Η ελληνική κοινωνία είναι ενημερωμένη και προετοιμασμένη για τις παγκόσμιες συνέπειες της πανδημίας. Επανεξετάζει τις συμμαχίες με Κίνα, Ρωσία, ΗΠΑ και με καθεστώτα και ηγέτες που κρυφο-θαύμαζε τη δεκαετία 2010-2019. Η αναγκαιότητα της ΕΕ δεν τίθεται εν αμφιβόλω παρόλο που η μεγάλη πλειοψηφία κρίνει αρνητικά τους χειρισμούς της στον κορωνοϊό. Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι πιο αγαπητός στην Ελλάδα απ’ ό,τι στη χώρα του, ο Βλαντιμίρ Πούτιν αναδεικνύεται σε σταθερό πρότυπο ηγεσίας και η Άνγκελα Μέρκελ επιστρέφει στα αρνητικά ρεκόρ του αντι-μνημονίου.

Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από έρευνα της ΚΑΠΑ Research με θέμα «H ζωή με τον κορωνοϊό και η επόμενη μέρα».

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, η εξέλιξη της κρίσης του κορωνοϊού στην Ελλάδα και ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε από τον κρατικό μηχανισμό και το πολιτικό σύστημα ενίσχυσε την πεποίθηση ότι η χώρα μας κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση (60%) σημειώνοντας άνοδο 12 ποσοστιαίων μονάδων από τον Ιανουάριο.

Η αξιολόγηση των χειρισμών της κυβέρνησης κινήθηκε από την αρχή της κρίσης σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και παραμένει: παρά τη μικρή κάμψη των 6 μονάδων από τη μέτρηση στα τέλη Μαρτίου, οι θετικές κρίσεις για τη στάση της αγγίζουν το 76%.

Οι απόψεις των πολιτών διχάζονται σε σχέση με τα έκτακτα μέτρα οικονομικής στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, με το 48% να θεωρεί τα μέτρα για τη στήριξη εργαζόμενων επαρκή ή μάλλον επαρκή και το 40% ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή. Αντιστοίχως, το ποσοστό αποδοχής των μέτρων στήριξης επιχειρήσεων ανέρχεται στο 41% και στο 53% όσων τα θεωρούν ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή. Σπανίως, όμως, τα όποια μέτρα οικονομικής στήριξης θεωρούνται επαρκή. Η αποδοχή τους – που ξεπερνά το 40% – εμφορείται από την επιθυμία στήριξης προς την ίδια την κυβέρνηση και όχι στα μέτρα αυτά καθαυτά.

Η αποτελεσματική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης χαρίζει σημαντικό κεφάλαιο για τη διαχείριση της δύσκολης οικονομικής περιόδου που ακολουθεί. Ο πρωθυπουργός χαίρει της θετικής γνώμης του 60% της ελληνικής κοινωνίας, ενώ η Νέα Δημοκρατία αυξάνει τα ποσοστά της εκλογικής της επιρροής, καταγράφοντας σημαντική διαφορά, άνω των 18 μονάδων, από τον ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου και καθαρή υπεροχή στην παράσταση νίκης. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι πιο δημοφιλής από το κόμμα του (34% δημοτικότητα Αλ. Τσίπρα vs. 23% πρόθεση ψήφου ΣΥΡΙΖΑ και 31,5% εκλογικό αποτέλεσμα 2019) αλλά δεν δημιουργεί momentum.

Το εκλογικό σώμα δεν επιθυμεί τη διατάραξη της πολιτικής σταθερότητας και αντιδρά αρνητικά, κατά 80%, στο ενδεχόμενο διεξαγωγής πρόωρων εκλογών, με κύριο γνώμονα τις πιθανές επιπτώσεις που θα επέφερε μια εκλογική αναμέτρηση στην ελληνική οικονομία. Η αυξημένη επιτυχία των κυβερνητικών χειρισμών στην κρίση του κορωνοϊού, σε συνδυασμό με την άνετη πλειοψηφία στη Βουλή και την αυξημένη αποδοχή στο πρόσωπο του πρωθυπουργού από την κοινωνία, δεν δικαιολογούν σκέψεις προσφυγής σε πρόωρες κάλπες.

Η μερική «ανακούφιση» από την ήπια εξέλιξη της επιδημίας στην Ελλάδα προκαλεί την εξής παρενέργεια: η εικόνα «αναγκαιότητας» των ληφθέντων περιοριστικών μέτρων υποχωρεί. Όλο και λιγότεροι πολίτες κρίνουν τα μέτρα αναγκαία (στο 75% σήμερα με πτώση 23 μονάδων από το καθολικό 98% στα μέσα Μαρτίου).

Γενικότερα, το 55% των Ελλήνων εμφανίζονται «έτοιμοι» να επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους: από αυτούς οι μισοί (26%) αισθάνονται ήδη ασφαλείς να επιστρέψουν κανονικά στη ζωή τους ενώ οι άλλοι μισοί (29%) περιμένουν το σήμα της πολιτείας. Οι πιο «διστακτικοί» καταγράφονται στο 44%, με το 25% να δηλώνει ότι θα νιώσει ασφάλεια όταν βρεθεί το φάρμακο ή η θεραπεία, το 12% όταν βρεθεί το εμβόλιο, ενώ, τέλος, ένα 7% δηλώνει πως ίσως δεν επιστρέψει ποτέ ξανά στην προ-κορωνοϊού καθημερινότητά του.

Ωστόσο, αντικειμενικές δυσκολίες, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική φόρτιση που επικρατεί στα περισσότερα νοικοκυριά, οδηγούν ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας στην υποβάθμιση του κινδύνου μόλυνσης από τον κορωνοϊό: 4 στους 10 παρουσιάζονται πιο «τολμηροί», δηλώνοντας ότι θα επέστρεφαν στην προ-κορωνοϊού καθημερινότητά τους ακόμη κι αν ο κίνδυνος μόλυνσης παρέμενε υψηλός. Οι λόγοι που επικαλούνται είναι κυρίως οικονομικοί (22%), αλλά υπάρχει και ένα 8% που θεωρεί ότι δεν κινδυνεύει από τον ιό. Οι υπόλοιποι 6 στους 10, πιο «υπάκουοι», θα επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους μόνο εάν το επιτρέψουν οι αρχές και νιώσουν ασφάλεια.

Ειδικότερα, οι πολίτες εμφανίζονται πιο έτοιμοι/ασφαλείς – όταν το επιτρέψει η πολιτεία – να επιστρέψουν σε ψυχαγωγικές δραστηριότητες όπως το μπάνιο στη θάλασσα (82%), οι διακοπές (77%), η βόλτα για καφέ ή φαγητό (80%). Από την άλλη, ακόμη και αν η πολιτεία δώσει το πράσινο φως, οι πολίτες είναι πιο διστακτικοί στο να επισκεφθούν κέντρα βραδινής διασκέδασης (54%), να ταξιδέψουν με αεροπλάνο (48%), να κάνουν χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς (46%) ή να πάρουν μέρος σε αθλητικές δραστηριότητες σε γήπεδα ή γυμναστήρια (46%).

Το οικονομικό αδιέξοδο επανέρχεται στη σκέψη των περισσότερων: 53% δηλώνουν ότι ανησυχούν πολύ ή αρκετά για το ενδεχόμενο να βρεθούν σε οικονομικό αδιέξοδο μέσα στο επόμενο διάστημα, ποσοστό που παρουσιάζει αύξηση 11 ποσοστιαίων μονάδων από τα τέλη Μαρτίου. Η ανησυχία για μεγάλη οικονομική δυσκολία είναι πιο έντονη στις παραγωγικές ηλικίες των 35-54.

Η κοινωνία εισέρχεται στη νέα μάχη με ενισχυμένη την πίστη σε αρχές, αξίες και θεσμούς που θα χρησιμεύσουν στην ανάβαση του νέου Γολγοθά: 6 στους 10 Έλληνες δηλώνουν ότι πιστεύουν περισσότερο πια στην αξία της υγείας, 5 στους 10 στην αξία της αλληλεγγύης, 1 στους 3 στην αξία της επιστήμης και τη σημασία του κοινωνικού κράτους. Επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό δηλώνει ότι εμπιστεύεται περισσότερο την ελληνική κοινωνία (27%) απ’ ό,τι πριν και ακόμη ένα 27% αναφέρει ότι αυξήθηκε η εμπιστοσύνη του προς τους θεσμούς της ελληνικής πολιτείας.

Ταυτόχρονα, σε όλους τους δείκτες της έρευνας καταγράφεται η αναβάθμιση του ρόλου και της σημασίας του κράτους στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Στην ερώτηση «τι να έχει καθοριστικό ρόλο στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια;», ο ιδιωτικός τομέας συγκεντρώνει το 48% των απαντήσεων ενώ το κράτος το 45%, ωστόσο, η άνοδος που σημειώνει το κράτος είναι της τάξης του 8% και αντίστοιχη – στις 9 ποσοστιαίες μονάδες – είναι η πτώση του ιδιωτικού τομέα.

Καθολική είναι η πεποίθηση (83%) ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός που υφίσταται ήδη στους περισσότερους τομείς της καθημερινότητας θα επιταχυνθεί, το ίδιο όμως και οι οικονομικές ανισότητες με το ποσοστό εκείνων που εκτιμούν ότι θα επεκταθούν να ανέρχεται στο 68%. Αντίστοιχα σημαντικό είναι και το μέρος του πληθυσμού (62%) που προβλέπει επιτάχυνση των εθνικιστικών τάσεων και της περιχαράκωσης πίσω από τα εθνικά σύνορα και επιτάχυνση των προσφυγικών ροών (50%).

Αντίθετα, επιβράδυνση διαβλέπουν οι Έλληνες στο ρεύμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (63%), της διαδικασίας εκδημοκρατισμού (42%) και, φυσικά, της παγκοσμιοποίησης (36%). Εν προκειμένω, η γενικότερη αποδοχή της παγκοσμιοποίησης από την ελληνική κοινωνία υποχωρεί κατά 2 μονάδες στο 36%, με την πλειοψηφία (60%) να διάκειται αρνητικά.

Παράλληλα, ως θετική απόρροια του παγκόσμιου lock down, καταγράφεται η πιθανή ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής, με το 46% να θεωρεί ότι θα στασιμοποιηθεί και το 21% ότι θα επιβραδυνθεί περαιτέρω.

Σε επίπεδο ηγετών μεγάλων δυνάμεων, η τάση ακολουθεί την επιρροή των χωρών τους στην ελληνική κοινωνία. Ο Εμανουέλ Μακρόν απολαμβάνει υψηλά ποσοστά δημοφιλίας (61%) την τελευταία περίοδο και ο Βλαντιμίρ Πούτιν ενισχύει την εικόνα του κατά 5 μονάδες στο 58%. Οι υπόλοιποι ακολουθούν αντίρροπη τάση, με τις μεγαλύτερες απώλειες να καταγράφονται στα πρόσωπα του Σι Τζινπίνγκ, με 37% θετικές γνώμες και πτώση 16% από τον περασμένο Δεκέμβριο, και της Άνγκελα Μέρκελ η οποία υποχωρεί επίσης κατά 16 μονάδες στο 12%, αγγίζοντας τα ιστορικά της χαμηλά στα χρόνια της πρώτης μνημονιακής περιόδου. Τέλος, Ντόναλντ Τραμπ και Μπόρις Τζόνσον κινούνται σε διαρκή χαμηλά επίπεδα της τάξης του 15% και 11% αντίστοιχα, ενώ στην πρώτη μέτρησή της, χαμηλή αποδοχή καταγράφει και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο 26%.