεργία μειωνόταν σημαντικά.
- Οι οίκοι αξιολόγησης αναβάθμιζαν την οικονομία.
- Το κόστος δανεισμού της χώρας είχε διαμορφωθεί στο μισό της περιόδου του ΣΥΡΙΖΑ.
- Οι καταθέσεις στις τράπεζες αυξάνονταν, και τα «κόκκινα δάνεια» στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών μειώνονταν.
- Η επενδυτική ελκυστικότητα της χώρας είχε τονωθεί.
- Η αξιοπιστία της είχε ενισχυθεί.
- Και η οικονομία είχε αποκτήσει αναπτυξιακή δυναμική.
- Αλλά και μέσα στην υγειονομική κρίση, σχεδιάσαμε και λάβαμε ένα συνεκτικό, δυναμικό και αποτελεσματικό «πακέτο» μέτρων, το οποίο θα ξεπεράσει τα 24 δισ. ευρώ, απλώνοντας ένα ευρύ «δίχτυ προστασίας» σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
«Πριν κάποιους μήνες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως και άλλοι θεσμοί, εκτιμούσαν ότι η Ελλάδα θα παρουσιάσει τη βαθύτερη ύφεση στην Ευρώπη, το 2020. Σήμερα, αναθεώρησαν – επί τα βελτίω – τις προβλέψεις τους για την ελληνική οικονομία, σε αντιδιαστολή με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Αυτό συνιστά απόδειξη ότι λάβαμε, μεθοδικά και έγκαιρα, τα σωστά μέτρα για να περιορίσουμε, όσο είναι εφικτό, τις δυσμενείς συνέπειες της κρίσης» συμπλήρωσε.
Θύμισε ότι η κυβέρνηση Τσίπρα ήταν εκείνη που «νομοθετήσατε, τον Μάιο του 2017, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς. Εσείς, κε. Τσίπρα, προχωρήσατε από το Νοέμβριο του 2017, μέσα σε 1,5 χρόνο, σε 25.672 πλειστηριασμούς.
Εσείς, κε. Τσίπρα, παίρνατε επαίνους από τους θεσμούς για την υπέρβαση των στόχων στην υλοποίηση πλειστηριασμών. Εσείς, κε. Τσίπρα, ή για την ακρίβεια ο κ. Τσακαλώτος, υποστήριζε ότι «οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί είναι σημαντικοί, όχι μόνο για να έχουμε καλές τράπεζες, αλλά και για αναπτυξιακούς και κοινωνικούς λόγους». Εσείς, κε. Τσίπρα, όπως επιβεβαίωσαν και όλα τα άλλα Κόμματα της Αντιπολίτευσης στις τοποθετήσεις τους, καταργήσατε, το 2019, οριζόντια, την προστασία της 1ης κατοικίας.
Συμπερασματικά, εσείς, κε. Τσίπρα, έχετε καταγραφεί ως ο Πρωθυπουργός των φόρων, των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και της οριζόντιας κατάργησης προστασίας της 1ης κατοικίας!
Μάλλον συνεπώς, και πάλι, η πρόταση δυσπιστίας θα έπρεπε να κατατεθεί κατά του κ. Τσακαλώτου, που τα υπέγραψε όλα αυτά!»
Ο υπουργός Οικονομικών θύμησε πως ο ΣΥΡΙΖΑ σύρθηκε πίσω από την Ελληνική Λύση και το ΜέΡΑ25 σε ότι αφορά την ένσταση αντισυνταγματικότητας αλλά δεν ζήτησε απόσυρση του Νομοσχεδίου. Αντίθετα ζήτησε ονομαστική ψηφοφορία για 16 άρθρα από τα 270 του νομοσχεδίου.
«Και έρχεστε μετά εσείς, κε. Τσίπρα, και ζητάτε την απόσυρση του Νομοσχεδίου. «Αδειάζοντας» την Εισηγήτρια και τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο του Κόμματός σας. Και στο τέλος της ομιλίας σας, κε. Τσίπρα, καταθέτετε την πρόταση δυσπιστίας. Στην ομιλία σας είπατε επειδή η Κυβέρνηση δεν αποσύρει το νομοσχέδιο. Και στην πρότασή σας κάνετε πρόταση δυσπιστίας κατά του προσώπου μου συνολικά για την ασκούμενη οικονομική πολιτική. Συμπέρασμα: Χαοτικές πολιτικές κινήσεις! Τι να πρωτοπεί κανείς; «Τρικυμία»; Τακτικισμοί; Καιροσκοπισμός; Ανευθυνότητα; Μάλλον, όλα αυτά μαζί!» σημείωσε για να συνεχίσει: «Κε. Τσίπρα, Το πεδίο της οικονομίας «δεν το έχετε». Άλλωστε, διαχρονικά, τα “assets” σας, αποδείχθηκαν “liabilities”. Και πάει πολύ να μας «κουνάτε» το δάκτυλο για την οικονομία. Εσείς, που αποτύχατε στους αναπτυξιακούς σας στόχους, επί μία τετραετία. Εσείς, που καταστήσατε την Ελλάδα ουραγό της Ευρώπης, στερώντας από τη χώρα μας τη δυνατότητα να επωφεληθεί από την ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική που είχε διαμορφωθεί στους κόλπους της. Εσείς, που φέρατε ένα νέο αχρείαστο μνημόνιο και μία νέα αχρείαστη ανακεφαλαιοποίηση, με πολλά δισεκατομμύρια μέτρα λιτότητας και με μεγάλη απώλεια χρημάτων για τους φορολογούμενους, αποτέλεσμα της ανικανότητας, των ιδεοληψιών, της «δημιουργικής ασάφειας» και της «αυταπάτης» της. Εσείς, που επιβάλατε νέους φόρους, που μειώσατε το αφορολόγητο, που κόψατε το ΕΚΑΣ, που επιβάλατε ή αυξήσατε τις εισφορές υγείας. Εσείς, που επιβάλατε και δεν μπορέσατε να άρετε τους κεφαλαιακούς περιορισμούς. Εσείς, που συνθλίψατε τη μεσαία τάξη. Συνεπώς κε. Τσίπρα, κοιταχθείτε, καλύτερα, στον καθρέφτη. Εκεί θα βρείτε αυτόν που ψάχνετε!».
Απαντώντας στα όσα του καταλόγισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είπε:
Πέραν των όσων καταγράφετε στην πρόταση δυσπιστίας, στην ομιλία σας την Πέμπτη στη Βουλή, υποδόρια, κατά την προσφιλή σας μέθοδο, κατηγορήσατε εμένα, άρα και την Κυβέρνηση, χωρίς τεκμηρίωση.
«Σηκώνω» το γάντι:
1ον. Με κατηγορήσατε και μας κατηγορήσατε, ότι επιχειρούμε να περάσουμε το Νομοσχέδιο «στα μουλωχτά».
Η πραγματικότητα είναι ότι η διαδικασία σύνταξης του νομοσχεδίου διήρκεσε περίπου 8 μήνες. Κατά την περίοδο αυτή, ελήφθησαν πολλά σχόλια από φορείς. Από εσάς, σιγή!
Έγιναν διμερείς συναντήσεις και αποτυπώθηκαν οι παρατηρήσεις και εισηγήσεις από ενδιαφερόμενους φορείς, όπως από Επιστημονικές Ενώσεις, Επιμελητήρια, Καταναλωτικές Οργανώσεις και εκπροσώπους πιστωτών.
Επιπρόσθετα, ελήφθησαν υπόψη τα σχόλια θεσμικών φορέων και θεσμών, γιατί ας μην ξεχνάμε, είχατε δεσμευτεί και εσείς, στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, για τη σύνταξη αυτού του νομοσχεδίου.
Από εσάς, σιγή!
Στη συνέχεια, διενεργήθηκε δημόσια διαβούλευση για 2 εβδομάδες, όπου ελήφθησαν περαιτέρω σχόλια και έγιναν οι απαιτούμενες βελτιώσεις.
Από εσάς, σιγή!
Καταθέσαμε το νομοσχέδιο στη Βουλή την προπερασμένη Δευτέρα, δηλαδή πριν 13 ημέρες, και ξεκινήσαμε να το συζητάμε, από την προπερασμένη Πέμπτη, δηλαδή πριν 10 ημέρες.
Εκεί δηλώσατε ότι δεν έχετε προλάβει να το δείτε επαρκώς, γιατί είναι πολύ μεγάλο νομοσχέδιο.
Ζητήσατε να συζητηθεί σε πρόσθετη συνεδρίαση.
Το αποδεχθήκαμε!
Ζητήσατε να μιλήσουν πολλοί φορείς.
Το αποδεχθήκαμε!
Ακούσαμε τα σχόλια των φορέων.
Τα περισσότερα από αυτά τα λάβαμε υπόψη μας.
Άλλωστε, όπως απέδειξε και η Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα με το νομοσχέδιο.
Ζητήσατε επιπλέον χρόνο.
Τον δώσαμε!
Απαντήσαμε αναλυτικά, διεξοδικά, σε αρκετές συνεδριάσεις, στους προβληματισμούς σας.
Αλήθεια λοιπόν, η τήρηση αυτών των διαδικασιών δικαιολογεί την αιτίασή σας ότι νομοθετούμε «στα μουλωχτά»;
Κε. Τσίπρα, έχετε τελείως μπερδέψει τη σημασία των λέξεων.
Τι να πω;
Σηκώνω τα χέρια ψηλά!
Μάλλον χρειάζεστε ένα λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας!
2ον. Με κατηγορήσατε και μας κατηγορήσατε, ότι ενεργούμε ως δήθεν εντολοδόχοι τραπεζιτών και κεφαλαιούχων.
Καταρχάς, κε. Τσίπρα, σας απέδειξα, με συγκεκριμένα στοιχεία, ότι οι τράπεζες διατηρούν σοβαρές ενστάσεις για πτυχές του Νομοσχεδίου.
Διαβάστε από τις εφημερίδες που είναι «πιο φιλικές» σε εσάς, όπως τις έχετε εσείς διακρίνει.
Αλλά και σε προσωπικό επίπεδο κε. Τσίπρα, η πραγματικότητα είναι ότι τέτοιες πολιτικές πρακτικές δεν τις επιτρέπουν οι προσωπικές, πολιτικές και παραταξιακές αρχές και αξίες μου.
3ον. Με κατηγορήσατε και μας κατηγορήσατε, ότι ενεργούμε ως δήθεν εντολοδόχοι εξωχώριων οικονομικών κέντρων.
Προφανώς, «εξ ιδίων κρίνετε τα αλλότρια».
Κε. Τσίπρα, διαφέρουμε.
Δεν μπήκα στην πολιτική για να λαμβάνω και να εκτελώ εντολές, και μάλιστα εις βάρος των αδύναμων και των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων.
Έχω καταγωγή και αναφορές στα λαϊκά στρώματα, και αυτά, ενσυνειδήτως, θέλω, πρωτίστως, να υπηρετώ.
Η παράταξή μας, έχει αρκετά καλά παραδείγματα.
Ίσως και η δική σας.
Όμως, λυπάμαι, αλλά δεν σας θεωρώ ως τέτοιο.
Κύριε Τσίπρα, διαφέρουμε.
1ον. Διαφέρουμε στον τρόπο που ασκούμε τη δημοσιονομική πολιτική.
Εσείς πιστεύετε στην αύξηση των φόρων. Εμείς πιστεύουμε στη μείωση των φόρων.
Και υλοποιούμε αυτή την πολιτική. Καταθέτω στα πρακτικά, για να μην τα επαναλαμβάνω, το τι έχει κάνει η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη μέχρι σήμερα, στην κατεύθυνση μείωσης των φόρων. Εσείς αυξήσατε 29 φόρους. Εμείς, σε 1,5 χρόνο, μειώσαμε 18 φόρους ή ρυθμίσαμε φορολογικές υποχρεώσεις. Εσείς πιστεύετε στη «σπατάλη χρημάτων», όπως με προτρέψατε πρόσφατα να κάνω. Εμείς πιστεύουμε στη βέλτιστη αξιοποίηση των δημόσιων πόρων, τόσο γιατί σεβόμαστε τα χρήματα των φορολογουμένων, όσο και γιατί αυτό επιτάσσει το μακροχρόνιο συμφέρον της πατρίδας.
2ον. Διαφέρουμε, κε. Τσίπρα, στον ρόλο που θέλουμε για το Κράτος.
Εσείς πιστεύετε στον κρατισμό. Εμείς δεν πιστεύουμε σε ένα κράτος «Λεβιάθαν». Θέλουμε κράτος παραγωγικό, αποδοτικό, αποτελεσματικό, ποιοτικό και δίκαιο. Κράτος που θα μεριμνά και θα παρεμβαίνει για τη βέλτιστη λειτουργία του μηχανισμού της αγοράς, την εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής οικονομικής αποτελεσματικότητας, και την κοινωνικά δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και του παραγόμενου πλούτου.
Βέβαια, το μίγμα αγοράς και κράτους μπορεί να ποικίλλει, ανάλογα με τις περιστάσεις και τις ανάγκες.
Όπως είναι η σημερινή, αυτή της πανδημίας.
Αλλά, σε κάθε περίπτωση, για εμάς ορίζεται στον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στις ακραίες θέσεις περί ελάχιστου και μέγιστου κράτους.
3ον. Διαφέρουμε, κε. Τσίπρα, στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις διαρθρωτικές αλλαγές.
Εσείς δεσμευόμασταν να τις υλοποιήσετε, και τελικά τις «τορπιλίζατε». Αποτέλεσμα; Η συρρίκνωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Εμείς τις πιστεύουμε και τις υλοποιούμε, με στόχο την επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Αποτέλεσμα; Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
4ον. Διαφέρουμε, κε. Τσίπρα, στο πώς αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη συνεργασιών και συναινέσεων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.
Εσείς, διαχρονικά, και κάποιοι που κάθονται δίπλα σας, παλαιότερα, πριν τη συστημική οικονομική κρίση, απαξιώνατε και «πετροβολούσατε» κάθε προσπάθεια για πολιτική συνεννόηση. Πολεμούσατε, με κάθε διαθέσιμο μέσο, την πολιτική ομαλότητα. Καλούσατε τους πολίτες να «τελειώσουν» την τότε Αξιωματική Αντιπολίτευση. Θεωρούσατε την άρνηση συναίνεσης ζήτημα «ηθικής τάξης», που η επίτευξή της θα «ισοπέδωνε τα πάντα». Είσαστε, ιστορικά, ο ιδιοκτήτης της θέσης του «όχι σε όλα». Εμείς πιστεύουμε στην ανάγκη δημιουργικών συνθέσεων, συνεργασίας και συναίνεσης. Το 2015, το υψηλό αίσθημα ευθύνης που επέδειξε η Νέα Δημοκρατία, διέσωσε τη χώρα, που «τρέκλιζε» επικίνδυνα, εξαιτίας των δικών σας, ανερμάτιστων πολιτικών.
5ον. Τέλος, διαφέρουμε ιδεολογικά.
Και εδώ απαντώ και σε άλλες πτέρυγες της Βουλής, που επιδίωξαν, κατά τη διάρκεια της συζήτησης, άστοχα, να μας ετεροκαθορίσουν. Εσείς, κε. Τσίπρα, δεν έχετε σταθερές. Επιδίδεστε σε συνεχείς ιδεολογικές μεταμορφώσεις και πολιτικές κυβιστήσεις. Δείχνετε, αναλόγως με τη συγκυρία, ως «πολιτική ανεμοδούρα». Εμείς, το διαχρονικά μεγαλύτερο Κόμμα της πατρίδας μας, υπηρετούμε, σταθερά, από τα ιδρυτικά κείμενά μας μέχρι και σήμερα, τις αρχές του κοινωνικού και ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού. Είμαστε η μεγάλη φιλελεύθερη, λαϊκή, βαθιά δημοκρατική και πατριωτική παράταξη. Η Παράταξη που, σταθερά και διαχρονικά, ανταποκρίθηκε με επιτυχία, πρωταγωνιστικά και ουσιαστικά, στις ιστορικές προσκλήσεις και αποστολές. Οικοδόμησε τη σύγχρονη Δημοκρατία. Ενέταξε την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Εδραίωσε την ευρωπαϊκή θέση της χώρας.
Αύξησε, κατά μέσο όρο, τον πλούτο της χώρας, με ρυθμούς υψηλότερους από τους αντίστοιχους των περιόδων διακυβέρνησης των άλλων κομμάτων, βελτιώνοντας το βιοτικό επίπεδο και την ευημερία των πολιτών.
Είπε τα μεγάλα «ΝΑΙ» και τα μεγάλα «ΟΧΙ», αποδεικνύοντας ότι μπορεί να υπηρετεί, με ευθύνη, την πατρίδα και τους πολίτες της.
Συμπερασματικά, η Νέα Δημοκρατία έχει καταγράψει τις περισσότερες και σημαντικότερες επιτυχίες, τα μικρότερα λάθη και τις λιγότερες παραλείψεις, συγκριτικά με τους πολιτικούς αντιπάλους της.
Γι’ αυτό, αν και διαχρονικά πολιτεύθηκε μακριά από ψεύδη και λαϊκισμούς, οι πολίτες, με την εμπιστοσύνη τους, αθροιστικά, την έχουν αναδείξει ως την πρώτη, ως την πιο ισχυρή πολιτική δύναμη της χώρας.
Ως τον μεγάλο, σταθερό και διαχρονικό πυλώνα του ελληνικού πολιτικού συστήματος