«Οι εναλλαγές των κυβερνήσεων όλα αυτά τα χρόνια και οι νόμοι για το ασφαλιστικό, που διαδέχονταν ο ένας τον άλλον, δυνάμωσαν την επίθεση στα ασφαλιστικά, στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, την πλήρη αλλαγή του όποιου κοινωνικού χαρακτήρα της ασφάλισης είχε απομείνει. Έφεραν και ενίσχυσαν την κατεύθυνση για επαγγελματικά ταμεία και ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες», τόνισε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στην ομιλία του στη Βουλή για το ασφαλιστικό νομοσχέδιο.
Επισήμανε την ξεχωριστή αναφορά «που έχουν κάνει όλοι οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι εργοδοτικές οργανώσεις, όπως ο ΣΕΒ για την τεράστια συμβολή του νόμου Κατρούγκαλου στην ιδιωτικοποίηση του Ασφαλιστικού συστήματος, στην υλοποίηση των αλλαγών που θέλουν να προωθήσουν από τις αρχές της δεκαετίας του 90 για την κατάργηση αυτής της μεγάλης κατάκτησης των εργαζομένων».
«Ο σημερινός στόχος της ΝΔ είναι να εφαρμόσει τον νόμο Κατρούγκαλου και όχι να τον καταργήσει, να τον βελτιώσει ακόμα και από νομικά κενά και να τον βάλει στη ζωή για να παραδοθούν τα αποθεματικά των Ταμείων στα νύχια των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών και των περίφημων επενδυτών της κεφαλαιοαγοράς», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι «στόχος είναι να απαλλάξουν τη μεγάλη εργοδοσία από την υποχρέωση, που με νόμο της είχε καθοριστεί, να επιστρέφει ένα μέρος της κλεμμένης υπεραξίας μέσω των εισφορών για το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα».
«Η εξέλιξη αυτή ανοίγει το δρόμο για το τελειωτικό χτύπημα και την διαμόρφωση ενός ασφαλιστικού στο οποίο πρόσβαση θα υπάρχει αν έχεις να πληρώσεις», υπογράμμισε.
Τόνισε ότι το ασφαλιστικό της ΝΔ δεν είναι νέα πρόταση, καθώς έχει αποτελέσει και αντικείμενο συζήτησης και κείμενο διαφόρων επιτροπών «σοφών» και συμπυκνώνεται στο εξής: «Οι εργαζόμενοι υποχρεώνονται σε όλη τους τη ζωή να πληρώνουν ατέλειωτες εισφορές από το μισθό τους και φόρους, όπως κάνουν όλα αυτά τα χρόνια, αλλά στο τέλος δεν θα γνωρίζουν τι θα πάρουν και αν θα πάρουν διότι οι παράμετροι που μπαίνουν σχετίζονται με την επένδυση αυτών των εισφορών και τις αποδόσεις που αυτή θα δίνει».
Αναφερόμενος σε αποφάσεις του ΣτΕ είπε αυτές ότι «αποδέχονται και νομιμοποιούν όλο τον πυρήνα του νόμου και την αρχιτεκτονική του».
Είπε επίσης ότι η αναλογιστική μελέτη που «τάχα επιστημονικά θεμελιώνει το νέο νόμο Κατρούγκαλου-Βρούτση αναδεικνύει νέες επιθετικές πλευρές: συνέχιση της μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης χρόνο το χρόνο και πρόβλεψη για την προσαρμογή του ασφαλιστικού συστήματος στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής».
Πρόσθεσε ότι η ίδια η μελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής ακυρώνει τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς και όλη την κυβερνητική προπαγάνδα περί αυξήσεων στις συντάξεις καθώς η συνολική δαπάνη για συντάξεις το 2020 μειώνεται κατά 1.037 δισ. ευρώ σε σύγκριση με πέρυσι με τη συνολική απώλεια που μόνο για φέτος ανέρχεται σε 676 εκατ. ευρώ.
Επισήμανε ότι ο νόμος Κατρούγκαλου που αποτέλεσε τη βάση της νέας πρότασης της κυβέρνησης καθόρισε όχι μόνο το παρόν των σημερινών συνταξιούχων αλλά και τους όρους της ασφάλισης για τα επόμενα 50 χρόνια.
Τόνισε ότι το ΚΚΕ επικεντρώνεται στο «μεγάλο έγκλημα που συντελείται για τις σημερινές και κυρίως τις μελλοντικές γενιές, τους νέους και τις νέες που εργάζονται με άθλιους όρους» και εξήγησε λεπτομερώς ότι οι νέοι που μπαίνουν σήμερα στην παραγωγή «θα συναντήσουν τα μεγαλύτερα αδιέξοδα όσον αφορά τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα».
Υπογράμμισε ότι «μπροστά μας έχουμε να αντιπαλέψουμε το σχέδιο συνολικής ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης» και υπενθύμισε ότι το συγκεκριμένο σύστημα «με τους τρεις πυλώνες», έρχεται από την «αιμοσταγή χιλιανή χούντα» προσθέτοντας «ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ πήραν το σύστημα Πινοσέτ και αυτό προωθούν διαδοχικά ο ένας μετά τον άλλον».
Δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι το μοντέλο της Χιλής είναι το αγαπημένο παράδειγμα της Παγκόσμιας Τράπεζας, της ΕΕ, του ΔΝΤ και όλων αυτών των μηχανισμών που ασχολούνται με τις ιδιωτικοποιήσεις και το κατεδάφισμα κοινωνικών δικαιωμάτων.
Είπε ότι η μεγάλη ανησυχία του ΚΚΕ για το μέλλον εστιάζει στην καταβολή και την εγγύηση των συντάξεων, στις ανατροπές που αυξάνουν συνεχώς τα όρια ηλικίας, στη μείωση κύριων και επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ, στις υποβαθμισμένες υπηρεσίες αλλά και στην ανταποδοτικότητα στην Υγεία και στην Πρόνοια που μεταβιβάζει το κόστος στη λαϊκή οικογένεια.
Πρόσθεσε, την έκθεση στον επαγγελματικό κίνδυνο, τις νέες επαγγελματικές ασθένειες και στη μελλοντική εξασφάλιση και προστασία των νέων ανθρώπων, στην αφαίμαξη των αποθεματικών και ταμειακών διαθέσιμων των Ταμείων, στην απαράδεκτα μεγάλη καθυστέρηση στην απονομή των συντάξεων.
Υπογράμμισε ότι «στο στόχαστρο έχει μπει ήδη η επικουρική ασφάλιση που μετατρέπεται σε ατομική υπόθεση κάθε ασφαλισμένου» σημειώνοντας ότι το ΕΤΕΑΕΠ «θα λειτουργεί τοποθετώντας τις εισφορές των ασφαλισμένων σε αμοιβαία κεφάλαια, μετοχές ή άλλα παράγωγα» και έκανε λόγο, μεταξύ άλλων για «χρηματιστηριακές φούσκες που όταν σκάνε οδηγούν σε κοινωνική εξαθλίωση και ασφαλισμένους και συνταξιούχους».
Πρόσθεσε ότι το μοντέλο αυτό της επικουρικής «προορίζεται να εφαρμοστεί εν τέλει και στην κύρια ασφάλιση για το κομμάτι της ανταποδοτικής σύνταξης».
Τόνισε ότι «τα επαγγελματικά ταμεία και οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες που αναλαμβάνουν να διαχειριστούν τις εισφορές δεν δεσμεύονται ούτε δίνουν εγγύηση για το ύψος των συντάξεων που θα πρέπει στο μέλλον να αποδοθούν στους εργαζομένους. Αυτή είναι η μεγάλη ανατροπή που επιχειρείται στην ασφάλιση μέσα από την προώθηση των σχημάτων αυτών».
Μιλώντας για την ιδιωτική ασφάλιση είπε ότι είναι καθαρά κερδοσκοπική επιχείρηση με «επώδυνους όρους αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος» και δεν παρέλειψε να αναφέρει τις επιπτώσεις που είχαν στους ασφαλισμένους τα κραχ ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών και στο εξωτερικό και στην Ελλάδα.
Τόνισε ότι το ΚΚΕ αντιμετωπίζει την Κοινωνική Ασφάλιση ως μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις των εργαζομένων η οποία δεν χαρίστηκε, αλλά ήταν προϊόν πολύχρονων, αιματηρών συγκρούσεων σε όλο τον κόσμο και με τις κυβερνήσεις και τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους κάθε χώρας.
Σημείωσε ότι η κοινωνική ασφάλιση ήταν ένας ισχυρός μηχανισμός στήριξης των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, ενώ για τα μονοπώλια, την κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα, το ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης δεν έχει ως αφετηρία τις λαϊκές ανάγκες, αλλά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
«Για το ΚΚΕ, το πρόβλημα της ασφάλισης είναι ταξικό, είναι πολιτικό, καθώς φανερώνονται ακόμα πιο καθαρά τα όρια αυτού του συστήματος που σαπίζει, που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών», τόνισε, προσθέτοντας ότι «η βάση του ζητήματος της κοινωνικής ασφάλισης όπως και των μισθών, του χρόνου εργασίας, των εργασιακών σχέσεων, δεν είναι τεχνική, άλλα είναι κοινωνική-οικονομική, γι’ αυτό και δεν μπορούν να λυθούν μέσα σ’ αυτό το σύστημα».
«Δεν εξαρτάται δηλαδή από μια σοσιαλδημοκρατική ή νεοφιλελεύθερη διαχείριση και συνταγή ή έναν συνδυασμό τους, αλλά απαιτεί κεντρικό σχεδιασμό, δηλαδή μια οικονομία που απέναντι από τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, θα βάζει μόνο τις σύγχρονες διευρυμένες λαϊκές ανάγκες», πρόσθεσε.
Είπε ότι το εργατικό κίνημα, οι συνταξιουχικές οργανώσεις, το ΚΚΕ, παλεύουν σήμερα για την κατάργηση όλων αυτών των αντιασφαλιστικών νόμων και πρόσθεσε ότι «η σημερινή πάλη και οι καθημερινοί αγώνες εντάσσονται στη συνολική πρόταση του ΚΚΕ για ένα διαφορετικό δρόμο εξέλιξης και ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας, που στηρίζεται στην αντίληψη ότι πρωταγωνιστής και παραγωγός του πλούτου είναι ο εργαζόμενος λαός».
«Το ΚΚΕ αγωνίζεται για δημόσια, καθολική, υποχρεωτική Κοινωνική Ασφάλιση, για την οικοδόμηση ενιαίου συστήματος, που περιλαμβάνει και τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, τις υπηρεσίες πρόληψης και αποκατάστασης της υγείας, τις παροχές και υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας», είπε, καταθέτοντας τους βασικούς άξονες του προγράμματος του ΚΚΕ για το θέμα αυτό.
«Έχουμε εμπιστοσύνη στη δύναμη της ταξικής πάλης. Είμαστε σίγουροι ότι οι εργαζόμενοι, ο λαός, θα πάρουν τις τύχες στα δικά τους χέρια. Δίπλα τους θα έχουν το Κόμμα μας, με νέες επεξεργασίες συνεχώς, στηριγμένες πλέον πολύ γερά στην μελέτη της πείρας του παρελθόντος, με πρόγραμμα που απαντά στα σύγχρονα προβλήματα της εποχής», κατέληξε.