Σύστημα διαμεσολάβησης και επιδιαιτησίας για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων προωθεί η κυβέρνηση στο πλαίσιο των αλλαγών που θα γίνουν με το νέο σύστημα ατομικής πτώχευσης, το οποίο θα διαδεχθεί την -υπό κατάργηση- προστασία της πρώτης κατοικίας.
Με το νέο σύστημα, όταν ένα δάνειο έχει καθυστέρηση άνω των τριών μηνών, η υπόθεση θα εισάγεται σε μια ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας θα γίνεται μια σχεδόν αυτοματοποιημένη πρόταση ρύθμισης του δανείου από την τράπεζα ή την εταιρεία που έχει αποκτήσει το δάνειο. Εφόσον ο δανειολήπτης δεν αποδέχεται την πρόταση ρύθμισης ή δεν έχει τη δυνατότητα να την εξυπηρετήσει, όλα τα περιουσιακά του στοιχεία θα οδηγούνται σε πλειστηριασμό, εκτός και αν πετύχει προηγουμένως μια διαφορετική ρύθμιση μέσα από μια διαπραγμάτευση που θα γίνεται υπό την αιγίδα ενός διαμεσολαβητή ή επιδιαιτητή, σε μια τελευταία προσπάθεια να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε συμφωνία, στο πλαίσιο μιας προ-πτωχευτικής διαδικασίας.
Εξετάζονται διάφορες προτάσεις για το ποιος θα αναλαμβάνει τη διαμεσολάβηση, οι οποίες περιλαμβάνουν δικαστικούς, δικηγόρους, εκπροσώπους επιμελητηρίων ή πιστοποιημένους διαμεσολαβητές, αλλά τελικές αποφάσεις ακόμη δεν έχουν ληφθεί. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να ενισχύσει τη διαδικασία διαμεσολάβησης προκειμένου να αμβλύνει τις κοινωνικές αλλά και οικονομικές επιπτώσεις που θα έχουν η κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας και η πλήρης απελευθέρωση των πλειστηριασμών, καθώς γίνεται αντιληπτό ότι η νέα πραγματικότητα θα έχει οδυνηρές κοινωνικές αλλά και οικονομικές συνέπειες, οι οποίες είχαν αποφευχθεί όλα τα χρόνια της κρίσης, καθώς το πρόβλημα των κόκκινων δανείων ανακυκλωνόταν χωρίς να επιλύεται.
Από την 1η Μαΐου, όμως, με την πλήρη απελευθέρωση των πλειστηριασμών, το σκηνικό αλλάζει ριζικά. Την περασμένη Παρασκευή ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας συγκάλεσε σύσκεψη με τους εκπροσώπους των εταιρειών που διαχειρίζονται τα δάνεια και τους ζήτησε «να έχουν ανοιχτές τις πόρτες και τα παράθυρα, για να ξέρει ο κόσμος πού μιλάει», ώστε να ζητά καλύτερες ρυθμίσεις απ’ ό,τι του πρόσφεραν οι τράπεζες έως τώρα.
Η ακριβής μορφή της διαμεσολάβησης είναι ακόμη υπό επεξεργασία και πρόκειται να τεθεί υπόψη των δανειστών για έγκριση. Το μέτρο κρίνεται αναγκαίο διότι οι νέες διατάξεις θα είναι αυστηρές και σκληρές και δεν θα αφήνουν περιθώρια αποφυγής των πλειστηριασμών, πολύ περισσότερο όταν ο στόχος για τους τελευταίους είναι να διενεργούνται χωρίς καθυστέρηση, «αμέσως, για να διατηρείται η μέγιστη δυνατή αξία», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε σχετικό σημείωμα που έχει τεθεί υπόψη των δανειστών. Δεν καταργείται μόνο κάθε προστασία για την πρώτη κατοικία, αλλά και νομικές ρυθμίσεις που προέβλεπαν, για παράδειγμα, ότι οι αναδιαρθρώσεις των δανείων θα πρέπει να γίνονται σύμφωνα με τις οικονομικές δυνατότητες του δανειολήπτη. Με το νέο σύστημα, εάν ο δανειολήπτης δεν έχει τη δυνατότητα να εξυπηρετήσει τη ρύθμιση, η οποία είναι αναγκαία για την εξόφληση της οφειλής, όλα τα περιουσιακά του στοιχεία θα οδηγούνται σε πλειστηριασμό. Είναι ενδεικτικό ότι προβληματισμός για την επόμενη μέρα υπάρχει και σε ορισμένα υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, τα οποία την περασμένη εβδομάδα διατύπωσαν ανεπισήμως την πρόταση να παραταθεί το καθεστώς κρατικής επιδότησης για τις ρυθμίσεις των δανείων ευάλωτων νοικοκυριών, προκειμένου σε κάποιες περιπτώσεις να αποφευχθούν οι πλειστηριασμοί.
Με την ατομική πτώχευση τα ευάλωτα νοικοκυριά δεν θα έχουν την παραμικρή προστασία από τους πλειστηριασμούς, αλλά θα είναι επιλέξιμα για προνοιακά στεγαστικά επιδόματα, με εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια, αφού όμως πρώτα χάσουν το σπίτι τους. Με την ενίσχυση της διαμεσολάβησης δεν συμφωνεί η πλευρά των τραπεζών, καθώς υπάρχει η άποψη ότι η διαδικασία αυτή θα προκαλεί καθυστέρηση, η οποία θα μπλοκάρει το σύστημα των πλειστηριασμών.
Ο στόχος της κυβέρνησης, πάντως, είναι να δίνεται ένα χρονικό διάστημα περίπου τριών μηνών, μέσα στο οποίο ο δανειολήπτης και η τράπεζα θα διαπραγματεύονται μια κοινώς αποδεκτή λύση υπό την αιγίδα ενός διαμεσολαβητή, χωρίς να ξεκινούν οι διαδικασίες πτώχευσης. Μέχρι να ολοκληρωθεί η διαμεσολάβηση, ο δανειολήπτης θα έχει προστασία από νομικές ενέργειες, όπως έκδοση διαταγής πληρωμής, κατάσχεση και πλειστηριασμό. Στο τραπέζι βρίσκονται διάφορες προτάσεις, όπως εκείνη που προέρχεται από το δικαστικό σώμα και προβλέπει μια διαδικασία διαιτησίας, η οποία θα πραγματοποιείται από νομικούς, χωρίς όμως να πρόκειται για δικαστήριο. Στη διαιτησία ο δανειολήπτης και η τράπεζα θα καταθέτουν στοιχεία και προτάσεις και θα γίνεται μια διαπραγμάτευση υπό την αιγίδα του διαμεσολαβητή, με σκοπό να καταλήξουν σε συμφωνία που θα δεσμεύει και τις δύο πλευρές. Εάν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία, θα συνεχίζεται κανονικά η διαδικασία της πτώχευσης, με ρευστοποίηση όλων των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
Στο ίδιο πλαίσιο, εξετάζονται και άλλες προτάσεις φορέων που προσφέρονται να αναλάβουν εκείνοι τη διαδικασία διαμεσολάβησης, όπως τα Επιμελητήρια, ο Δικηγορικός Σύλλογος, ακόμη και ο θεσμικός φορέας των πιστοποιημένων διαμεσολαβητών. Το κλειδί βέβαια της υπόθεσης είναι σε ποιον βαθμό η διαμεσολάβηση αυτή θα έχει δεσμευτικό χαρακτήρα για την τράπεζα ή την εταιρεία που θα έχει αποκτήσει το δάνειο ή έστω θα αποτελεί μοχλό πίεσης προκειμένου οι απαιτήσεις να προσαρμόζονται στις οικονομικές δυνατότητες του οφειλέτη. Διότι διαφορετικά η χρησιμότητα του θεσμού για τον δανειολήπτη θα είναι περιορισμένη.
Συνήθως ένας διαμεσολαβητής δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει εκείνος κάποια λύση, ούτε να λάβει κάποιου άλλου είδους απόφαση ή να εξαναγκάσει την τράπεζα να αποδεχτεί κάποια διευθέτηση, αλλά περιορίζεται απλώς στην επίβλεψη της διαδικασίας και ενδεχομένως στη διατύπωση συμβιβαστικών προτάσεων προκειμένου να αμβλύνονται οι διαφορές και να επέρχεται συμφωνία.
Πίεση για πλειστηριασμούς
Εφόσον, πάντως, η διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν αποδίδει, η υπόθεση θα παίρνει τον δρόμο της ατομικής πτώχευσης, η οποία θα οδηγεί σε πλήρη ρευστοποίηση όλων των περιουσιακών στοιχείων του δανειολήπτη, χωρίς καμία προστασία για την πρώτη κατοικία. Οι πλειστηριασμοί θεωρούνται κεντρικό ζήτημα και από τους δανειστές, οι οποίοι έχουν αναδείξει την κατάργηση κάθε προστασίας στην πρώτη κατοικία ως κεντρικό ζήτημα και μάλιστα το συνδέουν, εμμέσως τουλάχιστον, με τη διαπραγμάτευση για τη μείωση των πλεονασμάτων του Προϋπολογισμού που επιδιώκει η ελληνική κυβέρνηση.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας άφησε αιχμές κατά τραπεζών που αρνούνται να προχωρήσουν σε ευνοϊκή ρύθμιση για υπερχρεωμένους δανειολήπτες που πληρούν τα κριτήρια του υφιστάμενου νόμου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η συζήτηση για τη μείωση των πλεονασμάτων έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει στο Eurogroup του επόμενου Μαΐου, δηλαδή λίγες ημέρες μετά την προβλεπόμενη κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας. Θεωρείται αμφίβολο ότι οι δανειστές θα είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν οποιαδήποτε παραχώρηση στην Ελλάδα για τα πλεονάσματα εάν δεν έχει υλοποιηθεί η κατάργηση της προστασίας για την πρώτη κατοικία, γεγονός που δυσκολεύει ακόμα και την παράταση των υφιστάμενων ρυθμίσεων, σε περίπτωση που κάτι τέτοιο κριθεί σκόπιμο. Πέραν αυτού, η εκτίμηση που έχει επικρατήσει είναι ότι η νομοθεσία που θα απελευθερώσει τους πλειστηριασμούς θα λειτουργήσει και ως κίνητρο για τα ξένα funds που ειδικεύονται στη διαχείριση των πτωχεύσεων προκειμένου να αγοράσουν κόκκινα δάνεια, είτε απευθείας, είτε με τη μορφή ομολόγων του σχεδίου «Ηρακλής» που προβλέπει τη μετατροπή των δανείων αυτών σε ομόλογα (τιτλοποίηση) με τη χρήση κρατικών εγγυήσεων.
Η απαλλαγή του οφειλέτη
Μετά την πτώχευση ο οφειλέτης θα έχει τη δυνατότητα να απαλλαχθεί πλήρως από οφειλές που ενδεχομένως θα έχουν απομείνει ανεξόφλητες μετά τον πλειστηριασμό, ώστε να είναι σε θέση να κάνει μια νέα αρχή, να ξεκινήσει νέα επιχειρηματική δραστηριότητα ή να αποκτήσει νέα περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν θα βαρύνονται από τα παλιά χρέη.
Η απαλλαγή θα αφορά μόνο τους έντιμους δανειολήπτες, δηλαδή εκείνους που δεν έχουν χρησιμοποιήσει δόλια μέσα για να κρύψουν περιουσιακά στοιχεία ή για να αποφύγουν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Το χρονικό διάστημα ύστερα από το οποίο θα έρχεται η απαλλαγή δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Η κυβέρνηση, και συγκεκριμένα το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, καθώς και ορισμένοι τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι η απαλλαγή θα πρέπει να γίνεται τάχιστα, το αργότερο σε έναν χρόνο, χωρίς να προβλέπεται περαιτέρω πληρωμή εάν έχουν απομείνει ανεξόφλητα ποσά μετά τη ρευστοποίηση.
Κάποιοι άλλοι όμως υποστηρίζουν ότι στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει η απαλλαγή να γίνεται ύστερα από τριετία, που είναι και το ανώτατο όριο που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Οδηγία. Επιμένουν, μάλιστα, ότι κατά τη διάρκεια της τριετίας οι δανειολήπτες θα πρέπει να πληρώνουν με βάση τις δυνατότητές τους, να δίνουν δηλαδή το ποσό του εισοδήματος που θα απομένει αφού πρώτα αφαιρεθούν οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Το νέο σύστημα
Το νέο πτωχευτικό σύστημα θα αντικαταστήσει όλες τις υφιστάμενες ρυθμίσεις, όπως η προστασία πρώτης κατοικίας με βάση εισοδηματικά και οικονομικά κριτήρια, ο νόμος Κατσέλη και ο εξωδικαστικός συμβιβασμός. Όταν ένα δάνειο θα βρίσκεται σε καθυστέρηση, η υπόθεση θα εισάγεται σε μια ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας θα διεκπεραιώνεται ολόκληρη η διαδικασία. Όσο κρατάει η διαδικασία, θα υπάρχει προστασία του δανειολήπτη από νομικές ενέργειες και πλειστηριασμό.
Η ένταξη στο σύστημα θα γίνεται με πρωτοβουλία του δανειολήπτη, αλλά από τη στιγμή που ένα δάνειο θα μπαίνει σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των τριών μηνών, η τράπεζα ή η εταιρεία που έχει αποκτήσει το δάνειο θα κινεί τη διαδικασία πτώχευσης, οπότε ο μόνος δρόμος για τον δανειολήπτη θα είναι να ενταχθεί στην πλατφόρμα. Από τη στιγμή της έναρξης της διαδικασίας θα αίρονται όλα τα απόρρητα του δανειολήπτη και θα συγκεντρώνονται τα στοιχεία για τις οφειλές προς όλους, όπως τράπεζες, Δημόσιο, προμηθευτές, εργαζομένους (εάν ο οφειλέτης είναι επιχείρηση), ακόμα και οφειλές προς ΔΕΚΟ πάνω από ένα ποσό, καθώς και όλα τα εισοδηματικά και περιουσιακά στοιχεία του.
Αφού θα συγκεντρώνονται όλα τα στοιχεία, θα διατυπώνεται μια πρόταση ρύθμισης του δανείου η οποία θα είναι αυτοματοποιημένη, με βάση προκαθορισμένους αλγορίθμους και τυποποιημένες συνταγές ρύθμισης.
Εφόσον ο δανειολήπτης δεν αποδέχεται την πρόταση ρύθμισης ή δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να την εξυπηρετήσει, θα έχει τη δυνατότητα προσφυγής στον υπό διαμόρφωση θεσμό της διαμεσολάβησης. Εάν η διαμεσολάβηση δεν αποδώσει, θα προχωράει η διαδικασία ατομικής πτώχευσης, η οποία θα συνεπάγεται ρευστοποίηση όλων των περιουσιακών στοιχείων του, χωρίς καμία προστασία.
Ο δανειολήπτης, βέβαια, δεν θα χάνει το δικαίωμα προσφυγής στη Δικαιοσύνη, αλλά αυτή θα γίνεται με βάση τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα, χωρίς καμία προστασία για την πρώτη κατοικία, αφού αυτή θα έχει καταργηθεί.
Μετά από ένα χρονικό διάστημα το οποίο απομένει να προσδιοριστεί, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν θα υπερβαίνει τα τρία χρόνια, η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη θα επανεξετάζεται και εφόσον δεν έχει αλλάξει κάτι, θα απαλλάσσεται από μέρος του χρέους που ενδεχομένως έχει μείνει ανεξόφλητο.
Εφόσον ο δανειολήπτης είναι εταιρεία, θα ακολουθείται μια παρόμοια διαδικασία. Για τις μεν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα γίνεται μια αυτοματοποιημένη πρόταση ρύθμισης των οφειλών μέχρι ενός ύψους, ενώ για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα ακολουθείται διαδικασία επιχειρηματικής αναδιάρθρωσης. Και οι εταιρείες, εφόσον αποτυγχάνει η διαδικασία αναδιάρθρωσης, θα οδηγούνται σε πτώχευση με ρευστοποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων το ταχύτερο δυνατόν.
Πάνος Αλεξανδρής: Δεν τίθεται θέμα ποινικών επιπτώσεων για τους κόκκινους δανειολήπτες
Η προστασία της πρώτης κατοικίας για τους κόκκινους δανειολήπτες συνεχίζεται και μετά τον ερχόμενο Απρίλιο, oπότε λήγει η ισχύς του νόμου Κατσέλη, αρκεί να ακολουθήσουν τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος 4605/2019 μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, επισημαίνει ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης Πάνος Αλεξανδρής, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με το καυτό θέμα των κόκκινων δανείων. Παράλληλα, ο κ. Αλεξανδρής ξεκαθαρίζει ότι σε καμία περίπτωση δεν τίθεται θέμα ποινικών επιπτώσεων για τους κόκκινους δανειολήπτες.
Στην εκπνοή του ερχόμενου Απριλίου παύει πλέον η ισχύς του νόμου Κατσέλη για όσους κόκκινους δανειολήπτες δεν έχουν ενταχθεί στον νόμο αυτό (3869/2010). Αντίθετα, όσοι ήδη έχουν υπαχθεί θα ληφθεί μέριμνα έτσι ώστε ο μεγάλος όγκος των εκκρεμών υποθέσεων στα ειρηνοδικεία της χώρας, που ανέρχεται στις 90.000 περίπου, να προχωρήσει και να κλείσουν οι δικογραφίες μέχρι την εκπνοή του 2021. Δηλαδή, θα συντομευτούν οι προσδιορισμοί του νόμου Κατσέλη, που φτάνουν έως το 2032.
Πέραν αυτού, ισχύει κανονικά ο νόμος Κατσέλη για όσους υπέβαλαν αίτηση υπαγωγής σε αυτόν στις νόμιμες προθεσμίες. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι είναι δεκάδες χιλιάδες εκείνοι που προστατεύονται με προσωρινή διαταγή μέχρι την ολοκλήρωση της δικαστικής διαδικασίας που προβλέπει ο νόμος Κατσέλη. Εμείς ως υπουργείο Δικαιοσύνης προσπαθούμε να εκσυγχρονίσουμε τις διατάξεις του νόμου ώστε να δικαστούν το συντομότερο δυνατόν οι συγκεκριμένες αιτήσεις.
Αυτή η ταχύτερη εκδίκαση απειλεί τους οικονομικά αδύναμους; Οι πλέον αδύναμοι συμπολίτες μας δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από την ταχεία εκδίκαση των υποθέσεων του νόμου 3869/2010. Αντίθετα θα ωφεληθούν, καθώς θα οριστικοποιηθεί η προστασία της περιουσίας τους μια ώρα αρχύτερα. Αυτοί που πραγματικά ανησυχούν από την επίσπευση των διαδικασιών είναι οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, οι οποίοι θέλουν και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο, δηλαδή και να μην πληρώνουν ενώ μπορούν και να προστατεύονται τα περιουσιακά τους στοιχεία. Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η ύπαρξη των στρατηγικών κακοπληρωτών για περισσότερο από μία δεκαετία έχει βλάψει αυτούς που με πόνο και αίμα καταφέρνουν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και στα δάνειά τους.
Τι θα προβλέπει ο νέος νόμος για τις πτωχεύσεις; Ο νέος νόμος που ετοιμάζουν τα συναρμόδια υπουργεία θα προβλέπει τις διαδικασίες με τις οποίες θα πτωχεύουν φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν εμπορική ιδιότητα. Η υπαγωγή ενός προσώπου στη φυσική πτώχευση θα γίνεται με αίτηση εκείνου που θέλει να επωφεληθεί των διατάξεων και θα οδηγεί σε πλήρη απαλλαγή όλων των υποχρεώσεών του μετά από έναν χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει χρεοκοπήσει δόλια. Ετσι, θα δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία σε όλους αυτούς που δεν είναι έμποροι να επανέλθουν στην κανονικότητα της οικονομικής τους ζωής.
Οι οφειλέτες που δεν θα πληρώνουν ένα κόκκινο δάνειο θα έχουν ποινική ευθύνη; Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει κάποια ποινική ευθύνη για εκείνους που χρωστάνε σε τράπεζες και ιδιώτες. Εκείνο που υπάρχει είναι η αστική ευθύνη υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που ούτως ή άλλως καθορίζει η υφιστάμενη νομοθεσία.
Και επιδότηση μέχρι 50% στις δόσεις στεγαστικών
Ποιες προτάσεις έχουν πέσει στο τραπέζι για τους ευάλωτους δανειολήπτες – Η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο διεύρυνσης των εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων
Το ενδεχόμενο να συνεχιστούν οι επιδοτήσεις σε στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας και μετά την κατάργηση της προστασίας για την πρώτη κατοικία, και μάλιστα με διευρυμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, ώστε να ενταχθούν περισσότεροι δανειολήπτες, εξετάζει, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση.
Το ίδιο προτείνουν και υψηλόβαθμα στελέχη του τραπεζικού κλάδου, τα οποία επισημαίνουν ότι τα κονδύλια που είχαν προβλεφθεί για τις επιδοτήσεις αυτές στον Προϋπολογισμό, με βάση τις ρυθμίσεις που νομοθετήθηκαν πέρυσι από την προηγούμενη κυβέρνηση, δεν έχουν απορροφηθεί.
Επομένως, υπάρχουν διαθέσιμα κονδύλια τα οποία θα μπορούσαν να διοχετευθούν σε ευάλωτους δανειολήπτες για την αποπληρωμή των δανείων, αφού από το ποσό των 150 εκατ. ευρώ που είχε εγγραφεί στον Προϋπολογισμό για φέτος δεν έχουν εκταμιευθεί παρά μερικές χιλιάδες ευρώ, ενώ μπορούν να προβλεφθούν κονδύλια για τα αμέσως επόμενα χρόνια, έως ότου εξομαλυνθεί η κατάσταση με τα κόκκινα δάνεια.
Άλλωστε το σύστημα της επιδότησης των στεγαστικών δανείων με κοινωνικά κριτήρια δεν προσκρούει στις διατάξεις περί ανταγωνισμού της Ε.Ε., ούτε στην εποπτική νομοθεσία των τραπεζών.
Το σύστημα της επιδότησης που ψηφίστηκε πέρυσι την άνοιξη -και προβλέπεται να καταργηθεί στις 30 του επόμενου Απριλίου- στην πραγματικότητα δεν έχει προλάβει να λειτουργήσει, ενώ με τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια που είχαν τεθεί αποκλείονται πολλοί δανειολήπτες. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι ρυθμίσεις με επιδότηση στην πλατφόρμα για την προστασία της πρώτης κατοικίας ανέρχονται μόνο σε μερικές εκατοντάδες.
Για τον λόγο αυτό, τραπεζικά στελέχη που ρωτήθηκαν σχετικά προτείνουν να δημιουργηθεί ένα αντίστοιχο σύστημα επιδοτήσεων, το οποίο θα ενταχθεί στην πρώτη φάση της νέας διαδικασίας ατομικής πτώχευσης και θα προβλέπει ότι κατά τη διαδικασία ρύθμισης του δανείου και πριν ξεκινήσουν οι διαδικασίες ατομικής πτώχευσης και ρευστοποίησης θα εξετάζεται αν πληρούνται ορισμένα κριτήρια προκειμένου να δοθεί επιδότηση του στεγαστικού δανείου. Προτείνουν μάλιστα να διευρυνθούν τα κριτήρια, έτσι ώστε να μπορούν να ενταχθούν στην επιδότηση περισσότεροι δανειολήπτες.
Με το υφιστάμενο σύστημα επιδότησης, για παράδειγμα, οι δανειολήπτες πρέπει να πληρούν ταυτόχρονα πέντε διαφορετικά εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, τα οποία συνδυαστικά λειτουργούν ως κόφτης για πολλούς υποψήφιους. Μπορεί, για παράδειγμα, κάποιος να πληροί το κριτήριο της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, που είναι μέχρι 250.000 ευρώ, αλλά όχι και το κριτήριο της λοιπής περιουσίας, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ, ή εκείνο των καταθέσεων που δεν πρέπει να ξεπερνούν τις 15.000 ευρώ. Τα άλλα δύο κριτήρια είναι το ύψος του εισοδήματος που πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 12.500 ευρώ για έναν άγαμο και 36.000 ευρώ για ένα πενταμελές νοικοκυριό, καθώς και το ύψος της εναπομένουσας οφειλής που δεν πρέπει να ξεπερνά τις 130.000 ευρώ.
Τα ίδια στελέχη έλεγαν ότι τα κριτήρια θα πρέπει να χαλαρώσουν ώστε να αυξηθεί η λεγόμενη «περίμετρος» του μέτρου, ήτοι το πλήθος των υποψηφίων που θα μπορούν να ενταχθούν. Ταυτόχρονα για κάποιες κατηγορίες θα μπορούσε να αυξηθεί και το ανώτατο ποσοστό επιδότησης, από 35% που είναι σήμερα σε 40% ή 50%. Επίσης, λένε, θα μπορούσε και το κούρεμα του δανείου να φτάνει μέχρι και το 100% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, αντί για 120% που είναι σήμερα.
Οι εκπρόσωποι των τραπεζών, βέβαια, προτείνουν την παράταση των επιδοτήσεων, αλλά όχι και της προστασίας της πρώτης κατοικίας, που περιλαμβάνει το υπό κατάργηση σύστημα με βάση το οποίο, εάν ο δανειολήπτης πληροί τα κριτήρια, τότε προστατεύεται η πρώτη κατοικία του.
Το σκεπτικό των τραπεζιτών είναι ότι η προστασία κάθε μορφής λειτουργεί ανασταλτικά και τελικά προστατεύει και δανειολήπτες που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν αλλά εκμεταλλεύονται καταχρηστικά το σύστημα προστασίας, με αποτέλεσμα, όπως υποστηρίζουν, να μην μπορούν τελικά οι τράπεζες να λειτουργήσουν χορηγώντας νέα δάνεια για να λειτουργήσει η οικονομία. Επικαλούνται, μάλιστα, το γεγονός ότι από τους 60.000 δανειολήπτες που μπήκαν στην πλατφόρμα για να διεκδικήσουν προστασία κατοικίας, οι 20.000 από αυτούς δεν έδωσαν το πράσινο φως για άρση του απορρήτου τους, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση, επειδή πιθανόν να μην ήθελαν να φανούν κάποια περιουσιακά τους στοιχεία.
Όπως εξηγούσαν οι ίδιες πηγές, μέχρι πρότινος οι τράπεζες τηρούσαν ένα άτυπο μορατόριουμ στους πλειστηριασμούς κατοικιών αξίας κάτω από 80.000-100.000 ευρώ, το οποίο, όμως, δεν ισχύει πλέον, κάτι που σημαίνει ότι μοιραία το επόμενο διάστημα θα γίνουν πλειστηριασμοί, οι οποίοι θα φτάσουν και στη λαϊκή κατοικία.
Με το νέο σύστημα, έλεγαν οι ίδιες πηγές, οι δανειολήπτες που θα οδηγούνται σε ατομική πτώχευση μπορεί να χάνουν όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία, αλλά θα καθαρίζουν από το υπόλοιπο των οφειλών, χωρίς να διαιωνίζεται η εκκρεμότητα σε βάρος των ίδιων και των κληρονόμων τους, όπως γίνεται σήμερα, γεγονός που θα τους δώσει μια δεύτερη ευκαιρία να επανενταχθούν στην παραγωγική διαδικασία.