Της Μαρίας Δήμα

 

«Και οι κρίνοντες πρέπει να κρίνονται…» ανέφερε χαρακτηριστικά ένας συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός, ο οποίος αποχώρησε από το δικαστικό σώμα πριν από λίγα χρόνια μετά από ευδόκιμη θητεία σε ένα από τα ανώτατα δικαστήρια της χώρας.

Στη συνομιλία που είχαμε αναφορικά με το χθεσινό πέρασμα από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ΚΟΔΚΔΛ) και εστιάζοντας στις επίμαχες διατάξεις οι οποίες επιχειρούν να εξαφανίσουν τα φαινόμενα της αδικαιολόγητης βραδύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης, ο έγκριτος και πρώην ανώτατος δικαστής ήταν αυστηρός. «Ξέρεις πόσοι άνθρωποι σε αυτήν τη χώρα περιμένουν δεκαετίες να δικαιωθούν όχι μόνο εξαιτίας της γενικότερης παθογένειας στο σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης, αλλά δυστυχώς και λόγω της νωθρότητας κάποιων δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών;» είπε με αυστηρό ύφος στο tomanifesto, την ώρα που οι εν ενεργεία συνάδελφοί του αντιδρούν στις διατάξεις του νέου ΚΟΔΚΔΛ.

«Σε ένα βαθιά δημοκρατικό κράτος δικαίου, το οποίο φροντίζει πρωτίστως κανένας να μη μείνει ατιμώρητος, γιατί πρέπει ο λειτουργός της Δικαιοσύνης να μη δέχεται τις ανάλογες κυρώσεις όταν ασκεί χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος πλημμελώς τα καθήκοντά του; Εκείνος που εξ ορισμού καλείται να κρίνει γιατί παρουσιάζει δυσανεξία όταν καλείται ο ίδιος να κριθεί»; Εύλογες οι απορίες του…

 

Οι επίμαχες διατάξεις

Οι δύο επίμαχες διατάξεις του νέου ΚΟΔΚΔΛ φέρνουν ουσιαστικά προ των ευθυνών τους τούς λειτουργούς της Θέμιδας που καθυστερούν υπερβολικά στην έκδοση αποφάσεων, αλλά στοχεύουν στο να λειτουργήσουν και αποτρεπτικά σε κάθε είδους απροθυμία που ενίοτε οδηγεί ακόμα και σε αρνησιδικία ενώ οι διατάξεις ενισχύουν την προσπάθεια επιτάχυνσης απονομής της δικαιοσύνης.

Πρόκειται ουσιαστικά για τα μέτρα που εφαρμόζει η Δικαιοσύνη σε βάρος των «χασομέρηδων» λειτουργών της, που δεν αφορούν την πειθαρχική διαδικασία, αλλά επιβάλλονται απευθείας από τον προϊστάμενο του δικαστηρίου όπου υπηρετεί ο ράθυμος δικαστής και αφορούν την περικοπή του μισθού του, τη δυνατότητα να μην του χορηγηθεί κανονική άδεια εφόσον υπάρχει κίνδυνος σοβαρής καθυστέρησης.

Μάλιστα ήδη προ καιρού η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων είχε ζητήσει την «κατάργηση της διάταξης που προβλέπει δυνατότητα του διευθύνοντος το δικαστήριο ή την εισαγγελία να αποφασίζει την περικοπή μισθού σε περίπτωση αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων και παράδοση δικογραφιών, ως μέτρο που συνιστά άσκηση οιονεί πειθαρχικής εξουσίας κατά παρέκκλιση από τα ουσιαστικά και δικονομικά εχέγγυα που κατοχυρώνονται στον ΚΟΔΚΔΛ για την εν γένει απόδοση πειθαρχικών ευθυνών σε δικαστικούς λειτουργούς (άρθρο 50 παρ. 3 και 4 ΣχΝ). Αντίστοιχα και για τους ίδιους λόγους πρέπει να καταργηθεί και η διάταξη του άρθρου 52 παρ. 12 ΣχΝ, που προβλέπει ότι δικαστικός λειτουργός δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση κανονικής άδειας αν υπάρχει κίνδυνος ουσιώδους καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων».

 

Σκληρές περικοπές

Αναλυτικότερα, η πρώτη διάταξη για την περικοπή μισθού αναφέρει στο άρθρο 50 παρ. 3: Δεν οφείλεται μισθός για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο δικαστικός λειτουργός από δική του υπαιτιότητα δεν παρέχει υπηρεσία. Ως μη παροχή υπηρεσίας νοείται και η, κατά την κρίση των οργάνων που αναφέρονται στην παρ. 4, κατ’ επανάληψη αδικαιολόγητη καθυστέρηση παράδοσης σχεδίων αποφάσεων και δικογραφιών που του ανατίθενται προς επεξεργασία, καθώς και η αδικαιολόγητη μη συμμετοχή στις συνεδριάσεις των οργάνων του δικαστηρίου ή η αδικαιολόγητη μη εκτέλεση υπηρεσίας που του ανατέθηκε αρμοδίως.

Στην περίπτωση της παρ. 3, ο μισθός περικόπτεται με πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης, ή του δικαστικού λειτουργού που διευθύνει το δικαστήριο, ή την εισαγγελία, ή τη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ή τη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ή με πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης, ή του δικαστικού λειτουργού, που διευθύνει το αμέσως ανώτερο δικαστήριο ή εισαγγελία, με την οποία ορίζεται, αναλόγως με τη μη παροχή υπηρεσίας, το χρονικό διάστημα για το οποίο περικόπτεται ο μισθός.

Για την περικοπή του μισθού του εκκαθαριστή – δικαστικού λειτουργού, αρμόδιος είναι ο πρόεδρος του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης, ή ο δικαστικός λειτουργός που διευθύνει το αμέσως ανώτερο δικαστήριο, ή εισαγγελία. Ο αρμόδιος για την περικοπή του μισθού καλεί, πριν από την έκδοση της πράξης, εγγράφως τον δικαστικό λειτουργό να εκφράσει τις απόψεις του. Η εκτέλεση της πράξης δεν αναστέλλεται για οποιονδήποτε λόγο. Ο δικαστικός λειτουργός στον οποίο αφορά η πράξη μπορεί, μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την επίδοση της πράξης σε αυτόν, να ασκήσει προσφυγή κατ’ αυτής ενώπιον του οικείου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, το οποίο αποφαίνεται αμετάκλητα. Σε περίπτωση αποδοχής της προσφυγής, το ανώτατο δικαστικό συμβούλιο εξαφανίζει την πράξη της περικοπής, ενώ διατάσσεται η απόδοση σε αυτόν του μισθού που περικόπηκε.

Η δεύτερη διάταξη για το κόψιμο της άδειας αναφέρει στο άρθρο 52 παρ. 12: «Δικαστικός λειτουργός δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση κανονικής αδείας, εφόσον, κατά την κρίση του οικείου προϊσταμένου, υπάρχει κίνδυνος ουσιώδους καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων ή βουλευμάτων σε επείγουσες υποθέσεις, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικά σοβαροί λόγοι υγείας».

 

Αξιολόγηση δικαστών

Απαντώντας στις παρατηρήσεις των βουλευτών της αντιπολίτευσης ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας αναρωτήθηκε ρητορικά: «Πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα της καθυστέρησης απονομής της δικαιοσύνης; Αντιμετωπίζεται μόνο με το πλέγμα των διατάξεων που μπορεί να αφορούν στον κώδικα πολιτικής δικονομίας για την επιτάχυνση της πολιτικής δίκης; Μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την αναμόρφωση του ποινικού κώδικα; Μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης στην κατεύθυνση της οποίας κάνουμε άλματα το τελευταίο χρονικό διάστημα ή μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την ανασυγκρότηση, ανακατασκευή, βελτίωση των υποδομών της δικαιοσύνης, που κι εκεί το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουμε δρομολογήσει πολλές θετικές εξελίξεις.

Ο κυριότερος παράγοντας στον χώρο της Δικαιοσύνης και στη διαδικασία απονομής της, εξακολουθεί να είναι ο άνθρωπος. Δηλαδή, ο φυσικός δικαστής. Αν δεν υπάρξει ένα νέο σύστημα επιθεώρησης, αν δεν υπάρξει αξιολόγηση των δικαστικών λειτουργών, αλήθεια πιστεύετε ότι θα αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα; Διότι, αν η τακτική είναι να καταγγέλλουμε ή να ρίχνουμε “κροκοδείλια δάκρυα” χωρίς να αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα, απλά και μόνο για λόγους πολιτικής αντιπαράθεσης ή για λόγους μικροπολιτικής, το κατανοώ μπορώ να σταματήσω εκεί».

Και συμπλήρωσε: «Σ’ αυτήν την ιστορία κάποιοι προχωράνε στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων και κάποιοι μένουν πίσω, απλά και μόνο καταγγέλλοντας με τη γνωστή μικροκομματική τακτική».

Μιλώντας στο tomanifesto ο υπουργός Δικαιοσύνης σημείωσε: «Ολοκληρώνεται σήμερα στις επιτροπές η επεξεργασία πολύ σημαντικών διατάξεων ενός κορυφαίου νομοσχεδίου που θα αλλάξει ριζικά το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης. Με τις διατάξεις του νέου ΚΟΔΚΔΛ επιχειρείται η εξάλειψη δυσλειτουργιών του συστήματος που καθυστερούν την απονομή της δικαιοσύνης και περιορίζουν την αποτελεσματικότητά της. Επιπλέον, εισάγονται σημαντικές καινοτομίες ως προς την οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων και ρυθμίσεις για την εφαρμογή της στρατηγικής για την ηλεκτρονική Δικαιοσύνη. Παράλληλα, αναμορφώνεται πλήρως το σύστημα διενέργειας των επιθεωρήσεων των δικαστών, ώστε η Δικαιοσύνη να λειτουργεί αποτελεσματικά υπέρ των πολιτών και της κοινωνίας».

 

Ψηφιακές αλλαγές

Στο μεταξύ, ψηφιοποιούνται σταδιακά όλες οι επιδόσεις για ποινικές και πολιτικές υποθέσεις. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, το υπουργείο Δικαιοσύνης βρίσκεται ένα ακόμη βήμα προς την ολοκλήρωση της στρατηγικής του για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δικαστικού συστήματος που υλοποιείται με την ψήφιση των σχετικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο «Ψηφιοποίηση των διαδικασιών επιδόσεων εγγράφων και αποδέσμευση της Ελληνικής Αστυνομίας από τη διενέργεια επιδόσεων εγγράφων της ποινικής και πολιτικής δίκης και λοιπές επείγουσες διατάξεις».

Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης, με την ψηφιοποίηση των επιδόσεων επιταχύνονται οι διαδικασίες διενέργειας επιδόσεων, διατηρείται η ασφάλεια κατά τη διενέργεια των επιδόσεων, εξασφαλίζεται η πλήρης και έγκαιρη ενημέρωση του παραλήπτη για την ύπαρξη επιδοτηρίων.

Παράλληλα, η ψηφιοποίηση όλων των επιδόσεων θα επιφέρει μείωση του διοικητικού κόστους για το ελληνικό Δημόσιο, μείωση του οικονομικού κόστους που επιβαρύνει τους πολίτες αλλά και αποδέσμευση εκατοντάδων αστυνομικών, οι οποίοι επιστρέφουν στα κύρια καθήκοντά τους για την εμπέδωση της ασφάλειας και την προστασία του πολίτη.

Μάλιστα, η αποδέσμευση ακόμα περισσότερων αστυνομικών πρόκειται να επιτευχθεί με τη σύσταση της Δικαστικής Αστυνομίας, καθώς στο νομοσχέδιο προβλέπεται ειδικός ένστολος κλάδος που θα αναλάβει τη φύλαξη των δικαστικών κτηρίων, με την οποία σήμερα είναι επιφορτισμένες οι διωκτικές αρχές. Επίσης, αυτό το ένστολο τμήμα θα αναλάβει την εκτέλεση εκκρεμών καταδικαστικών αποφάσεων, τις οποίες εκτελεί ακόμα και σήμερα η Αστυνομία.

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”