Αποδεκτή κρίνεται από την Κομισιόν η συνέχιση των μέτρων στήριξης καθώς οι αβεβαιότητες παραμένουν, αλλά και η περαιτέρω ενίσχυση των επενδύσεων.
Λαμβάνοντας υπόψη τη δύναμη της ανάκαμψης, η Ελλάδα καλείται να επανεξετάζει τακτικά τη χρήση, την αποτελεσματικότητα και την επάρκεια των μέτρων στήριξης και να είναι έτοιμη να τα προσαρμόσει, εφόσον είναι απαραίτητο, στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση όμως, δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος, για να παραμείνει βιώσιμο θα πρέπει να ακολουθήσει μια συνετή δημοσιονομική πολιτική ώστε να μη θέσει σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά. Ζήτημα το οποίο δεν αφορά μόνο τη χώρα μας, αλλά και άλλα ευρωπαϊκά κράτη όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία.
Στο πόρισμα της Κομισιόν για τον Προϋπολογισμό του 2022 (βάσει του προσχεδίου), γίνεται αποδεκτό πως, αν και το μεγαλύτερο μέρος των μέτρων στήριξης αναμένεται να εξαλειφθούν σταδιακά έως το τέλος του 2021, υπάρχει ακόμα σημαντικός αριθμός προσωρινών μέτρων τα οποία έχουν υιοθετηθεί και εφαρμόζονται και το 2022. Βασικός στόχος των συγκεκριμένων μέτρων, όπως τονίζεται, είναι η τόνωση της ζήτησης και της απασχόλησης αλλά και η ενίσχυση του συστήματος υγείας. Σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ πολλών άλλων, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η διατήρηση του χαμηλού ΦΠΑ 13% σε μεταφορές, σινεμά, καφέ.
Στο πόρισμα αναφέρονται και οι δημοσιονομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που είναι σε εξέλιξη για τον περιορισμό των δαπανών (λειτουργική ταξινόμηση, spending review κλπ), παρεμβάσεις οι οποίες εκτιμάται ότι θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των δημόσιων οικονομικών. Επιπλέον η ενίσχυση των επενδύσεων και η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο «Ελλάδα 2.0» εκτιμάται ότι θα συμβάλλουν σημαντικά στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Υπάρχει όμως ένα ζήτημα στο οποίο η Ελλάδα θα πρέπει να δείξει ιδιαίτερη προσοχή. Το δημόσιο χρέος. «Λαμβάνοντας υπόψη το ύψος του δημόσιου χρέους και τις υψηλές προκλήσεις μεσοπρόθεσμης βιωσιμότητας που υπήρχαν πριν από το ξέσπασμα της πανδημία και τη λήψη μέτρων στήριξης, είναι σημαντικό να υπάρξει συνετή δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα» σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Γι αυτό το λόγο, η Κομισιόν αφού δίνει εύσημα για τις παρεμβάσεις «νοικοκυρέματος» των δημόσιων οικονομικών και για τις δαπάνες για επενδύσεις, συστήνει τα μέτρα να επανεξετάζονται τακτικά για «τη χρήση, την αποτελεσματικότητα και την επάρκειά» τους, και η κυβέρνηση να είναι «έτοιμη να τα προσαρμόζει ανάλογα με τις ανάγκες στις μεταβαλλόμενες συνθήκες». Ανάλογες συστάσεις διατυπώνονται λόγω υψηλού χρέους για το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία,
Στο πλαίσιο αυτό, τόσο ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις όσο και ο ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών κ. Πάολο Τζεντιλόνι, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου, σημείωσαν ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα μείγμα συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και μέτρων βιώσιμης ανάπτυξης. «Τα κράτη με υψηλό χρέος θα πρέπει να διατηρήσουν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και ευνοϊκές χρηματοοικονομικές συνθήκες, γιατί το σημερινό πλαίσιο με τα χαμηλά επιτόκια δεν πρόκειται να διατηρηθεί για πάντα».
Ειδικά για την Ελλάδα και για το ενδεχόμενο να «επιστρέψουν» οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% από το 2023, οπότε και θα απενεργοποιηθεί η ρήτρα διαφυγής, σημείωσαν ότι η διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων θα πρέπει να υπολογιστεί σε συνάρτηση με το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον και την ανάκαμψη της οικονομίας.
Σε ξεχωριστή έκθεση για τις υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες που αντιμετωπίζει η χώρα, καταγράφεται ισχυρό πλήγμα στο εξωτερικό ισοζύγιο λόγω της έκθεσης της Ελλάδας στον τουρισμό, αλλά και μεγάλο άνοιγμα στη συνολική διεθνή της επενδυτική θέσης. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να μειωθεί το 2021 και το 2022.
Για το χρέος, επισημαίνει πως ένα μεγάλο μέρος της επιδείνωσης οφείλεται στην πτώση του ΑΕΠ και έτσι θα αναστραφεί από φέτος. Οι μακροπρόθεσμες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από την αρχή της πανδημίας, κυρίως λόγω της μείωσης των επιτοκίων αναχρηματοδότησης, επισημαίνεται. Η Επιτροπή αναφέρει επίσης ζητήματα αναφορικά με την άνοδο των κόκκινων δανείων και την κερδοφορία των τραπεζών.
Όπως τονίζεται η Ελλάδα εισήλθε στην πανδημία έχοντας «τρωτά σημεία» που με την κρίση έχουν αυξηθεί. Έτσι, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο, να κάνει και φέτος εις βάθος αξιολόγηση της κατάστασης και να απευθύνει συστάσεις.