«Ήρθε η ώρα να ανοίξει η συζήτηση για την αναδιάρθρωση καλλιεργειών. Δεν θα γίνει κανένας αιφνιδιασμός. Δεν θα γίνει κάτι ερήμην των εκπροσώπων του πρωτογενή τομέα της περιοχής, ούτε ερήμην της αυτοδιοίκησης», επισήμανε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Λευτέρης Αυγενάκης μιλώντας στην εκπομπή του ΕΡΤNews «Συνδέσεις» και τους Χριστίνα Βίδου και Κώστα Παπαχλιμίντζο, για το τι προβλέπει η μελέτη των Ολλανδών για την πληγείσα Θεσσαλία.

Πρόσθεσε δε ότι «το νούμερο ένα θέμα είναι το νερό». «Έχουμε πλέον εικόνες μπροστά μας, όπως αυτές της Θεσσαλίας, που νερό έχουμε και νερό δεν έχουμε. Και όπως και πριν την πλημμύρα του Νεπάλ, το πρόβλημα της ξηρασίας, δηλαδή φαινομένων ερημοποίησης, ήταν εντονότατο. Και "καπάκι" είδαμε και την άλλη πλευρά. Τέτοια φαινόμενα δυστυχώς θα έχουμε, όπως λένε τουλάχιστον και ειδικότεροι από εμένα», τόνισε.

Για το πρόβλημα με το νερό στη Θεσσαλία είπε, ακόμη: «Πολιτική νερού οργανωμένη, ολοκληρωμένη δεν είχε γίνει. Να θυμίσουμε ότι από το νερό που που απολαμβάνει η γη μας, περίπου το 11 με 12% καταλήγει στην ύδρευση και περίπου 84% καταλήγει στην άρδευση. Δεν είχαμε συζητήσει ποτέ για τις απώλειες που υπάρχουν στα συστήματα άρδευσης. Ασχολούμασταν όλοι με την ύδρευση. Τα ΤΟΕΒ, τα λεγόμενα δίκτυα άρδευσης υποτίθεται ότι είναι ανταποδοτικά, σωστά είναι, αλλά από την άλλη έχουν μείνει "πίσω από το φεγγάρι". Οι εξελίξεις έχουν τρέξει και πλέον τα μοντέλα που είχαν τότε σχεδιαστεί σωστά για την εποχή εκείνη, έχουν ξεπεραστεί. Έχει εξελιχθεί ποτέ από τότε μέχρι σήμερα; Όχι. Είχαμε εγγειοβελτιωτικά έργα τα οποία γίνονταν με μια συχνότητα, με μια ασυνέχεια. Είχαμε αντιπλημμυρικά έργα, τα οποία το είδαμε σε όλη τους τη διάσταση.

Η Θεσσαλία έδειξε νομίζω την πραγματική εικόνα της χώρας μας, όπου χρειαζόμαστε αντιπλημμυρικά έργα και εγγειοβελτιωτικά έργα, τα οποία θα επικοινωνούν μεταξύ τους. Χρειαζόμαστε τρόπους ώστε να εμποδίζεται η μεταφορά των νερών από τις πλαγιές των βουνών στις λεκάνες απορροής. Χρειαζόμαστε έργα ενδυνάμωσης του υδροφόρου ορίζοντα, τέλος πάντων, όλα αυτά να μπορούν να λειτουργούν και σε επίπεδο συγκράτησης των υδάτων και σε επίπεδο εμπλουτισμού του υδάτινου υδάτινου όγκου της περιοχής, αλλά και από την άλλη αντιπλημμυρική προστασία».

Αναφορικά με το τι προβλέπει η μελέτη των Ολλανδών για την πληγείσα Θεσσαλία, επισήμανε: «Πρώτα από όλα εμείς είμαστε υποχρεωμένοι -και αυτό κάνουμε με πολλή πίστη και με πολλή συνέπεια- στις άμεσες ενισχύσεις, έτσι ώστε να δοθεί να υπάρξει ρευστότητα στους πληγέντες και ειδικά σε αυτούς οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να καλλιεργήσουν. Και αναφέρομαι στις παράκτιες περιοχές. Αυτό είναι το ένα το οποίο εξελίσσεται. Το δεύτερο είναι τι κάνουμε μεσομακροπρόθεσμα σε επίπεδο καλλιεργειών». Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, ήρθε η ώρα να ανοίξει η συζήτηση για την αναδιάρθρωση καλλιεργειών. «Δεν θα γίνει κανένας αιφνιδιασμός. Δεν θα γίνει κάτι ερήμην των εκπροσώπων του πρωτογενή τομέα της περιοχής, ούτε ερήμην της αυτοδιοίκησης. Θα γίνει σε συνεννόηση, μιας και τα προβλήματα πλέον δεν κρύβονται. Είναι υπαρκτά, είναι συγκεκριμένα, είναι γνωστά», επισήμανε.

Όχι σε φαραωνικά έργα

Έξήγησε δε ότι «από την άλλη έχουμε την καταγραφή από τους Ολλανδούς με απόλυτη λεπτομέρεια συμπεριφορών και ιδιαιτεροτήτων και προβλημάτων που οδήγησαν σε όλη αυτή την εικόνα και τελικά σε όλη αυτή την καταστροφή ανά περιοχή. Πως λειτούργησε το κάθε αντιπλημμυρικό έργο σε κάθε σημείο. Πραγματικά μια πολύ χρήσιμη δουλειά. Αυτό βοηθά τους ίδιους αλλά και εμάς να κατανοήσουμε το πρόβλημα. Και καταλήγουν σε προτάσεις που είναι πολύ χρήσιμες». έκανε σαφές ότι «δεν πάμε σε πολύ μεγάλα φαραωνικά έργα, αλλά πάμε σε μικρότερα, πέρα από τα 3 σημαντικά φράγματα που ήδη εξελίσσονται. Εκεί που επιμένουν και μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους είναι οι πολλές μικρές στάσεις του νερού, κυρίως στις πλαγιές των βουνών, πριν φτάσουν στην κοιλάδα, πριν φτάσουν στη λεκάνη. Την ίδια στιγμή κάνουν κι άλλες προτάσεις, όπως για παράδειγμα πιθανή επέκταση της λίμνης Κάρλα, έτσι ώστε να έχουμε μεγαλύτερη δυνατότητα υποδοχής και φιλοξενίας νερού που θα φτάσει από τις γύρω περιοχές. Αναφέρομαι στη λίμνη Κάρλα που είχε δημιουργηθεί μετά από ένα μεγάλο τεχνικό έργο, που μάλιστα είχαμε βραβευτεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση γι αυτό το έργο. Άλλη λύση που προτείνουν είναι η δυνατότητα ελεγχόμενης πλημμύρας σε συγκεκριμένα σημεία που θα γνωρίζουν εκ των προτέρων όλοι οι άνθρωποι της περιοχής. Μια κουλτούρα την οποία την έχουν πολύ έντονα στην Ολλανδία και σε άλλα σημεία του πλανήτη που έχουν τέτοια φαινόμενα. Αυτά μεν να τα συζητήσουμε, δεν θα γίνει κάτι ερήμην των πολιτών»».

Περίπου 1,5 δισ. ευρώ οι ενισχύσεις των αγροτών

Για τις ενισχύσεις των αγροτών, σημείωσε ότι οι άμεσες και έμμεσες, είναι περίπου στο 1,5 δισ. ευρώ. «Μέχρι αυτή την ώρα έχουμε μισό δισ. ευρώ είτε από τον ΕΛΓΑ, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχουμε ενεργοποιήσει, είτε από την κρατική αρωγή. Περίπου μισό δισ. έχει μέχρι αυτή την ώρα έχει δοθεί στους αγρότες, αγρότες, κτηνοτρόφους, μελισσοκόμους. Όμως έρχεται περίπου άλλο ένα δισ. που ακολουθεί την πορεία των ενισχύσεων των αγροτών. Τα 40 και πλέον εκατομμύρια που έχουμε δρομολογήσει για τα πρώτα δύο χρόνια ως αποζημίωση, ως ενίσχυση των ανθρώπων αυτών, να κατευθυνθούν με δίκαιο τρόπο στους έχοντες κτήματα που βρίσκονται κάτω από το νερό».

Ως προς το πεδίο σύγκρουσης που φαίνεται να έχει σχηματιστεί αναφορικά με το ότι οι κάτοικοι της Θεσσαλίας πρέπει να αποδεχτούν ότι κάποιες περιοχές θα πρέπει να παραχωρηθούν προκειμένου να δοθεί χώρος στα ποτάμια, ο Λευτέρης Αυγενάκης τοποθετήθηκε λέγοντας: «Εμείς δεν έχουμε ενστάσεις σε κάποια από αυτά που γράφτηκαν, αλλά όμως δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να δαιμονοποιούμε μια δουλειά που έγινε από επιστήμονες οι οποίοι έχουν μια διεθνή εμπειρία και που δεν θέλαμε να μας γράψουν αυτά που θέλουμε να ακούσουμε. Γιατί τότε τους ακυρώνουμε, τότε είναι σα να μην τους είχαμε». Δειυκρίνισε δε ότι από την πρώτη στιγμή, επιθυμία μας, και του πρωθυπουργού, είναι να κάνουν τη δουλειά τους σωστά, να πληροφορηθούν από παντού για το τι χρειάζονται έτσι ώστε να έχουν μια πλήρη εικόνα και να έχουμε ολοκληρωμένες προτάσεις. «Έτσι, οι πόρτες των υπουργείων, όλων των εμπλεκόμενων υπουργείων ήταν ανοιχτές για τους ανθρώπους αυτούς. Παρείχαμε ότι πληροφόρηση χρειαζόταν. Εγκαταστάθηκαν για μια μακρά περίοδο πάνω από 40 – 45 επιστήμονες από διαφορετικές χώρες, δούλεψαν. Εγώ δεν μηδενίζω ότι έχουν κάνει. Ειλικρινά σας λέω με το χέρι στην καρδιά. Είναι μια πολύ χρήσιμη δουλειά. Τοποθετούμε τα πάντα».

Ο υπουργός σημείωσε στις πορεία ότι υπάρχουν κάποιες ενστάσεις σε κάποιες παραμέτρους, όπως για παράδειγμα στο θέμα της καλλιέργειας της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, τις οποίες «βεβαίως τα συζητήσαμε». «Δεν λαμβάνουν υπόψη τους, για παράδειγμα, μια σειρά από ζητήματα και δεσμεύσεις που η Ελλάδα έχει απέναντι στην κοινότητα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν σημαίνει όμως ότι αυτά τα οποία θίγουν -και αναδεικνύουμε το πρόβλημα του νερού- δεν είναι πραγματικά. Δηλαδή κάπου πρέπει να βρούμε το σημείο επαφής. Και θα βρεθεί, όταν υπάρχει καλή διάθεση.

Αλλά επαναλαμβάνω δεν μηδενίζονται. Ίσα ίσα μάλιστα, θεωρώ ότι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, ένας οδηγός και για άλλες περιφέρειες της χώρας μας. Για παράδειγμα στην Περιφέρεια Κρήτης ήδη έχουμε αναθέσει στην ίδια εταιρία να εκπονήσει αντίστοιχη μελέτη, διότι και στην Κρήτη έχουμε φαινόμενα ερημοποίησης βλέπε Σητεία, Νότιο Λασίθι, Νότιο Ηράκλειο, φαινόμενα πλημμυρικά -βλέπε Χανιά- που δεν είναι μια και δυο φορές που έχουν συμβεί αντίστοιχα πράγματα, αλλά ακόμα και πόλης Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Η Πελοπόννησος και η Δυτική Ελλάδα είναι περιοχές οι οποίες και εκείνες έχουν ήδη τα πρώτα δείγματα της κλιματικής κρίσης που έχει επισκεφτεί τη χώρα μας και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τα αντιμετωπίσουμε σωστά και έγκαιρα».

Αναφερόμενος τέλος στη νέα συνάντηση των αγροτών με τον πρωθυπουργό, σήμερα στο Μαξίμου, τόνισε πως είναι συνέχεια των προηγούμενων συναντήσεων, με λίγο μεγαλύτερο αριθμό. «Οι συναντήσεις οι οποίες γίνονται, των καλοπροαίρετων, των θετικών, των διαθέσιμων να βοηθήσουν και να δώσουν λύσεις ή να αναδείξουν προβλήματα, είμαι βέβαιος ότι πάντοτε καταλήγουν χρήσιμες», υπογράμμισε.