Η νομική αξιολόγηση της αγωγής Τσίπρα έπεται της αντίστοιχης πολιτικής. Όχι για λόγους μεθόδου, αλλά για λόγους δεοντολογίας. Και συγκεκριμένα: Ποιός είναι ο ενάγων; Ο ενάγων είναι ο πολιτικός που καθύβριζε τους πολιτικούς του αντιπάλους με το χειρότερο τρόπο και με τα πιο βαριά λόγια. Ο πολιτικός που στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 δεν δίστασε να χοροπηδήσει πάνω στην τιμή και την υπόληψη ανθρώπων με σκοπό την εκλογική αθέμιτη κερδοσκοπία. Ο πολιτικός που στο δημόσιο λόγο του έσταζε το δηλητήριο του διχασμού, αδιαφορώντας για την προσβολή των δικαιωμάτων των αντιπάλων του. Ο πολιτικός που εν τέλει με την αγωγή του κατά δύο δημοσιογράφων με εξοντωτική αξίωση, αποδεικνύει την αντιδημοκρατική του υφή. Δεν δέχεται δηλαδή την κριτική για συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του. Στο άκουσμα του γεγονότος μία φράση έρχεται αυτομάτως στο μυαλό. Όχι το “για κοίτα ποιός μιλάει¨, αλλά το “για κοίτα ποιός ενάγει”.
του Ανδρέα Λοβέρδου
Πριν προχωρήσω στη συντομότατη νομική αξιολόγηση της αγωγής του πρώην πρωθυπουργού, ξεκαθαρίζω πως για τα όσα έχω υποστεί από δημοσιεύματα του τύπου, σχόλια στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα, αλλά και δημοσιεύματα σε sites, δεν έχω καταθέσει ποτέ αγωγές ή μηνύσεις. Άρα ως πολιτικός και ως καθηγητής του Δικαίου νομιμοποιούμαι να ασκώ κριτική στη στάση άλλων πολιτικών και εν προκειμένω στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η αγωγή του, λοιπόν, νομικώς είναι απορριπτέα. Νομική βάση αυτής της αξιολόγησης παρέχει τόσο το ελληνικό δίκαιο, όσο και η ευρωπαϊκή σύμβαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, έτσι όπως την ερμηνεύει σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες το αρμόδιο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ως εκ περισσού η αναφορά στην ελευθερία του Τύπου, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 14 του Συντάγματός μας. Πιο χρήσιμη για τον αναγνώστη είναι η στάθμιση των εννόμων αγαθών που κάνει παγίως τελικά το προαναφερθέν Ευρωπαικό Δικαστήριο. Κατά τη νομολογία του, ο πολιτικός είναι υποχρεωμένος να αποδέχεται τη δημόσια κριτική, ειδικά για θέματα που αφορούν τη διαχείριση οικονομικών θεμάτων. Κι αντίστοιχα η σχετική κριτική από την πλευρά του Τύπου αποτελεί έκφραση της ελευθερίας του. Όχι πως δεν υπάρχουν όρια, προφανώς και υπάρχουν, αλλά προφανώς και δεν κείται εκτός ορίων η ασκηθείσα κριτική για “εικονικές” μισθώσεις και για την απόπειρα δικαιολόγησής τους.
Προσωπικώς δεν αισθάνθηκα την παραμικρή έκπληξη όταν άκουσα τη σχετική είδηση. Αποτελεί εδραία πεποίθησή μου, πως ο τέως πρωθυπουργός έχει διπλά κριτήρια στην αξιολόγηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου: άλλα ισχύουν για τους υπόλοιπους πολίτες, και απολύτως άλλα για τον ίδιο, τους οικείους και τους συντρόφους του. Τη συμπεριφορά του αυτή, που έχει έντονα στοιχεία υποκρισίας, την περιέφερε πολλά χρόνια ως πρόεδρος του κόμματός του, αλλά και ως Πρωθυπουργός. Τη μεταχειρίζεται πάλι με την ιδιότητα που του έδωσε το εκλογικό σώμα. Ο λόγος τώρα στους δικαστές.
από Τα Νέα