Ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, αναφορικά με τη δημιουργία «ασφαλιστικών δικλείδων» στο πεδίο του ενεργειακού κόστους για τις χώρες μέλη της ΕΕ, χαρακτηρίζει το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς, τη συμφωνία διάρκειας ισχύος για ένα έτος, στην οποία κατέληξαν οι υπουργοί Ενέργειας με την ψήφιση Μηχανισμού διόρθωσης τιμών στις αγορές φυσικού αερίου.
Όπως σημειώνεται σε σχετική του ανακοίνωση, το σήριαλ του πλαφόν στο φυσικό αέριο, επιτέλους, έλαβε τέλος μετά από πολύμηνες συζητήσεις και πολύωρες διαβουλεύσεις, και ασφαλώς διαπραγματεύσεις, αφού ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία.
Το Επιμελητήριο επισημαίνει ότι ο μηχανισμός διόρθωσης της αγοράς, που αποτελεί πρόταση που υποβλήθηκε από την Ελλάδα πριν από 9 μήνες, στέλνει ένα σαφές διπλό μήνυμα, τόσο στο «εσωτερικό» της ΕΕ, όσο και στις αγορές, πως, όταν κάποιοι αποτυγχάνουν, κάποιοι θα πρέπει να παρεμβαίνουν. Ωστόσο, γεγονός παραμένει ότι, αν είχε υπάρξει έγκαιρα η συγκεκριμένη ευρωπαϊκή κατά πλειοψηφία συμφωνία, το πλαφόν που θα είχε επιβληθεί για πάνω από 30 ημέρες, θα μας είχε γλιτώσει από τεράστια ποσά, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την περεταίρω στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η ελληνική κυβέρνηση, άλλωστε, ήδη αξιοποιεί στο μέτρο του δημοσιονομικού πλαισίου όλα τα διαθέσιμα κονδύλια ενώ, πρόσφατα, στη Βουλή, στο πλαίσιο συζήτησης του προϋπολογισμού για το 2023, κατέστησε σαφές ότι, και το νέο έτος, η στήριξη αυτή θα συνεχίσει.
Σε δήλωσή του, ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης, αναφέρει: «Κάλιο αργά παρά ποτέ. Χρειάστηκαν εννέα μήνες από τη μέρα που ο Έλληνας πρωθυπουργός πρότεινε την επιβολή ενός ρεαλιστικού πλαφόν στις αγορές φυσικού αερίου από την Ε.Ε. Τουλάχιστον, η απόφαση που επιτέλους πάρθηκε για την επιβολή του πλαφόν θα ρυθμίσει την αγορά, αποσοβώντας τα χειρότερα για την μεταποιητική βιομηχανία και βιοτεχνία, αλλά και το εμπόριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν είναι ώρα να συζητηθούν τα ανακλαστικά της Ε.Ε. σε αυτή την περίσταση, αλλά είναι ώρα, το εννεάμηνο των συζητήσεων για μία κρίση που ταλαιπωρεί την ευρωπαϊκή οικονομία και τις επί μέρους οικονομίες των χωρών μελών με τις πληθωρικές πιέσεις, να ροκανίζει τις τελευταίες ικμάδες των οικονομιών μελών της, να μας προβληματίσει. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί οφείλουν να λειτουργούν έγκαιρα και αμερόληπτα, ώστε να βοηθούν τα νοικοκυριά, αντί να τα εξαντλούν, αλλά και να προστατεύουν τις εθνικές οικονομίες, αντί να τις ταλαιπωρούν. Η ευκαιρία που δεν πρέπει να χάσει η ΕΕ είναι “το πάθημα να γίνει μάθημα” στην ανάκτηση της ενεργειακής και παραγωγικής της επάρκειας.»